ΑΠΟΨΕΙΣ

Η δαιμονοποίηση του φυσικού αερίου από την Ευρώπη

Η δαιμονοποίηση του φυσικού αερίου από την Ευρώπη

Η συνεχιζόμενη τιµολογιακή καταιγίδα στις αγορές φυσικού αερίου (Φ.Α.) της Ε.Ε. που στις 21 Δεκεμβρίου κατέγραψε ρεκόρ όλων των εποχών του ολλανδικού TTF στα 162 ευρώ/MWh πιθανότατα θα επιδεινωθεί. Είναι δηλωτικό της ευρύτερης αναστάτωσης που επικρατεί στις ευρωπαϊκές αγορές το γεγονός ότι η κρίση αυτή έχει οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές Φ.Α. και ηλεκτρισμού συγκριτικά και με την περίοδο της μεγάλης ρωσο-ουκρανικής κρίσης του Ιανουαρίου 2009, όταν καταγράφηκε και ποσοτική απώλεια στην τροφοδοσία αερίου μέσω Ουκρανίας, παρά το γεγονός ότι τότε οι ΑΠΕ αντιπροσώπευαν πολύ μικρότερο μερίδιο του ευρωπαϊκού ηλεκτροπαραγωγικού μείγματος. Οι αιτίες της διελκυστίνδας είναι τόσο ενεργειακές όσο και γεωπολιτικές και επενεργούν αρνητικά στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης σε βραχυπρόθεσμο αλλά και μακροπρόθεσμο επίπεδο.

Ενα μείγμα αστοχιών αναφορικά με την έναρξη της τακτικής αναπλήρωσης των στρατηγικών αποθεμάτων των κρατών-μελών της Ε.Ε. και της ταχύτητας της ανάκαμψης των ευρωπαϊκών οικονομιών συνδυάστηκε με τους «συνήθεις» γεωπολιτικούς διαγκωνισμούς Ρωσίας – ΗΠΑ αναφορικά με την Ουκρανία δημιουργώντας μια «τέλεια καταιγίδα». Η συνεχής απομείωση των ευρωπαϊκών στρατηγικών αποθεμάτων Φ.Α., τα οποία από την πληρότητα του 90% που θα έπρεπε να ήταν τον Οκτώβριο – Νοέμβριο έχουν πέσει (του Η.Β. συμπεριλαμβανομένου) στο 59% στις 18 Δεκεμβρίου, και η στενή συνάφεια Φ.Α. και ηλεκτροπαραγωγής έχουν οδηγήσει σε μια πρωτοφανή στενότητα τις ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές.

Τα νεύρα όλων είναι εξαιρετικά τεντωμένα. Ενας παρατεταμένος ψυχρός κυκλώνας στη ΒΔ και Κεντρική Ευρώπη που θα θέσει εκτός τα Φ/Β ή και μέρος των αιολικών, η αντίστροφη χρήση της ροής του αγωγού Yamal – Europe από τη Γερμανία στην Πολωνία, ή η έκτακτη συντήρηση γαλλικών πυρηνικών εργοστασίων σε συνδυασμό με την απόσυρση των τελευταίων γερμανικών πυρηνικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής τον επόμενο μήνα, μπορούν συνδυαστικά ή από μόνα τους να προκαλέσουν τιμολογιακό πανικό ή τις συνθήκες ενός διευρωπαϊκού blackout που το αυστριακό υπουργείο Αμυνας θεωρεί δεδομένο. Το βαθύτερο ωστόσο οικονομικό υπόβαθρο της κρίσης είναι δομικό και σχετίζεται με την εδραιωμένη πλάνη εκτελεστικών κύκλων της Ε.Ε. και ορισμένων βορειοευρωπαϊκών κυβερνήσεων ότι οι φιλόδοξοι και κοστοβόροι στόχοι της ενεργειακής μετάβασης μπορούν να επιτευχθούν με το υπάρχον επίπεδο τεχνολογικής ετοιμότητας για μπαταρίες δικτύου και αντλιοταμίευσης, την ώρα που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν κατασκευάζονται άλλα υδροηλεκτρικά και (με ελάχιστες εξαιρέσεις) κλείνουν τα πυρηνικά εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής.  

