BUSINESS & FINANCE

Οι ελληνικές αποταμιεύσεις, το φθηνότερο χρήμα στην Ε.Ε.

Οι ελληνικές αποταμιεύσεις, το φθηνότερο χρήμα στην Ε.Ε.

Επιτόκια ακόμη και στο ένα τρίτο άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών δίνουν τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα στις προθεσμιακές καταθέσεις, συντηρώντας την ψαλίδα μεταξύ επιτοκίων δανείων και καταθέσεων σε υψηλά επίπεδα και ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο την κερδοφορία από τη βασική πηγή εσόδων, που είναι τα έσοδα από τόκους.

Αυτό αποκαλύπτουν στοιχεία που δημοσιεύει η «Κ», με βάση τα οποία για ένα ποσό της τάξης των 50.000 ευρώ, το επιτόκιο που δίνουν ευρωπαϊκές τράπεζες, σε χώρες από την Ιταλία έως τη Λιθουανία και από τη Γερμανία έως τη Σουηδία διαμορφώνεται μεταξύ 3,50% και 4,55%, όταν στη χώρα μας το αντίστοιχο επιτόκιο είναι μόλις μεταξύ 1% και 1,5%.

Ουραγός στην Ευρώπη

Οπως προκύπτει και από τη σύγκριση των μέσων επιτοκίων στην Ευρωζώνη, που δημοσιεύει κάθε μήνα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση από το τέλος σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων έως 1 έτος από νοικοκυριά, με μέσο επιτόκιο 1,73%. Το αντίστοιχο μέσο επιτόκιο στην Ευρωζώνη ήταν τον Σεπτέμβριο στο 3% και το υψηλότερο επιτόκιο προσέφεραν οι τράπεζες της Γαλλίας και της Εσθονίας με μεσοσταθμικό επιτόκιο 3,66%, ακολουθούμενες από τις τράπεζες στην Ιταλία με 3,54%, στη Λετονία με 3,45%, στο Βέλγιο με 3,44%, στη Λιθουανία με 3,41% κ.ο.κ.

Τα τιμολόγια των ελληνικών τραπεζών επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΚΤ όσον αφορά τις μεσοσταθμικές αποδόσεις, αλλά ειδοποιός διαφορά είναι επίσης ότι οι ελληνικές τράπεζες εκτός από χαμηλά επιτόκια για μικρά ποσά, ακολουθούν την πρακτική της κλιμάκωσης των αποδόσεων ανά τρίμηνο, ξεκινώντας από ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα της τάξης π.χ. του 0,30% (ετησιοποιημένη απόδοση) για το α΄ τρίμηνο με σταδιακή άνοδο ανά τρίμηνο ανάλογα με τη διάρκεια και το ποσό.

Δηλαδή, στις ελληνικές τράπεζες, κάποιος με καταθέσεις ακόμη και 100.000 ευρώ θα έχει ετησιοποιημένη απόδοση κάτω από το 1% για ένα εξάμηνο και κοντά στο 1,5% αν «κλείσει» τα χρήματά του για ένα χρόνο.

Για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αποταμιευτών, που έχουν μικρές καταθέσεις, κάτω από 10.000 ευρώ, ο προθεσμιακός λογαριασμός δεν έχει κανένα απολύτως νόημα, αφού το επιτόκιο σπανίως ξεπερνάει το 1%. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που τα επιτόκια στην Ευρωζώνη είναι στο υψηλότερο επίπεδο από τη σύστασή της. Με άλλα λόγια, οι αποταμιεύσεις των Ελλήνων είναι σχεδόν το πιο φθηνό χρήμα στη ζώνη του κοινού νομίσματος.

Η δικαιολογία

Η πρακτική των κλιμακούμενων ανά τρίμηνο επιτοκίων προβάλλεται από τις τράπεζες σαν ένας τρόπος πειθούς, προκειμένου οι καταθέτες να έχουν κίνητρο να δεσμεύσουν τα χρήματά τους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Για τον λόγο αυτό, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν επιβάλλουν πέναλτι στο «σπάσιμο» ενός προθεσμιακού λογαριασμού πριν από την καθορισμένη λήξη, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες που όπως σημειώνουν εφαρμόζουν την πρακτική του πέναλτι. Το επιχείρημα αυτό αν και αληθές έχει μικρή πρακτική αξία, στον βαθμό που η διαφορά των επιτοκίων στη χώρα μας με αυτά της Ευρωζώνης παραμένει στα ίδια επίπεδα ακόμη και για τις προθεσμιακές καταθέσεις μικρής διάρκειας, δηλαδή 3 ή 6 μηνών, με αποδόσεις που φθάνουν ακόμη και το 4% σε χώρες όπως π.χ. η Ιταλία.

Η συγκράτηση των επιτοκίων στις καταθέσεις αποδίδεται στην υψηλή ρευστότητα που απολαμβάνει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια, με τις καταθέσεις να υπερτερούν των δανείων κατά 40%. Το γεγονός αυτό οφείλεται στις μεγάλες πωλήσεις κόκκινων δανείων στις οποίες προχώρησαν οι τράπεζες προκειμένου να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους, συρρικνώνοντας έτσι το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο, που χρηματοδοτείται πλέον άνετα από τις φθηνές καταθέσεις. Η πλεονάζουσα ρευστότητα δημιουργεί μειωμένα αντανακλαστικά ανταγωνισμού στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, στον βαθμό μάλιστα που κυριαρχείται από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες που ελέγχουν περίπου το 95% των καταθέσεων. Κάπως καλύτερη είναι η εικόνα στις μικρότερες τράπεζες, πλην των συστημικών, που προσφέρουν υψηλότερα επιτόκια, αλλά δεν έχουν το μέγεθος για να αλλάξουν τη συνολική εικόνα.

