BUSINESS & FINANCE

Πώς η παγκόσμια οικονομία κατάφερε να αψηφήσει τη… βαρύτητα

Πώς η παγκόσμια οικονομία κατάφερε να αψηφήσει τη… βαρύτητα

H εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 εκτόξευσε τις τιμές των «σιτηρών», βάζοντας «φωτιά» στις τιμές των τροφίμων και τον πληθωρισμό. 20 μήνες μετά, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα εστία πολέμου, μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ και την απάντηση του Ισραήλ με πόλεμο. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή επηρεάζει τις τιμές ενέργειας, με σενάρια για κατακόρυφη αύξηση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου, ειδικά εάν υπάρξει εμπλοκή και άλλων χωρών, όπως το Ιράν.

Την ώρα που η γεωπολιτική κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο ρευστή κι εντείνονται οι ανησυχίες για νέες εστίες ανάφλεξης, η παγκόσμια οικονομία, κατά παράδοξο τρόπο, έχει καταφέρει να αντισταθεί σε όλες τις έως τώρα προκλήσεις, παραμένοντας σε αναπτυξιακή τροχιά.

Στη φθινοπωρινή του έκθεση, το ΔΝΤ διατήρησε την πρόβλεψη για ρυθμούς ανάπτυξης 3% φέτος, αναθεωρώντας ελαφρώς προς τα κάτω, στο 2,9%, την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2024 και κρούοντας τον κώδωνα για τους κινδύνους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εκτροχιασμό ή ακόμη και απότομη προσγείωση. Μέχρι στιγμής, το χειρότερο σενάριο περί ύφεσης λόγω των υψηλών επιτοκίων δεν έχει επιβεβαιωθεί, αναφέρει ο «Economist» σε πρόσφατη ανάλυσή του, παρατηρώντας ότι έως τώρα επιδόσεις της παγκόσμιας οικονομίας έχουν διαψεύσει ακόμη και τους πιο αισιόδοξους: Η αμερικανική οικονομία κάλπασε με εντυπωσιακούς ρυθμούς 4,9% στο τρίτο τρίμηνο και ανά τον κόσμο, ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, η ανεργία παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα και οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες φαίνεται να έχουν κάνει παύση στον κύκλο νομισματικής σύσφιγξης.

Δυστυχώς, τα καλά νέα δεν φαίνεται να διαρκέσουν για πολύ: Τα θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η ανάπτυξη φαίνεται να κλονίζονται, την ώρα που τα μαύρα σύννεφα γεωπολιτικής αστάθειας πυκνώνουν. 

Ο κίνδυνος των υψηλών επιτοκίων

Χάρη στην έως τώρα ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομίας, είχαν αυξηθεί τα στοιχήματα για ολοκλήρωση του κύκλου αύξησης των επιτοκίων που είχαν εγκαινιάσει οι κεντρικές τράπεζες, ώστε να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. 

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην τελευταία συνεδρίασή της διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια, έπειτα από δέκα διαδοχικές αυξήσεις. Σταθερό το κόστος δανεισμού διατήρησε και η Φέντεραλ Ριζέρβ. Το παράδειγμα των δύο μεγάλων κεντρικών τραπεζών ακολούθησε και η Τράπεζα της Αγγλίας, διατηρώντας αμετάβλητα τα επιτόκια σε υψηλά 15ετίας. Ορισμένοι αξιωματούχοι, όπως η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γιέλεν, υποστηρίζουν ότι το υψηλό κόστος δανεισμού αποτελεί ένδειξη ευρωστίας της παγκόσμιας οικονομίας. Στην πραγματικότητα όμως, αποτελεί ακόμη μία πηγή κινδύνου, σημειώνει ο «Εconomist»: Οι καταναλωτές δεν θα μπορούν να ξοδεύουν τόσο απλόχερα, ενώ σε Ευρώπη και Αμερική ήδη παρατηρείται αύξηση στις εταιρικές πτωχεύσεις, καθώς οι επιχειρήσεις έρχονται αντιμέτωπες με υψηλό κόστος χρηματοδότησης.

