ΒUSINESS & FINANCE

Γ. Στουρνάρας: Κίνδυνος για την οικονομία η απώλεια αξιοπιστίας

Γ. Στουρνάρας: Κίνδυνος για την οικονομία η απώλεια αξιοπιστίας

«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα ήταν η απώλεια της αξιοπιστίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, που τόσο δύσκολα έχει ανακτηθεί και η επιστροφή σε πρακτικές του παρελθόντος», προειδοποίησε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο συνέδριο που διοργάνωσε χθες το Ινστιτούτο Εσωτερικών Ελεγκτών.

«Απαιτείται σύνεση, υπευθυνότητα και δέσμευση των υπευθύνων χάραξης της οικονομικής πολιτικής ώστε να διαφυλαχθούν οι θυσίες της προηγούμενης περιόδου και να συνεχιστεί η πρόοδος που έχει επιτευχθεί» συνέστησε ο κ. Στουρνάρας προτρέποντας «ως πρωταρχικό καθήκον της επόμενης κυβέρνησης (α) το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσει την διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και θα αυξήσει την ολική παραγωγικότητα της οικονομίας και (β) η επιστροφή σε πρωτογενή, διαρθρωτικά δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ, ώστε φέτος να ανακτηθεί, να διατηρηθεί, και μεσοπροθέσμως να υπερακοντιστεί, η επενδυτική βαθμίδα, η οποία θα έχει ευνοϊκές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας».

Όπως σημείωσε «παρά την πρόοδο σε πολλούς τομείς και την άνοδο στην κλίμακα κατάταξης των τελευταίων ετών, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να έχει χρονίζοντα διαρθρωτικά προβλήματα, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται ακόμα σχετικά χαμηλά στους δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Παραδείγματα τέτοιων εγγενών αδυναμιών αποτελούν οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία και η αναποτελεσματικότητα που εξακολουθεί να υπάρχει σε ορισμένους τομείς της δημόσιας διοίκησης, η υστέρηση σε ορισμένες βασικές υποδομές, η μικρή συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας σε συνδυασμό με τη δυσμενή εξέλιξη του δημογραφικού, οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του εθνικού κτηματολογίου, η ανεπαρκής καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ελλείψεις στο λεγόμενο “τρίγωνο της γνώσης” (παιδεία – έρευνα ‒ καινοτομία), οι οιονεί ολιγοπωλιακές συνθήκες σε συγκεκριμένες αγορές αγαθών και υπηρεσιών, και οι στρεβλώσεις στην αγορά ενέργειας. Το ΑΕΠ της χώρας εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά των επιπέδων του 2008, το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο της ευρωζώνης, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών βρίσκεται πάνω από το 6% του ΑΕΠ».

Η χρηματοοικονομική σταθερότητα

Επικεντρώνοντας στον χρηματοοικονομικό τομέα ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε τους αυξημένους κινδύνους που εκδηλώνονται «για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παγκοσμίως» σημειώνοντας ότι  «η διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων, παρά την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, σε συνδυασμό με τους αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους (όπως η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η ένταση στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας), δημιουργούν υψηλή αβεβαιότητα και  κινδύνους που περιβάλλουν το διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον».

«Η πρόσφατη τραπεζική αναταραχή στις ΗΠΑ και στην Ελβετία κατέδειξε την ταχύτητα μετάδοσης και διάχυσης των κινδύνων στο σύγχρονο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Οι αδυναμίες μεμονωμένων τραπεζών, υπό συνθήκες κλονισμού της εμπιστοσύνης των επενδυτών και καταθετών, μεγεθύνονται και διαχέονται με μεγάλη ταχύτητα τόσο σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα εντός της χώρας όπου εδρεύουν οι τράπεζες αυτές όσο και διεθνώς, λόγω της διασύνδεσης των χρηματοπιστωτικών αγορών παγκοσμίως. Συνεπώς, η διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας απαιτεί την περαιτέρω θωράκιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος».

Όπως προαναφέρθηκε, ο τραπεζικός τομέας στην Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει τα τελευταία έτη σημαντικά βήματα προόδου και έχει ισχυροποιηθεί, ώστε να είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες αναταράξεις και κλυδωνισμούς, όπως αυτούς που βιώσαμε πρόσφατα. Ωστόσο, ενώ οι προοπτικές για το εγγύς μέλλον προδιαγράφονται θετικές, παραμένουν προκλήσεις, όπως η περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού στα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου, εν μέσω πιέσεων στη χρηματοοικονομική κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων λόγω του πληθωρισμού, της ανόδου των επιτοκίων αλλά και της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας. Ταυτόχρονα, προκλήσεις αποτελούν η επίτευξη διατηρήσιμης κερδοφορίας και η περαιτέρω ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, η οποία υπολείπεται του μέσου όρου των πιστωτικών ιδρυμάτων υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ.