Οι μεγάλοι χαμένοι

Η δέσμευση άλλωστε που έχουν αναλάβει οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών για τη διανομή μερίσματος από τα κέρδη του 2023, σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές αποδόσεις που υπόσχονται στους μετόχους τους, δημιουργεί πιέσεις για αυξημένη κερδοφορία ώστε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις. Το βάρος έτσι πέφτει στους καταθέτες, που αποτελούν τους μεγάλους χαμένους της ανόδου των επιτοκίων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών ανήλθαν στα 2,9 δισ. ευρώ το 9μηνο του 2023 και τροφοδοτήθηκαν κατά κύριο λόγο από τα έσοδα από τόκους, που ξεπέρασαν το ίδιο διάστημα τα 6 δισ. ευρώ έναντι 3,8 δισ. ευρώ το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Τα αυξημένα επιτοκιακά έσοδα προέκυψαν ουσιαστικά μέσα από την ανατιμολόγηση των υφιστάμενων δανείων, καθώς οι νέες χορηγήσεις δεν παρουσίασαν σημαντική άνοδο, με συνέπεια την ένταση του ανταγωνισμού και τη μείωση των spreads στα μεγάλα κυρίως επιχειρηματικά δάνεια που αποτελούν την κινητήρια δύναμη των νέων εκταμιεύσεων, να την επιβαρύνονται οι καταθέτες. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τη συγκράτηση των επιτοκίων στα δάνεια τους τελευταίους μήνες τα spreads των επιτοκίων μεταξύ χορηγήσεων και καταθέσεων στη χώρα μας παραμένουν από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Στους παράγοντες που επιδρούν αρνητικά είναι και η σύνθεση των ελληνικών καταθέσεων, που αποτελούνται από χαμηλά ποσά της τάξης των 5.000 και 10.000 ευρώ με παράλληλη διασπορά των υπολοίπων σε δύο, τρεις ή και τέσσερις τράπεζες. Με τον τρόπο αυτό οι Ελληνες καταθέτες έχουν χαμηλή διαπραγματευτική ικανότητα, που δεν διευκολύνει τον ούτως ή άλλως χαμηλό ανταγωνισμό μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.

Αποδόσεις ακόμη και πάνω από 4%

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εκτός από τις παραδοσιακές τράπεζες, τον ανταγωνισμό των υψηλών αποδόσεων στις καταθέσεις και μάλιστα από το πρώτο ευρώ, χωρίς χρονική δέσμευση, σέρνουν μικρότερες τράπεζες, αλλά και μεγάλες ψηφιακές τράπεζες που προσφέρουν επιτόκια της τάξης του 3,5% με άμεση πρόσβαση στα χρήματα, δηλαδή, για καταθέσεις σε ανοιχτούς λογαριασμούς, τύπου ταμιευτηρίου.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Banca Sistema στην Ιταλία, που προσφέρει επιτόκιο 4,40% για προθεσμιακή κατάθεση 50.000 ευρώ με χρονική διάρκεια 1 έτους, η Smart Bank και η ViviBanca επίσης στην Ιταλία με επιτόκιο 4,35% και 4,25%, αντίστοιχα, η Anker Bank στη Γερμανία, που για το ίδιο ποσό προσφέρει απόδοση 3,80%, η επίσης γερμανική Credit Plus και η Hanseatic Bank που δίνoυν επιτόκιο 3,70%, η Sparda Bank που δίνει επιτόκιο 3,50%, η VR Bank που δίνει επιτόκιο 3,45%, η Vereinigte Volksbank που δίνει 3,40%, η γερμανική HypoVereinsbank που ανήκει στον ιταλικό όμιλο της UniCredit και δίνει επιτόκιο 3,40%, η TFBank στη Σουηδία που δίνει για το ίδιο ποσό επιτόκιο 4,30% κ.ο.κ.

Μεταξύ των ψηφιακών τραπεζών που επιβραβεύουν τους καταθέτες τους με υψηλά επιτόκια είναι η Revolut, η οποία είναι ιδιαίτερα γνωστή στη χώρα μας, αλλά και στην Κύπρο, λόγω των χαμηλών προμηθειών που έχει στις μεταφορές χρημάτων και η οποία δίνει επιτόκιο στις καταθέσεις 3,5% χωρίς περιορισμό στο ύψος του ποσού, με απόδοση μάλιστα ανά ημέρα, προσθέτοντας π.χ. για κάθε 10.000 ευρώ κατάθεσης 1,15 ευρώ στον λογαριασμό του κατόχου κάθε πρωί.

Διαβάστε επίσης: 

Τράπεζες: Ξεπέρασαν τα 6 δισ. τα επιτοκιακά έσοδα – Οι χορηγήσεις στηρίζουν τα κέρδη 

Επιτόκια: Μείωση στο περιθώριο νέων καταθέσεων και δανείων – Αύξηση στα υφιστάμενα

Τράπεζες: Ξεπέρασαν τα 6 δισ. τα επιτοκιακά έσοδα – Οι χορηγήσεις στηρίζουν τα κέρδη

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News