Οι τιμές κατοικιών θα υποχωρήσουν, αναπροσαρμοζόμενες στα ακριβότερα ενυπόθηκα δάνεια. Και οι τράπεζες που διακρατούν μακροπρόθεσμα χρεόγραφα -που έχουν ως εγγύηση βραχυπρόθεσμα δάνεια από τη Fed- θα αναγκασθούν να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου, ώστε να καλύψουν τις «τρύπες» στους ισολογισμούς τους από τα υψηλότερα επιτόκια.

Οι «τρύπες» στους κρατικούς προϋπολογισμούς και το παγκόσμιο χρέος

Τα γενναιόδωρα πακέτα δημοσιονομικής στήριξης που είχαν εφαρμόσει οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο την εποχή της πανδημίας έχουν ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, τα ελλείμματα Βρετανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Ιαπωνίας αναμένεται να σκαρφαλώσουν στο 5% του ΑΕΠ φέτος. Στο 12μηνο έως τον Σεπτέμβριο, το έλλειμμα της Αμερικής ανερχόταν στο εντυπωσιακό ποσό των 7,5 τρισ. δολαρίων ή 7,5% του ΑΕΠ. Το παγκόσμιο χρέος(κρατικό και εταιρικό) αυξάνεται σταθερά την τελευταία 25ετία, φθάνοντας το 2020 σε ύψη-ρεκόρ, στο 258% του ΑΕΠ, ενώ το 2022 αν και υποχώρησε οριακά, στο 238% του ΑΕΠ, άγγιξε τα 235 τρισ. δολάρια. 

Όταν τα επιτόκια κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα, ακόμη και το δυσθεώρητο χρέος μοιάζει διαχειρίσιμο. Τώρα όμως που τα επιτόκια έχουν αυξηθεί, το κόστος εξυπηρέτησης χρέους «στραγγαλίζει» τους προϋπολογισμούς των κυβερνήσεων.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, είναι δύσκολο να παραμένει κανείς αισιόδοξος ότι η παγκόσμια οικονομία θα καταφέρει να αποφύγει όλα τα «ναρκοπέδια» όπως ο κίνδυνος ύφεσης, ο πληθωρισμός, το «βουνό» χρέους και τα υψηλά επιτόκια. 

Ένα πιθανό σενάριο προβλέπει ομαλή «προσγείωση» της οικονομίας, γεγονός που θα επιτρέψει στους κεντρικούς τραπεζίτες να μειώσουν τα επιτόκια χωρίς παράλληλα να αυξηθεί ο πληθωρισμός. 

Μια άλλη, περισσότερο αισιόδοξη εκδοχή προβλέπει την αύξηση της παραγωγικότητας, χάρη στην Τεχνητή Νοημοσύνη, δίνοντας ώθηση σε εισοδήματα και έσοδα, επιτρέποντας σε καταναλωτές και επιχειρήσεις να αντεπεξέλθουν στο υψηλό κόστος δανεισμού.

Μέχρι στιγμής, η παγκόσμια οικονομία εντυπωσιάζει με την ανθεκτικότητά της. Το να στοιχηματίζει κανείς ότι θα καταφέρνει επ’ αόριστον να αψηφά όλες τις δυσοίωνες προβλέψεις φαντάζει σαν παιχνίδι πόκερ που όμως κανείς ακόμη δεν μπορεί να εντοπίσει το δυνατό χαρτί…

Διαβάστε επίσης: 

Economist Intelligence Unit: Οι 4 κίνδυνοι για την οικονομία το 2024

EIU: Ανησυχίες για τη βιωσιμότητα των χρεών – Έρχονται χρεοκοπίες

UBS: Τι θα φέρει το 2024 σε οικονομία και αγορές – Ανάπτυξη 3% στην Ελλάδα

 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News