Όπως υπογράμμισε «η επιτυχημένη εφαρμογή πρακτικών διαχείρισης κινδύνου από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στη σημερινή εποχή συνιστά σημαντική πρόκληση λόγω του αυξημένου ψηφιακού μετασχηματισμού του χρηματοπιστωτικού συστήματος, της υιοθέτησης τεχνολογικής καινοτομίας και της ολοένα επεκτεινόμενης διασύνδεσης των χρηματοπιστωτικών φορέων μεταξύ τους αλλά και με τρίτους παρόχους ή εταιρείες τεχνολογίας».

Η τεχνολογία και οι κίνδυνοι για τις τράπεζες

Σε ότι αφορά την εκτεταμένη χρήση της τεχνολογίας, της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών από τις εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα, όπως σημείωσε ο κ. Στουρνάρας «έχει συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην αποδοτικότερη διαχείριση των επιχειρηματικών πόρων, στην καλύτερη επίβλεψη και στον αποτελεσματικότερο έλεγχο του συνόλου των δραστηριοτήτων τους, αλλά και στην γεωγραφική τους επέκταση με χαμηλό κόστος. Η μετάβαση σε μια πιο τεχνολογικά καθοδηγούμενη αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών παρουσιάζει πολλά οφέλη για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, τα οποία περιλαμβάνουν μειωμένο κόστος, βελτιωμένη εμπειρία πελατών και αυξημένη ταχύτητα συναλλαγών, μείωση του χρόνου ανοίγματος λογαριασμού και άμεση πρόσβαση σε διαδικτυακές υπηρεσίες».

Εντούτοις «δημιουργεί όμως παράλληλα νέες περιοχές κινδύνων για τις οποίες είναι σημαντικό να ακολουθούνται οι βέλτιστες πρακτικές διαχείρισης κινδύνου καθώς και η στενή παρακολούθηση του αντίστοιχα εξελισσόμενου κανονιστικού πλαισίου και η συμμόρφωση με αυτό το ταχύτερο δυνατό» . Οι περιοχές αυτές που μας απασχολούν και εμάς ως εποπτική αρχή και για τις οποίες ήδη καλούμαστε να αναπτύξουμε γνώσεις και εργαλεία προκειμένου να διασφαλίσουμε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα:

