Business & Finance Τετάρτη 4/10/2023, 21:39
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΗΒ: Εντυπωσιακή ανάπτυξη των χωρών του Νότου αλλά…

ΗΒ: Εντυπωσιακή ανάπτυξη των χωρών του Νότου αλλά…

Τα τελευταία χρόνια οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, σημειώνουν εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη. Όπως σχολιάζει η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt, «η νότια Ευρώπη μετατρέπεται έτσι από το προβληματικό παιδί στην ατμομηχανή ανάπτυξης της Ε.Ε. Κατά το 2022 η οικονομία της Πορτογαλίας αναπτύχθηκε κατά 6,7%, της Ελλάδας κατά 5,9% και της Ισπανίας κατά 5,8%: ποσοστά υπερτριπλάσια από εκείνο της Γερμανίας».

Μετά το τέλος της πανδημίας ο τουρισμός γνώρισε ιδιαίτερα μεγάλη άνθηση. Οι τέσσερις χώρες υποδέχθηκαν φέτος το καλοκαίρι ακόμη περισσότερους παραθεριστές από ό,τι κατά το έτος-ρεκόρ 2019, ενώ, λόγω και του πληθωρισμού, οι τουριστικές εισπράξεις ήταν σημαντικά υψηλότερες».

Ωστόσο, «στην Ισπανία και την Ελλάδα ειδικότερα, οι εξαγωγές αυξήθηκαν επίσης σημαντικά – συνέπεια του γεγονότος ότι και οι δύο χώρες έγιναν πιο ανταγωνιστικές. Για παράδειγμα, ο πληθωρισμός στην Ισπανία ήταν χαμηλότερος από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, επειδή η χώρα εξαρτάται λιγότερο από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες.

Στην Ελλάδα, οι συνολικές εξαγωγές εμπορευμάτων αυξήθηκαν κατά 36,7% σε σύγκριση με το 2022, συνθήκη στην οποία συνέβαλαν οι κυβερνητικές επιδοτήσεις ενέργειας και οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις, […] όπως η μείωση των εταιρικών φόρων στο 22% και η ψηφιοποίηση. Στις εξαγωγές δεν κυριαρχούν πλέον τα γεωργικά προϊόντα, αλλά οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων και αλουμινίου». Ακόμη, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου επωφελήθηκαν σημαντικά και από το Ταμείο Ανάκαμψης από την πανδημία της Ε.Ε. Η Ελλάδα, για παράδειγμα, «έχει μέχρι στιγμής αντλήσει τα περισσότερα κεφάλαια σε σχέση με το ΑΕΠ της – 6,1% του ΑΕΠ. Αυτά τα κεφάλαια αποτέλεσαν έναν σημαντικό μοχλό ανάπτυξης».

Είναι όμως βιώσιμη η ανάπτυξη του Νότου;

Είναι όμως βιώσιμη η ανάπτυξη του Νότου; «Όταν οι εμπορικοί εταίροι στην υπόλοιπη Ε.Ε. αποδυναμώνονται, οι χώρες του Νότου αισθάνονται επίσης τις επιπτώσεις. Επιπλέον, ο τουρισμός, η σημαντικότερη κινητήριος δύναμη, δύσκολα μπορεί να συνεχίσει να αναπτύσσεται».

Ταυτοχρόνως, συνεχίζει η HB, «ο Νότος υπολείπεται της Ευρώπης σε πολλούς δείκτες και εξακολουθεί να μαστίζεται από πολυάριθμες οικονομικές ανισορροπίες. Η οικονομική παραγωγή της Ελλάδας το 2022, παρά το άλμα στα 208 δισεκατομμύρια ευρώ, εξακολουθούσε να υπολείπεται κατά 30 δισεκατομμύρια ευρώ συγκριτικά με την παραγωγή του έτους 2009 προ κρίσης. Εκείνη την εποχή, το κατά κεφαλήν εισόδημα βρισκόταν στο 95% του ευρωπαϊκού μέσου όρου – σήμερα είναι μόλις στο 68%.

Πάνω απ’ όλα, όμως, η δυναμική επιβραδύνεται λόγω των υψηλών χρεών. Στην Ελλάδα τα χρέη φτάνουν στο 171% της οικονομικής παραγωγής, ποσοστό υψηλότερο από οπουδήποτε αλλού, ενώ τώρα οι πρόσθετες δαπάνες για τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό, καθώς και οι εξοπλισμοί κατά της Ρωσίας προκαλούν νέα χρέη. Η Αθήνα έχει μειώσει το δημόσιο χρέος της κατά 36,3% από το έτος της πανδημίας 2020. Ωστόσο, η πρόσφατη καταστροφή από τις πλημμύρες προκάλεσε σημαντικές ζημιές, με το κόστος να εκτιμάται σε 3% της οικονομικής παραγωγής», καταλήγει η εφημερίδα.

Πάντως, αν και το οικονομικό τοπίο στον ευρωπαϊκό Νότο βελτιώνεται, στη Γερμανία τα πράγματα φαίνεται να είναι διαφορετικά. «Παρ’ όλο που τα περιουσιακά στοιχεία των αποταμιευτών αυξάνονται όλο και περισσότερο σε ονομαστικούς όρους, σε πραγματικούς όρους η αξία τους αυξάνεται όλο και λιγότερο εδώ και δεκαετίες», γράφει στην ιστοσελίδα της η Welt, με αποτέλεσμα οι αποταμιευτές να έχουν σημαντικά λιγότερα χρήματα απ’ όσα πιστεύουν. «Αυτή η ψευδαίσθηση θα επιδεινωθεί, όπως προβλέπεται.

Σήμερα ένα εκατομμύριο ευρώ έχει την ίδια αγοραστική δύναμη με ένα εκατομμύριο γερμανικά μάρκα την εποχή της επανένωσης, δηλαδή περίπου 510.000 ευρώ. Η ψευδαίσθηση του χρήματος είναι ένα γενικό φαινόμενο, αλλά προσφάτως έχει κλιμακωθεί. Ο υψηλός πληθωρισμός διογκώνει τον όγκο του χρήματος – χωρίς αντίστοιχη διαφοροποίηση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών».

Ταυτοχρόνως, «σύμφωνα με την έκθεση Allianz Global Wealth Report, οι Γερμανοί αποταμιευτές τείνουν να επιτυγχάνουν χαμηλές πραγματικές αποδόσεις σε διεθνή σύγκριση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι “αποταμίευση” σε αυτή τη χώρα σημαίνει ιδιαίτερα συχνά την τοποθέτηση χρημάτων στην άκρη. Οι χαμηλότοκες τραπεζικές καταθέσεις πλήττονται ιδιαίτερα από την απώλεια αγοραστικής δύναμης, όπως και τα κλασικά ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής. Η συσσώρευση πλούτου σε αυτή τη χώρα πραγματοποιείται σε μεγάλο βαθμό μέσω του καταναλωτικού περιορισμού και οι επενδύσεις είναι σχετικά μικρές».

 

 

Πηγή: DW

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News