ΑΠΟΨΕΙΣ

Πληθωρισμός και το αφήγημα των κεντρικών τραπεζών

Πληθωρισμός και το αφήγημα των κεντρικών τραπεζών

Η έξαρση του πληθωρισμού προέκυψε απρόσμενα στην ανάκαμψη απο την πανδημία. Εμφανίστηκε πρώτα στις ΗΠΑ και στην συνέχεια στην Ευρώπη, για να εξαπλωθεί λίγο-πολύ διεθνώς. Η ετήσια αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) στις ΗΠΑ ήταν 6,9% τον Νοέμβριο, καταγράφοντας ρεκόρ 30ετίας. Στην ευρωζώνη έφθασε το 4,9% που είναι η υψηλότερη αύξηση αφότου άρχισε να καταγράφεται ο ενιαίος ΔΤΚ. 

Οι κεντρικές τράπεζες υποβάθμισαν αρχικά την επιτάχυνση του πληθωρισμού, υποστηρίζοντας ότι είναι παροδική. Το αφήγημα τους υποστηρίζει οτι ο πληθωρισμός οφείλεται κυρίως στην άνοδο των τιμών της ενέργειας και σε αναντιστοιχία (mismatch) μεταξύ ζήτησης και προσφοράς λόγω της αποδιοργάνωσης των εφοδιαστικών αλυσίδων που προκαλεί η πανδημία. 

Το αφήγημα αυτό όμως χωλαίνει. Η αναντιστοιχία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς οφείλεται περισσότερο στην επέκταση της ζήτησης παρά στην παροδική συρρίκνωση της προσφοράς. Αυτό γίνεται φανερό με την σύγκριση των πληθωριστικών πιέσεων στις προηγμένες και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες (γράφημα). Παρατηρούμε οτι, σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα, ο πληθωρισμός αναζυπυρώθηκε κατά βάση στις προηγμένες οικονομίες όπου έχει υπερδιπλασιαστεί (άνω γράφημα). Στις αναπτυσσόμενες οικονομίες ο πληθωρισμός έχει μεν αυξηθεί αλλά χωρίς προς το παρόν να ξεπεράσει τις προ πανδημίας τάσεις αφού είναι συγκρίσιμος με το επίπεδο του 2018 (κάτω γράφημα).

Πληθωρισμός και το αφήγημα των κεντρικών τραπεζών-1
Πηγή: IMF, World Economic Outlook Oct 2021

Που οφείλεται αυτή η διαφορά; Απο την πλευρά της προσφοράς, τόσο οι προηγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αντιμετωπίζουν τις ίδιες αυξήσεις των διεθνών τιμών της ενέργειας και παρόμοια εμπόδια στη λειτουργία των εφοδιαστικών αλυσίδων. Η σημαντικότερη διαφορά προέρχεται απο την πλευρά της ζήτησης. 

Οι προηγμένες οικονομίες εφάρμοσαν πρωτοφανή μέτρα οικονομικής στήριξης το 2020, που ως επι το πλείστον διατηρήθηκαν ή και επεκτάθηκαν (ιδιαίτερα στις ΗΠΑ) το 2021. Το ΔΝΤ εκτιμά οτι τα συνολικα μέτρα στις προηγμένες οικονομίες ανέρχονται σε 23,1% του ΑΕΠ (πίνακας). Ταυτόχρονα οι κεντρικές τράπεζες, με τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, χρηματοδότησαν στην ουσία το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, αποσοβώντας την αύξηση του κόστους δανεισμού και ενδεχόμενες κρίσεις χρέους. Αντίθετα, οι αναπτυσσόμενες χώρες είχαν περιορισμένο «δημοσιονομικό χώρο» για τέτοιου επιπέδου παροχές. Στις αναδυόμενες οικονομίες τα συνολικά μέτρα στήριξης υπολογίζονται σε περίπου 10% του ΑΕΠ, ενώ στις χαμηλότερου εισοδήματος χώρες σε μόλις 4% του ΑΕΠ. 

