Business & Finance Κυριακή 6/12/2020, 15:21
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι αμερικανικές επιχειρήσεις και ο γρίφος της ρευστότητας 2,1 τρισ. δολαρίων

Οι αμερικανικές επιχειρήσεις και ο γρίφος της ρευστότητας 2,1 τρισ. δολαρίων

Οι αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν μαζέψει το μεγαλύτερο απόθεμα ρευστού όλων των εποχών. Και οι επενδυτές προσπαθούν να ανακαλύψουν πότε και με ποιο τρόπο θα αποφασίσουν να το διαθέσουν.

Η ρευστότητα των αμερικανικών επιχειρήσεων -εξαιρουμένου του χρηματοοικονομικού τομέα- αυξήθηκε στο ποσό ρεκόρ των 2,1 τρισ. δολαρίων στα τέλη Ιουνίου, όπως αναφέρει η «WSJ» σε άρθρο της, επικαλούμενη έκθεση της Moody’s Investors Service. To ποσό είναι αυξημένο 30% σε σύγκριση με τα επίπεδα της προηγούμενης χρονιάς ενώ υπερβαίνει το προηγούμενο ρεκόρ σχεδόν 2 τρισ. δολαρίων του 2017. Μεταξύ των αμερικανικών εταιρειών με τη μεγαλύτερα αποθέματα ρευστού συγκαταλέγονται οι AT&T και Delta Air Lines, που είχαν συγκεντρώσει 15 δισ. δολάρια στα τέλη Ιουνίου.

Η τάση συγκέντρωσης μετρητών συνεχίσθηκε και στο τρίτο τρίμηνο. Το ποσό που διακρατούν οι επιχειρήσεις του δείκτη S&P 500 -εξαιρουμένου του χρηματοπιστωτικού κλάδου, μεταφορών και υπηρεσιών κοινής ωφελείας- προβλέπεται να ανέλθει στο 1,9 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η S&P Dow Jones Indices. Πρόκειται για τα υψηλότερα επίπεδα από το 1980.

Στροφή στο ρευστό και από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Για τις εταιρείες του δείκτη STOXX 600, ο λόγος ενεργητικού προς παθητικό προβλέπεται να έχει διαμορφωθεί στο 172% στα τέλη του 2020, από 159% στα τέλη του 2019, όπως δείχνουν στοιχεία της FactSet. Για τις εταιρείες του S&P 500, το ποσοστό προβλέπεται στο 192% από 170%.

Το απόθεμα ρευστότητας εκτοξεύθηκε φέτος στα ύψη, καθώς οι επιχειρήσεις προχώρησαν σε ρεκόρ εκδόσεων χρέους, επιδιώκοντας την ενίσχυση των ισολογισμών τους και τη θωράκιση μπροστά στις προκλήσεις της πανδημίας. Έως και τις 30 Νοεμβρίου, οι αμερικανικές επιχειρήσεις είχαν εκδώσει ομόλογα υψηλής επενδυτικής διαβάθμισης και υψηλού ρίσκου συνολικής αξίας άνω των 2 τρισ. δολαρίων, στα υψηλότερα επίπεδα από το 2006, όπως προκύπτει από τα στοιχείαε της LCD, που ανήκει στην S&P Global Market Intelligence.

moneyreview.gr με πληροφορίες από WSJ

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News