Η ιδεοληπτική αντίθεση της Επιτροπής, που συχνά συμπεριφέρεται ως «πράσινος Ταλιμπάν», φάνηκε ξεκάθαρα από την εμμονή της να χαρακτηρίσει αρχικά στο πλαίσιο της Delegated Act της ταξινομίας τόσο τα πυρηνικά όσο και το φυσικό αέριο ως επιλογές παραγωγής ενέργειας που επιβαρύνουν το περιβάλλον. Είναι ακόμη ασαφές το πώς και σε τι βαθμό θα υπάρξει σχετική διόρθωση από την Επιτροπή κατόπιν αντίδρασης 13 κρατών-μελών συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, ώστε για μια εκτενή μεταβατική περίοδο αμφότερες οι πηγές ηλεκτροπαραγωγής να χαρακτηριστούν περιβαλλοντικά ουδέτερες.   

Η απόπειρα εξοβελισμού του Φ.Α. από το ευρωπαϊκό ενεργειακό μείγμα έχει ήδη υποσκάψει την ενεργειακή ασφάλεια της ευρωπαϊκής πράσινης μετάβασης υποτιμώντας τα κόστη, τα τεχνολογικά της ρίσκα και τις νέες γεωπολιτικές εξαρτήσεις που αυτή μπορεί να δημιουργήσει. Η Ε.Ε. είναι δομικά εξαρτώμενη από τις εισαγωγές κρίσιμων ενεργειακών ορυκτών, όπως το λίθιο και το κοβάλτιο, τα οποία ολοένα και περισσότερο τίθενται υπό τον έλεγχο της Κίνας.  

Η «δαιμονοποίηση» του Φ.Α. από την Επιτροπή έχει οδηγήσει στην κατάρρευση της ευρωπαϊκής παραγωγής Φ.Α., στην επιβολή moratorium σε νέες προσπάθειες εξερεύνησης, και στην αύξηση της υπερεξάρτησής μας από τη Ρωσία που καλύπτει το 43% της τελικής ευρωπαϊκής κατανάλωσης (ή το 38% εάν συνυπολογισθεί το Η.Β.) εν έτει 2020 συγκριτικά με μόλις 31% το 2013. Αυτή η πανευρωπαϊκή δομική αδυναμία πρέπει να αντιστραφεί, ιδίως στις χώρες όπως η Ελλάδα όπου το δυναμικό είναι ακόμη ανεξερεύνητο, καθώς αυξάνει την τρωτότητα της Ε.Ε. έναντι των γεωπολιτικών τακτικισμών της Ρωσίας διαιρώντας περαιτέρω τους Ευρωπαίους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει αναφορικά με την εν πολλοίς αναπόφευκτη αδειοδότηση του αγωγού Nord Stream 2, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ο αγωγός ολοκληρώνει την απεξάρτηση της Ρωσίας από το ουκρανικό δίκτυο γιγαντώνοντας τον ρόλο της Γερμανίας ως διαμετακομιστικού κέντρου Φ.Α. στην Ε.Ε., κάτι που είχε υποστηρίξει και ο νυν καγκελάριος κατά την τελευταία συγκυβέρνηση CDU-SPD.

Το ότι ο Nord Stream 2 θα λειτουργήσει το έχουν αναγνωρίσει και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, οι οποίοι τον Ιούλιο ήραν τις κυρώσεις που είχε επιβάλει ο πρόεδρος Τραμπ στη θυγατρική της Gazprom που θα εκμεταλλευθεί τον αγωγό. Σε αντάλλαγμα η καγκελάριος Μέρκελ υποσχέθηκε ότι το Βερολίνο θα στηρίξει χρηματοδοτικά την ανανέωση του ουκρανικού δικτύου με 200 εκατομμύρια δολάρια «δεσμευόμενη» ότι η Γερμανία θα στηρίξει την Ουκρανία σε περίπτωση που η Ρωσία επιχειρήσει εκ νέου να «στραγγαλίσει» γεωπολιτικά το Κίεβο, χωρίς το Κίεβο να μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω τις ροές ρωσικού αερίου που καταλήγουν στην Ε.Ε. μέσω Ουκρανίας.  

* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αν. καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής. 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News