Πληθωρισμός και το αφήγημα των κεντρικών τραπεζών-2

Τα μέτρα στήριξαν το εισόδημα και την ρευστότητα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Τροφοδότησαν κυρίως τη ζήτηση αγαθών καθώς η ζήτηση υπηρεσιών παρέμεινε σχετικά πιο αναιμική λόγω της πανδημίας. Η ενισχυμένη ζήτηση επέτρεψε την ταχεία ανάκαμψη της προσφοράς και του ΑΕΠ—παρά τα εμπόδια που παρατηρούνται στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Αυτό ήταν άλλωστε το ζητούμενο για να αποφευχθεί ευρύτερη οικονομική κατάρρευση με το «κλείσιμο» των οικονομιών και να επιταχυνθεί η ανάκαμψη με την άρση των περιορισμών. Ωστόσο η ενίσχυση της ζήτησης στις προηγμένες οικονομίες μοιάζει να έχει υπερβεί το επιθυμητό όριο. Όταν το ΑΕΠ ξεπερνά το πρό πανδημίας επίπεδο (όπως στις ΗΠΑ) ή βρίσκεται πολύ κοντά σ’αυτό (όπως στην ευρωζώνη), η ενισχυμένη ζήτηση αντανακλάται αναγκαστικά στις τιμές. 

Η έξαρση του πληθωρισμού φαίνεται συνεπώς να πηγάζει κυρίως απο τον υπερβολικό βαθμό ενίσχυσης της ζήτησης, σε αντίθεση με το αφήγημα των κεντρικών τραπεζών. Αυτό διαφαίνεται απο το οτι οι πληθωριστικές πιέσεις στις προηγμένες και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι ανάλογες με το μέγεθος των πακέτων στήριξης στις δυο αυτές ομάδες χωρών. Η έξαρση του πληθωρισμού μπορεί ετσι να θεωρηθεί σαν το τίμημα που καταβάλλουν οι προηγμένες οικονομίες για το «ντοπάρισμα» της ζήτησης ώστε να επιτύχουν ανάκαμψη «σε σχήμα V». 

Υπάρχουν ωστόσο διαφορές στις εκτιμήσεις και αντιδράσεις των κεντρικών τραπεζών. Η Τράπεζα της Αγγλίας ήταν η πρώτη που πρόσφατα αύξησε τα επιτόκια από 0,1% σε 0,25%. Η FED ανήγγειλε ταχύτερη αναστροφή της ποσοτικής χαλάρωσης και άφησε να διαφανεί σοβαρή πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων το 2022. Η ΕΚΤ παραμένει εντούτοις καθυσυχαστική, επεκτείνοντας επ αόριστο το προ πανδημίας πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, θεωρώντας οτι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει με την αναμενόμενη εξομάλυνση της προσφοράς. Να θυμήσουμε οτι η ΕΚΤ προέβλεπε τον περασμένο Ιούνιο οτι ο πληθωρισμός θα «έτρεχε» με 2,6% το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, κάτι που προφανώς αποδεικνύεται ανεδαφικό. 

Γιατί οι κεντρικές τράπεζες, και ειδικά η ΕΚΤ, αντί να προηγούνται των εξελίξεων, μοιάζουν με ουραγούς στο μέτωπο του πληθωρισμού, δημιουργώντας ένα επίπλαστο κλίμα εφησυχασμού; Η εύλογη εξήγηση είναι οτι επιθυμούν να αποφύγουν μια εσπευσμένη νομισματική περιστολή που ενδεχομένως θα εκτροχίαζε την ανάκαμψη, δεδομένης της αβεβαιότητας απο τις μεταλλάξεις του ιού. Επιχειρούν ταυτόχρονα να διατηρήσουν τις πληθωριστικές προσδοκίες σε «χαμηλούς τόνους» καθώς το αντίθετο θα κινδύνευε να τροφοδοτήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό. 

Το άμεσο μέλλον θα δείξει αν η έξαρση του πληθωρισμού θα είναι μονιμότερη. Αυτο θα εξαρτηθεί κυρίως απο το αν θα υπάρξει αλυσιδωτή αντίδραση τιμών και μισθών—κάτι που ήδη διαφαίνεται στις ΗΠΑ—καθώς ο πληθωρισμός ροκανίζει το εισόδημα των μισθωτών. Σύμφωνα πάντως με την κοινή λογική είναι δύσκολο ένα όχημα να σταματήσει με ασφάλεια όταν εχει βρεθεί στην κατηφόρα χωρίς γερά φρένα… 

* Ο Αριστομένης Βαρουδάκης είναι οικονομολόγος, πρώην Καθηγητής Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, πρώην ανώτερο στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Ο.Ο.Σ.Α.

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News