ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ

Εκπτωση 10% στον ΕΝΦΙΑ: Τα ανασφάλιστα κτίρια πληγώνουν τα κρατικά ταμεία

Εκπτωση 10% στον ΕΝΦΙΑ: Τα ανασφάλιστα κτίρια πληγώνουν τα κρατικά ταμεία

Η παροχή έκπτωσης 10% στον ΕΝΦΙΑ ενός ασφαλισμένου από φυσικές καταστροφές κτιρίου, έχει οικονομική λογική και για το κράτος, αν αναλογιστεί κανείς πως οι αποζημιώσεις που έδωσε το Δημόσιο στους πληγέντες από το σεισμό στην Κρήτη το 2020 και τις πυρκαγιές στην Εύβοια το 2021 ανήλθαν σε 500 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 20% των ετήσιων εισπράξεων από τον συγκεκριμένο φόρο στα ακίνητα.

Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας κατατάσσεται μεταξύ των πιο σεισμογενών περιοχών του κόσμου και απειλείται περισσότερο από τις καταστροφές που συναρτώνται με την κλιματική αλλαγή, είναι ανασφάλιστη έναντι αυτών των κινδύνων. Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, ενώ το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα φθάνει το 70%, οι ασφαλισμένες κατοικίες είναι 1 εκατ. περίπου και αντιπροσωπεύουν μόλις το 16% του συνολικού αριθμού των κτιρίων, που σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ανέρχονται 6,5 εκατ. σε όλη την χώρα. Πρόκειται για ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη και φαντάζει ακόμη πιο χαμηλό αν το δει κανείς σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι το κράτος μέλος με τις μεγαλύτερες οικονομικές απώλειες ανά κάτοικο (σχεδόν τρεις φορές υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ), σε κόστος καταστροφών που σχετίζονται με το κλίμα. Σύμφωνα με τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat, οι καταστροφές από καύσωνες, πλημμύρες και καταιγίδες,    στοίχισαν το 2020 στην χώρα μας 91 ευρώ ανά κάτοικο έναντι 27 ευρώ ανά κάτοικο στην ΕΕ, με την Γαλλία  να ακολουθεί με 62 ευρώ και την Ιρλανδία με 42 ευρώ. Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που μαστίζονται κυρίως από καύσωνες ή πλημμύρες και οι οποίες έχουν εφαρμόσει την υποχρεωτική ασφάλιση των κτιρίων τους (υποχρεωτικά συστήματα έχουν καθιερώσει η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, αλλά και η Ρουμανία) η Ελλάδα απέχει πολύ από το μοντέλο της υποχρεωτικής ασφάλισης.

Η αύξηση και η ένταση αυτών των φαινομένων έχουν μάλιστα οδηγήσει σε υπέρογκη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού για την κάλυψη των αποζημιώσεων, το ύψος των οποίων είναι δυσανάλογα μεγάλο με το κόστος που βαρύνει τις ασφαλιστικές εταιρείες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις οι ζημιές που δηλώνονται προς τις ασφαλιστικές εταιρείες αντιπροσωπεύουν μόλις το 15% των ζημιών που καταγράφουν οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς. Πρόσφατα, ο υπουργός Κλιματικής Αλλαγής και Προστασίας, Χρήστος Στυλιανίδης, είχε επισημάνει ότι «επιβάρυνση του κράτους για την κάλυψη του κόστους των αποζημιώσεων δύο καταστροφικών φαινομένων όπως ήταν ο σεισμός στην Κρήτη το 2020 και οι πυρκαγιές στην Εύβοια το 2021, ανέρχεται στα 500 εκατ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 20% των ετήσιων εισπράξεων του ΕΝΦΙΑ». 

Το χαμηλό ποσοστό ασφάλισης «δεν συμβαδίζει με την ένταση των φυσικών καταστροφών που εκδηλώνονται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, είτε λόγω της εκτεταμένης ξηρασίας και των πυρκαγιών είτε λόγω των έντονων βροχοπτώσεων και πλημμυρών ή ακόμη και των σεισμών λόγω της ιδιαίτερα σεισμογενούς θέσης της χώρας», έχει πει στην «Κ» ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου. «Έχει αποδειχθεί ότι η εκ των υστέρων αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών μιας καταστροφής από το Κράτος, όπως λειτουργεί σήμερα, δεν είναι επαρκής και ούτε αποτελεσματική τόσο για το ίδιο, όσο και για τους πολίτες. Το ισχύον καθεστώς    χαρακτηρίζεται από μερική κάλυψη, αβεβαιότητα ως προς το ύψος της αποζημίωσης υπό την μορφή δωρεάν κρατικής αρωγής, μη προγραμματισμένη επιβάρυνση προϋπολογισμού, καθυστέρηση και μη δίκαιη κατανομή του κόστους στους πολίτες».

