Business & Finance Πέμπτη 27/04/2023, 07:47
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας: Ικανοποίηση στην Αθήνα, αντιδράσεις στο Βερολίνο

Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας: Ικανοποίηση στην Αθήνα, αντιδράσεις στο Βερολίνο

Σε ένα νέο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, με μεγαλύτερη ευελιξία ως προς τον ρυθμό μείωσης του δημοσίου χρέους της, σε σύγκριση με τους υφιστάμενους κανόνες, αλλά και απαιτήσεις για μεταρρυθμίσεις, βάζουν την Ελλάδα, όπως και τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, από το 2025 οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες που πρότεινε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, οι προτάσεις για το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης έγιναν δεκτές κατ’ αρχήν με ικανοποίηση στην Αθήνα, καθώς, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, «έχουν ως θεμέλιο λίθο την προσέγγιση κάθε κράτους-μέλους με ευελιξία, ώστε να καθορίσει το μονοπάτι της δημοσιονομικής προσαρμογής του, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτό. Δεν απαιτεί επιθετική, ασφυκτική αντιμετώπιση, αλλά σταδιακή και αξιόπιστη. Επίσης εξασφαλίζεται ο αντικυκλικός χαρακτήρας της δημοσιονομικής πολιτικής». Η Κομισιόν έκανε πίσω, ωστόσο, στο θέμα των επενδύσεων και δεν προβλέπει πλέον ειδική μεταχείριση για τις επενδύσεις, ούτε καν τις πράσινες, καθώς δεν υπήρξε σχετική συμφωνία στις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν.

Στη βάση των προτάσεων της Επιτροπής βρίσκονται τα εθνικά μεσοπρόθεσμα σχέδια, 4ετούς διάρκειας, με δυνατότητα 3ετούς παράτασης. Τα κράτη-μέλη θα διαμορφώνουν, έτσι, με δική τους πρωτοβουλία τα μονοπάτια δημοσιονομικής προσαρμογής τους, που θα ενσωματώνουν δημοσιονομικούς, μεταρρυθμιστικούς και επενδυτικούς στόχους. Ολοι αυτοί οι στόχοι θα παρακολουθούνται και τα κράτη-μέλη θα έχουν τη δυνατότητα χαλαρότερης δημοσιονομικής προσαρμογής, αν εφαρμόζουν μεταρρυθμίσεις και επενδύουν.

Για την Ελλάδα, όπως και τα άλλα κράτη-μέλη με χρέος πάνω από 60% του ΑΕΠ τους, θα απαιτείται να μειώσουν το χρέος τους στο τέλος της 4ετίας, αλλά το μέγεθος της μείωσης θα συμφωνείται με την Κομισιόν βάσει της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους κάθε κράτους-μέλους και δεν θα υπάρχει ένας ενιαίος ποσοτικός στόχος για όλους. Για την Ελλάδα, αναφέρουν οι αναλυτές, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί ένας ρυθμός μείωσης του χρέους που να αντιστοιχεί σε πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 2% του ΑΕΠ, όπως έχει υπολογιστεί και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, που θα καταθέσει στις 30/4 η κυβέρνηση στην Κομισιόν.

Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη γερμανική πρόταση απαιτεί μείωση χρέους κατά τουλάχιστον 1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο, κάτι που χαρακτηρίσθηκε από οικονομικούς αναλυτές έντονα προκυκλικό. Το υφιστάμενο πλαίσιο είναι ακόμη πιο ακραίο καθώς απαιτεί ετήσια μείωση του χρέους κατά 1/20 του υπερβάλλοντος του 60% του ΑΕΠ μεγέθους, κάτι που θα σήμαινε εξωπραγματικά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 6%7% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, αν και στην πράξη ο συγκεκριμένος κανόνας δεν εφαρμόσθηκε.

