Απόψεις Παρασκευή 15/04/2022, 00:01
ΑΠΟΨΕΙΣ

Η αυγή ενός νέου οικονομικού παραδείγματος

Η αυγή ενός νέου οικονομικού παραδείγματος

«Ο νεοφιλελευθερισμός είναι νεκρός» διακήρυξε πριν κάποια χρόνια εμφατικά ο νομπελίστας και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Τζόζεφ Στίγκλιτς. Παρότι πολλοί έσπευσαν να αντικρούσουν τον ισχυρισμό του και παρά το γεγονός ότι οι κύκλοι των κυρίαρχων ιδεολογιών στην οικονομία αξιολογούνται μακροσκοπικά, εντούτοις οι τεκτονικές αλλαγές που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια παρέχουν νέα -ισχυρά- επιχειρήματα για την αυγή ενός νέου οικονομικού παραδείγματος.

Η «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» όπως επικράτησε να ονομάζεται αυτό το σύνολο αρχών οικονομικής πολιτικής από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80, είχε σαν κεντρικό άξονα την επίτευξη οικονομικής αποτελεσματικότητας μέσω της υιοθέτησης πολιτικών ελεύθερου εμπορίου, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων οργανισμών, μικρά δημοσιονομικά ελλείμματα για τα κράτη και απορρύθμιση διαφόρων επιπέδων της αγοράς. Κατά την διάρκεια αυτών των χρόνων καλλιεργήθηκε σε μεγάλο βαθμό η πεποίθηση ότι η παγκοσμιοποίηση και η στενότερη οικονομική συνεργασία (άμεσες ξένες επενδύσεις, εμπόριο, εφοδιαστική αλυσίδα) μπορεί να προσδέσει στο άρμα των δυτικών θεσμών κράτη με δικό τους σύστημα διακυβέρνησης -κατά κανόνα αυταρχικό- ˙ επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα διατηρήσιμα επίπεδα ανάπτυξης και τροχιά δημοκρατικοποίησης (ή έστω κάποιας φιλελευθεροποίησης των θεσμών).

Μία σειρά από γεγονότα και συγκεκριμένα τρεις κρίσεις και μία επερχόμενη κλόνισαν αυτή την αντίληψη και έδωσαν έναυσμα στην συζήτηση για το νέο κυρίαρχο ρεύμα οικονομικής πολιτικής. Αρχικά, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 ανέσυρε στην επιφάνεια βάσιμες αντιρρήσεις σχετικά με την ικανότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών να αυτορυθμίζονται. Η πρόσφατη κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας και ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ τους φανέρωσε πως η πορεία προς την οικονομική και πολιτική φιλελευθεροποίηση της Κίνας δεν ήταν παρά ένας ευσεβής πόθος της Δύσης.

Η μετατροπή της αναδυόμενης υπερδύναμης από συγκλίνοντα πόλο ανάπτυξης σε αντίπαλο δέος, έχει δημιουργήσει απτό αντίκτυπο στην έρευνα και τεχνολογία, την εφοδιαστική αλυσίδα και το εμπόριο. Η αντίδραση από τις ηγεσίες πλήθους αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών στην πανδημία του κορωνοϊού κατέδειξε ότι ο ρόλος της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε περιόδους κρίσεων μπορεί να είναι πολλαπλά ισχυρότερος στην αναχαίτιση αυτών από ότι πιστεύαμε παλαιότερα. Εκτιμήσεις κορυφαίων οικονομολόγων αναφέρουν ότι μόνο η δημοσιονομική απόκριση τα τελευταία δύο χρόνια είναι υπερδιπλάσια σε σχέση με την κρίση του 2008. Στον τομέα του εμπορίου η υγειονομική κρίση ενίσχυσε απο-παγκοσμιοποιητικές φωνές που προκρίνουν να ενσωματωθούν παράγοντες εθνικής ασφάλειας στις εφοδιαστικές αλυσίδες «κρίσιμων εμπορευμάτων». Το παράδειγμα υπερδυνάμεων κατά την αρχική φάση της πανδημίας που αδυνατούσαν να παράξουν απαραίτητο υγειονομικό υλικό, όπως μάσκες, είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτού του επιχειρήματος. Παράλληλα, η παρούσα και ταχύτατα εντεινόμενη κλιματική κρίση δημιουργεί συναίνεση μεταξύ επιστημών και προσδοκία μεταξύ των πολιτών για ενεργό ρόλο του κράτους στην πορεία προς μια οικονομία μηδενικού καθαρού αποτυπώματος άνθρακα. Τέλος, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία κατέδειξε με οδυνηρό τρόπο, κυρίως για την Ευρώπη, ότι το ενεργειακό μείγμα είναι απαραίτητο να ενσωματώνει, πέρα από τον οικονομικό, και τον γεωστρατηγικό παράγοντα. Η ενσωμάτωση νέων μεταβλητών ως παράλληλων και εν μέρει ισάξιων στόχων πολιτικής από τα κράτη ανατρέπει την λογική της ελαχιστοποίησης του κόστους ως πρωτεύοντα στόχο πολιτικής και απαιτεί σαφώς μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο.