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΑΕΕ παρά το γεγονός ότι οι φυσικές καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα (πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές) έχουν σαφή τάση αύξησης στην συχνότητα εμφάνισης τα τελευταία χρόνια με τις πλημμύρες να αποτελούν το συχνότερο φαινόμενο και να ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων έναντι των ασφαλιστικών εταιρειών, τα συμβάντα από σεισμό παρουσιάζουν σταθερότητα ως προς την συχνότητα εμφάνισής τους, απαριθμώντας κατά μέσον όρο ένα σοβαρό περιστατικό κάθε χρόνο. Σε όρους σφοδρότητας η δασική πυρκαγιά αποτελεί την αιτία με το πιο έντονο πλήγμα φυσικής καταστροφής και η μέση ζημιά από δασική πυρκαγιά είναι πολύ υψηλότερη από τις υπόλοιπες περιπτώσεις, αλλά αυτό εκτός από την σφοδρότητα του φαινομένου, οφείλεται και στο γεγονός ότι η χώρα μας δεν έχει βιώσει έναν ισχυρό σεισμό στα μεγάλα αστικά κέντρα τα τελευταία χρόνια και η εκδήλωση παρόμοιων φαινομένων εντοπίζεται κυρίως σε νησιωτικές περιοχές. Με βάση τα μοντέλα που υιοθετούν οι ασφαλιστικές εταιρείες το ενδεχόμενο ενός μεγάλου σεισμού πιθανολογείται με … «βεβαιότητα» ανά 100 χρόνια και το ύψος των ζημιών υπολογίζεται στο δυσθεώρητο ύψος των 5,3 έως και 6,8 δισ. ευρώ.

Όπως επισήμανε ο κ. Σαρρηγεωργίου «το κόστος αυτών των καταστροφών, που μέχρι σήμερα καλύπτονται εν μέρει από το ίδιο το κράτος, θα μπορούσε να μεταφερθεί στην ασφαλιστική αγορά, αν η κυβέρνηση δώσει στους πολίτες κίνητρα να ασφαλίσουν τις κατοικίες τους, με το σχετικό ασφάλιστρο να εκπίπτει από τους φόρους». Οι περισσότερες χώρες, με βάση σχετική καταγραφή της Ένωσης με κάποια έκθεση σε φυσικές καταστροφές, ρυθμίζουν εκ των προτέρων τη χρηματοδότηση των ζημιών, διαθέτοντας ολοκληρωμένο σύστημα αντιμετώπισης και χρηματοδότησης των ζημιών από φυσικές καταστροφές. Αν και λειτουργούν πολλά διαφορετικά σχήματα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ανά τον κόσμο, όλα αναδεικνύουν τους διακριτούς μεν, συμπληρωματικούς δε ρόλους κράτους και αγοράς.

Μείωση της επιβάρυνσης για το κράτος

«Επεκτείνοντας την κάλυψη από τη ιδιωτική ασφάλιση γα ακραία φυσικά φαινόμενα θα μπορούσε να μειώσει την επιβάρυνση για το κράτος, ενισχύοντας την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα», ανέφερε ο ΟΟΣΑ στην πρόσφατη οικονομική μελέτη του για την Ελλάδα, προτείνοντας την θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής ασφάλισης όλων των κτιρίων ως μέσο προσαρμογής στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής.

Η ασφάλιση σεισμού είναι ιδιαίτερα οικονομική και σίγουρα προσιτή για τη συντριπτική πλειόνοτητα των ιδιοκτητών ακινήτων στη χώρα μας. Για ένα σπίτι 25 ετών και 100 τετραγωνικών, το ετήσιο κόστος δεν ξεπερνά τα 180 ευρώ. Το συγκεκριμένο κόστος αφορά ασφαλισμένο κεφάλαιο 130.000 θεωρώντας ότι το σημερινό κόστος ανακατασκευής ενός κτιρίου είναι 1.300 ευρώ ανά τετραγωνικό. Στη συγκεκριμένη τιμή περιλαμβάνεται και η κάλυψη πυρκαγιάς μιας και παροχή σεισμού προσφέρεται υποχρεωτικά συνδυαζόμενη με την βασική κάλυψη πυρκαγιάς.

Λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο λειτουργίας των ασφαλιστηρίων συμβολαίων και των διαδικασιών τιμολόγησης, σε περίπτωση ασφάλισης αισθητά μεγαλύτερου μέρος των κατοικιών της χώρας μας και φυσικά σε περίπτωση καθολικής ασφάλισης τα ασφάλιστρα θα έχουν αξιοσημείωτη μείωση». Επισημαίνεται ότι «σήμερα ασφαλίζονται κατοικίες οι οποίες έχουν άδεια οικοδομής μετά το 1960 (έτος εφαρμογής του πρώτου αντισεισμικού κώδικα). Παλαιότερες κατοικίες μπορούν να ασφαλιστούν σε περίπτωση που έχει γίνει στατική μελέτη και έχουν γίνει ανάλογες παρεμβάσεις.

Διαβάστε επίσης: 

Μητσοτάκης: Μέτρα για νέους, ιδιοκτήτες ακινήτων και δημόσιους υπαλλήλους

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News