Τα σχέδια των κρατών-μελών με έλλειμμα πάνω από 3% του ΑΕΠ ή και χρέος πάνω από 60% του ΑΕΠ τους θα συμφωνούνται με την Κομισιόν, η οποία θα εκδίδει τη λεγόμενη «τεχνική τροχιά» καθορίζοντας την πορεία προσαρμογής. Κεντρικό στοιχείο των εθνικών σχεδίων θα είναι και οι λεγόμενες «καθαρές δαπάνες», η αύξηση των οποίων δεν πρέπει να υπερβαίνει την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.

Επίσης, τα κράτη με δημοσιονομικό έλλειμμα (μαζί με τους τόκους, όχι πρωτογενές) άνω του 3% του ΑΕΠ τους ετησίως θα χρειαστεί να το μειώνουν κατά 0,5% του ΑΕΠ τους ετησίως, σε μια προσθήκη ονομαστικού στόχου που έκανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιθανώς για να μετριάσει τις γερμανικές αντιδράσεις. Σημειωτέον ότι η Ελλάδα είχε δημοσιονομικό έλλειμμα 2,3% του ΑΕΠ της το 2022, σύμφωνα με την πρόσφατη ανακοίνωση της Eurostat.

Ενα σημείο προς διευκρίνιση, σύμφωνα με ελληνικές πηγές, είναι κατά πόσον η απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να επιτυγχάνεται ισομερώς, κάθε χρόνο, στη διάρκεια της 4ετίας, ή θα εκτιμάται συνολικά στο τέλος της 4ετίας, δίνοντας τη δυνατότητα να αποδώσουν με χρονική καθυστέρηση τα μέτρα που λαμβάνονται, όπως συμβαίνει συχνά.

Ειδική αναφορά γίνεται στη μετα-προγραμματική εποπτεία των κρατών-μελών που ήταν σε μνημονιακά προγράμματα, όπως η Ελλάδα. Αυτή θα πρέπει να επικεντρώνεται στη δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους, στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που δεν ολοκληρώθηκαν και στην εξέταση ενδεχόμενης ανάγκης να ληφθούν διαρθρωτικά μέτρα, αν χρειάζεται.

Εντονη αντίδραση από Βερολίνο

Σαφείς αποστάσεις από το Βερολίνο έλαβε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ό,τι αφορά τις ολοκληρωμένες πλέον προτάσεις της για τον μηχανισμό δημοσιονομικής επιτήρησης στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, προκαλώντας μάλιστα την άμεση αντίδραση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ που επισήμανε ότι «κανείς δεν θα πρέπει να αναμένει την αυτόματη συναίνεση» της Γερμανίας.

Με δεδομένο ότι η ρήτρα διαφυγής (escape clause) που έδινε ευελιξία στα κράτη-μέλη θα απενεργοποιηθεί στα τέλη του 2023, η Κομισιόν παρουσίασε χθες τις προτάσεις της συνιστώντας –επί της ουσίας– στις χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος μια εύλογη και συνεχή μείωσή του ή διατήρησή του σε συνετά επίπεδα, με ποσοτικούς στόχους όσον αφορά πλεονάσματα και δαπάνες. Η Επιτροπή επιθυμεί να ξεκινήσει ξεχωριστές διαπραγματεύσεις με τα κράτη-μέλη σχετικά με τα σχέδια μείωσης του χρέους τους βάσει της ανάλυσης βιωσιμότητάς τους, προκειμένου να εκκινήσει μια πορεία συγκράτησης δαπανών, που αρχικά θα ορίζεται σε διάστημα τεσσάρων ετών, το οποίο ωστόσο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε να επεκταθεί έως και επτά έτη.