  • Η μεγάλη εξάρτηση από τεχνολογικές υποδομές επιδεινώνει τους κινδύνους για την κυβερνοασφάλεια και την προστασία των δεδομένων. Η περσινή έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου για τον «Μετριασμό του συστημικού κινδύνου στον κυβερνοχώρο», τόνισε με ιδιαίτερη έμφαση ότι οι κίνδυνοι στον κυβερνοχώρο εξελίσσονται διαρκώς, οι επιθέσεις γίνονται όλο και πιο περίπλοκες και οι πιθανοί στόχοι μπορούν εύκολα να βρίσκονται σε διαφορετικούς τομείς ή και χώρες. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να αναβαθμίσουν την ψηφιακή τους επιχειρησιακή ανθεκτικότητα ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν ένα ευρύ φάσμα σύνθετων απειλών, όπως ήδη κάνουν για πιο παραδοσιακούς χρηματοπιστωτικούς κινδύνους.
  • Στο πλαίσιο της ανοιχτής τραπεζικής θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό η επικοινωνία μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να συντελείται με ασφαλή και δομημένο τρόπο, μέσω Διεπαφών Προγραμματισμού Εφαρμογών – APIs, όπως αυτές που έχουν υλοποιηθεί από παρόχους εξυπηρέτησης λογαριασμών στο πλαίσιο της αναθεωρημένης οδηγίας για τις πληρωμές – PSD2, αφήνοντας πίσω λιγότερο ασφαλείς πρακτικές εξαγωγής δεδομένων από τους δικτυακούς τόπους των παρόχων. Επίσης, νέες μορφές κινδύνων ή διαφορετικές εκφάνσεις υπαρχόντων κινδύνων ενδέχεται να ανακύψουν στο άμεσο μέλλον από τη διαδεδομένη χρήση καινοτόμων μορφών χρηματοπιστωτικών μέσων ή υπηρεσιών όπως είναι .τα κρυπτοστοιχεία και η αποκεντρωμένη χρηματοδότηση (decentralised finance).
  • Η μετάβαση από την παραδοσιακή αυτοπρόσωπη (face-to-face) αλληλεπίδραση με τον πελάτη, σε μη αυτοπρόσωπα (non face-to-face) διαδικτυακά κανάλια αλληλεπίδρασης σε απομακρυσμένη βάση, δημιουργεί μια σειρά προκλήσεων όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με το θεσμικό πλαίσιο πρόληψης του Ξεπλύματος Χρήματος και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας (ΞΤ/ΧΤ). Οι προκλήσεις αυτές απευθύνονται τόσο στην εποπτική αρχή που οφείλει να θωρακίσει το σύστημα μέσω του ρυθμιστικού της ρόλου, όσο και στις εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα που θα πρέπει να προσαρμόσουν τις επιχειρηματικές τους πρακτικές προκειμένου να παραμένουν ανταγωνιστικές, αξιολογώντας παράλληλα και αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τους νέους και αναδυόμενους κινδύνους που συνδέονται με το ΞΤ/ΧΤ.
  • Μια άλλη πηγή προβληματισμού από την άποψη της διασυνοριακής χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, είναι η υπερβολική εξάρτηση των οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα από περιορισμένο αριθμό τρίτων παρόχων, όπως είναι οι τεχνολογικοί κολοσσοί – BigTech, για σκοπούς εξωτερικής ανάθεσης λειτουργιών ή παροχής τεχνολογικών υποδομών και υπηρεσιών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο πλαίσιο της μετάβασης κρίσιμων υποδομών και υπηρεσιών στο υπολογιστικό νέφος, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε κινδύνους συγκέντρωσης, επιχειρηματικής συνέχειας και διακυβέρνησης δεδομένων.
  • Η τεχνητή νοημοσύνη, συμπεριλαμβανομένης της μηχανικής μάθησης, εξοπλίζει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με εργαλεία που μπορούν να ενισχύσουν τις δυνατότητές τους σε ποικίλους επιχειρησιακούς τομείς. Ενδεικτικά αναφέρω τη λήψη και αυτοματοποίηση αποφάσεων και τις εκτιμήσεις εξέλιξης μεγεθών, τον εντοπισμό απάτης, απειλών στον κυβερνοχώρο και του ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τη διαχείριση λειτουργικού κινδύνου, την παρακολούθηση της αγοράς, τη βελτιωμένη εμπειρία πελάτη στην απομακρυσμένη επαφή του με τον οργανισμό και την κανονιστική συμμόρφωση. Ωστόσο, ενδέχεται να επιφέρει κινδύνους όσον αφορά την ικανότητα επεξήγησης των αποτελεσμάτων των μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και τη μεροληψία ή ανακρίβειες που οφείλονται στα δεδομένα με τα οποία τροφοδοτούνται τα μοντέλα. Σε κάθε περίπτωση τα ιδρύματα οφείλουν να είναι σε θέση να αιτιολογήσουν τις αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται με τη βοήθεια εργαλείου τεχνητής νοημοσύνης.
  • Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, σε επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης, η στρατηγική ψηφιακού μετασχηματισμού ενός ιδρύματος θα πρέπει να έχει την έγκριση και πλήρη υποστήριξη του διοικητικού του συμβουλίου και να υπάρχει εναρμόνιση μεταξύ της επιχειρησιακής στρατηγικής και της στρατηγικής πληροφορικής. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί μια διαρκή και σύνθετη διαδικασία και τα ιδρύματα οφείλουν να τον υλοποιούν με τρόπο ολιστικό, πλήρη και κεντροποιημένο, με σαφή οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων και ευθυνών και επαρκή στήριξη και εμπλοκή των υπηρεσιών που συνιστούν τη δεύτερη και τρίτη γραμμή άμυνας.

Ο κ, Στουρνάρας αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κάνοντας ειδική αναφορά στις πρόσφατες προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων, οι οποίες όπως είπε «κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση», καλύπτοντας «υπάρχοντα κενά και ενισχύοντας σημαντικά το πλαίσιο εξυγίανσης. Ο διοικητής της ΤτΕ τάχθηκε υπέρ της επιτάχυνσης των πρωτοβουλιών για την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης με τη δημιουργία του τρίτου Πυλώνα ενός πανευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των τραπεζικών καταθέσεων (European Deposit Insurance Scheme – EDIS). «Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μπορεί να επιταχύνει τη μετάδοση των κρίσεων, η υιοθέτηση του πλαισίου αυτού θα πρέπει να προχωρήσει με γρήγορους ρυθμούς, προκειμένου να είμαστε σε θέση να προλαμβάνουμε αλλά και να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά τις προκλήσεις που δημιουργούνται από την σύγχρονη λειτουργία της αγοράς», κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.

 

moneyreview.gr

 

Διαβάστε επίσης:

Στουρνάρας: Αδιανότητο κάποιο κόμμα να διακυβεύσει την επενδυτική βαθμίδα

Από το junk στην επενδυτική βαθμίδα – Οι FT για τo «μεγάλο γύρισμα» της Ελλάδας

Στουρνάρας για επιτόκια: Αβέβαιο πόσες αυξήσεις θα γίνουν ακόμα

 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News