GREEN ECONOMY

Χαμηλός ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά ενέργειας – Συγκέντρωση σε λίγες εταιρείες

Χαμηλός ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά ενέργειας – Συγκέντρωση σε λίγες εταιρείες

Σε λίγες εταιρείες μοιράζεται η πίτα της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, περιορίζοντας τα οφέλη του ανταγωνισμού και μαζί τη δυνατότητα διατήρησης των τιμών σε προσιτά επίπεδα.

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) σε συνεργασία με το Epicenter, στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας εντοπίζεται εξαιρετικά υψηλή συγκέντρωση. Συγκεκριμένα, ένας συμμετέχων έχει μερίδιο 55,6%, ενώ το αθροιστικό μερίδιο των συμμετεχόντων που ξεπερνούν το 5% είναι στο 91,2%, από τα υψηλότερα της Ε.Ε. Απεναντίας, τα ποσοστά για την Τσεχία, τη Γαλλία, τη Ρουμανία και την Πολωνία είναι 65%, 74,3%, 67% και 80% αντίστοιχα.

Σε ό,τι αφορά στη λιανική αγορά φυσικού αερίου, εντοπίζεται επίσης υψηλή συγκέντρωση. Η αγορά περιλαμβάνει 8 συμμετέχοντες – ο κυρίαρχος κατέχει το 34,4%, ενώ ο δεύτερος μεγαλύτερος συμμετέχων κατέχει το 30,4%. Το αθροιστικό ποσοστό των συμμετεχόντων που ξεπερνούν το 5% είναι 86,8% και είναι επίσης από τα υψηλότερα στην ΕΕ. Ενδεικτικά, τα αντίστοιχα ποσοστά για την Τσεχία, τη Γαλλία, τη Ρουμανία και την Πολωνία είναι 58%, 68%, 78% και 84% αντίστοιχα

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, το φυσικό αέριο και οι ΑΠΕ κυριαρχούν στην παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα. Βέβαια, το 2022, η συμμετοχή του φυσικού αερίου στην παραγωγή ενέργειας μειώθηκε στο 33,5% από 40% το 2021, ενόσω η συμμετοχή των ΑΠΕ αυξήθηκε στο 32% από 28,3% το 2021. Οι εισαγωγές το 2023 προσεγγίζουν το 20%, σύμφωνα με τη μελέτη. Τέλος, το 2023, το μερίδιο του λιγνίτη έχει μειωθεί σε 8% από 10,5% το προηγούμενο έτος, όταν ανέβηκε λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

34 ευρώ τον χρόνο κερδίζουν οι Ευρωπαίοι από τα μέτρα ολοκλήρωσης της αγοράς

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΦΙΜ με το Epicenter, το όραμα της Ε.Ε. για ενοποίηση της αγοράς ενέργειας, απαιτεί πλήρη απελευθέρωση των επιμέρους αγορών των κρατών μελών, καθώς και να υιοθετήσουν ενιαία μορφή και τρόπο λειτουργίας. «H περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ενισχυμένο ανταγωνισμό, προσιτές τιμές, οικονομική ανάπτυξη και ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ήδη, σύμφωνα με τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το διασυνοριακό εμπόριο και τα μέτρα ολοκλήρωσης της αγοράς έχουν ωφελήσει τους Ευρωπαίους καταναλωτές κατά περίπου 34 ευρώ ανά άτομο ετησίως. Ο υφιστάμενος σχεδιασμός της αγοράς ενθαρρύνει τη διείσδυση των ΑΠΕ και με ορισμένες μακροπρόθεσμες βελτιώσεις μπορεί να ανταποκριθεί στην προβλεπόμενη πορεία απανθρακοποίησης της ΕΕ τα επόμενα 10-15 χρόνια με ασφάλεια εφοδιασμού και μειωμένο κόστος, όπως αναφέρεται στην ανάλυση.

Σύμφωνα με τη μελέτη, σε ό,τι αφορά τον ελληνικό τομέα του ηλεκτρισμού θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην αναβάθμιση του δικτύου μεταφοράς και διανομής και στις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας πχ μπαταρίες. Στον τομέα του φυσικού αερίου θα πρέπει να αξιοποιηθεί η υποθαλάσσια αποθήκη φυσικού αερίου στην Καβάλα, καθώς η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ χωρίς χώρο αποθήκευσης και χρησιμοποιεί αποθηκευτικούς χώρους στην Ιταλία και τη Βουλγαρία. Επίσης, συστήνει την επιτάχυνση των έργων υδρογόνου και την αναβάθμιση των αγωγών φυσικού αερίου, ώστε να είναι συμβατοί με τη μεταφορά υδρογόνου.

Διαβάστε επίσης:

Χρονιά ρεκόρ το 2023 για τις ΑΠΕ στην Ελλάδα – Αύξηση 147% την τελευταία 10ετία

ΙΕΑ: «Καμπανάκι» για τις τιμές φυσικού αερίου λόγω του Μεσανατολικού – Τι καθησυχάζει τις αγορέςΜετά την ενεργειακή κρίση, η Ευρώπη αντιμέτωπη με έναν νέο κόσμο

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News