H Μαρία Ματζουκάτο, καθηγήτρια Οικονομικών στο UCL του Λονδίνου ονομάζει το νέο μείγμα πολιτικής «Συναίνεση της Κορνουάλης» (από την Σύνοδο των G7 που έλαβε χώρα στην ομώνυμη πόλη) ενώ ως κεντρικούς άξονές του θέτει την υγειονομική ασφάλεια, την κλιματική αλλαγή, την εντεινόμενη ανισότητα και την οικονομική αστάθεια. Ο Κέθεθ Ρογκοφ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ και καθηγητής στο Χάρβαρντ, θέτει και ακόμα μια μεταβλητή στην εξίσωση των στόχων για το δυτικό κόσμο και κυρίως για την Ευρώπη. Αυτή η μεταβλητή δεν είναι άλλη από την προστασία από εξωτερική επιθετικότητα μέσω αμυντικών δαπανών ,που στην ανάλυση του, δύνανται να συμβάλουν σε βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Ο Στίγκλιτς σε πρόσφατο άρθρο του επισημαίνει πως μία σαφής πρόκληση για το μέλλον είναι να σχεδιάσουμε οικονομικές πολιτικές που να συνεισφέρουν στην «ανθεκτικότητα» της οικονομίας ενσωματώνοντας στις τιμές το επιπλέον ρίσκο. Οι μάσκες από την Κίνα ήταν όντως φθηνότερες όπως και το ρωσικό φυσικό αέριο και αυτό οδήγησε σε έλλειψη ανθεκτικότητας σε περιόδους κρίσης. Φυσικά, αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί επ’ουδενί ως δικαιολογία ώστε να οδηγηθούμε σε ένα ράλι προστατευτισμού.

Μπαίνοντας στην τρίτη δεκαετία της δεύτερης χιλιετίας, έχουμε μπροστά μας έναν κόσμο αυξημένης αβεβαιότητας, κυριαρχούμενο από απο-παγκοσμιοποιητικές τάσεις και πολλαπλούς στόχους οικονομικής πολιτικής κάποιοι εκ των οποίων είναι υπερεθνικοί και πλήττουν ασύμμετρα τα κράτη. Στο νέο μείγμα πολιτικής θα πρέπει κατά τον Ντάνι Ρόντρικ του Χάρβαρντ οι πολιτικές και οι θεσμοί να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες και όχι να προκριθεί μία νέα ορθοδοξία. Ακόμα, βέβαια, και αν η νέα συναίνεση δεν έχει αποκρυσταλλωθεί, η εποχή μπροστά μας θα μπορούσε με μεγάλη βεβαιότητα να ονομαστεί το τέλος του «business as usual».

* Ο Σταύρος Δ. Μαλκίδης είναι Οικονομολόγος και εργάζεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα στο Λονδίνο. 

** Όσα γράφονται στο άρθρο απηχούν καθαρά θέσεις του συγγραφέα. 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News