Συγκεκριμένα, για κάθε κράτος-μέλος με δημόσιο έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ ή δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ, η Επιτροπή θα εκδώσει μια «τεχνική πορεία» (trajectory path) με στόχο να διασφαλίσει ότι το χρέος θα τεθεί σε εύλογα πτωτική πορεία ή θα παραμείνει σε συνετά επίπεδα και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει ή θα μειωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Αυτές οι «τεχνικές πορείες» ουσιαστικά θα καθοδηγήσουν τα κράτη-μέλη να σχεδιάσουν τους πολυετείς στόχους τους και δαπάνες. Ωστόσο, οι τιμές αναφοράς 3% και 60% του ΑΕΠ για το έλλειμμα και το χρέος θα παραμείνουν αμετάβλητες. Επίσης, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα πρέπει να είναι χαμηλότερος στο τέλος της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο απ’ ό,τι στην αρχή της – ενώ θα πρέπει να εφαρμόζεται ελάχιστη δημοσιονομική προσαρμογή 0,5% του ΑΕΠ ετησίως ως σημείο αναφοράς, εφόσον το έλλειμμα παραμένει πάνω από το 3% του ΑΕΠ.

Δημόσιες επενδύσεις

Παράλληλα, ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στις δημόσιες επενδύσεις με βάση τις συστάσεις για κάθε χώρα, όπως και στη διασφάλιση αποτελεσματικής χρήσης κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, με έμφαση στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, όπως ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις.

Από την πλευρά του ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πάολο Τζεντιλόνι, επισήμανε ότι πλέον εξασφαλίζεται ενεργότερη εθνική συμμετοχή στους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε., καθώς τα σχέδια θα είναι υπό την ευθύνη των κρατών-μελών, ενώ θα λαμβάνονται πλέον υπόψη και οι κυβερνητικές αλλαγές. Θα μπορεί, δηλαδή, δυνητικά μια νέα κυβέρνηση – που θα προκύψει στο ενδιάμεσο της 4ετίας– να παρουσιάσει νέο σχέδιο, όμως –όπως τόνισε ο κ. Τζεντιλόνι– αυτή η τροποποίηση «δεν θα γίνεται εις βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής και των διαδικασιών διασφάλισης (safeguard procedures)».

H δέσμη μέτρων που παρουσίασε η Κομισιόν είναι οριακά αυστηρότερη απ’ ό,τι είχε προτείνει τον περασμένο Νοέμβριο, καθώς δίνει μεγαλύτερη έμφαση –κατ’ απαίτηση του Βερολίνου– σε αυτές τις διαδικασίες διασφάλισης μείωσης του δημόσιου χρέους. Ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ –ως θιασώτης της δημοσιονομικής πειθαρχίας και λόγω εσωτερικών πολιτικών πιέσεων– επιθυμεί οι υπερχρεωμένες χώρες να μειώνουν ετησίως το χρέος σε ποσοστό 1% του ΑΕΠ και οι υπόλοιπες κατά 0,5%, έως τον στόχο του 60% του ΑΕΠ.

Γι’ αυτόν τον λόγο λίγη ώρα μετά τη δημοσίευση των προτάσεων στις Βρυξέλλες, ο κ. Λίντνερ εξέδωσε αιχμηρότατη ανακοίνωση λέγοντας ότι αυτές «δεν ανταποκρίνονται στους όρους της Γερμανίας». Προειδοποίησε, μάλιστα, ότι «θα συμφωνήσουμε μόνο σε κανόνες που διευκολύνουν έναν αξιόπιστο δρόμο μείωσης χρεών και σταθεροποίησης των δημόσιων οικονομικών».

Δύσκολες διαπραγματεύσεις

Επί της ουσίας, το Βερολίνο άνοιξε τον δρόμο για μια –εκ νέου– επεισοδιακή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών (Ecofin) την Παρασκευή, προϊδεάζοντας για εξαιρετικά δύσκολες διαπραγματεύσεις όσον αφορά την τελική έγκριση του νέου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της Ε.Ε.

Διαβάστε επίσης: 

Κομισιόν: Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες – Τι αλλάζει για τα χρέη

Αυστηρότερους κανόνες θέλει ο Βορράς για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας

Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας: Η Γερμανία θέλει να περιορίσει τον ρόλο την Κομισιόν

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News