Απόψεις Πέμπτη 28/03/2024, 00:01
ΑΠΟΨΕΙΣ

Πόσο «επενδύσιμη» θεωρείται η Ελλάδα στο εξωτερικό;

Πόσο «επενδύσιμη» θεωρείται η Ελλάδα στο εξωτερικό;

Πόσο «επενδύσιµη» θεωρούν οι ξένοι τη χώρα μας; Μέρος της απάντησης έχει να κάνει με το κατά πόσον θα προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις.

Χρησιμοποιώ, λοιπόν, στοιχεία από το spread, ή αλλιώς τη διαφορά απόδοσης μεταξύ του μακροχρόνιου κόστους δανεισμού της Ελλάδας και του μακροχρόνιου κόστους δανεισμού στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των τελευταίων 200 ετών. Το 1824-1825, για παράδειγμα, στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης δηλαδή, το εμπόλεμο, και εν τη γενέσει του, ελληνικό κράτος δανείστηκε για 36 έτη με επιτόκιο 5%. Την ίδια στιγμή, και σύμφωνα με τη μακροχρόνια βάση δεδομένων της Τράπεζας της Αγγλίας, το μακροχρόνιο κόστος δανεισμού των βρετανικών ομολόγων βρισκόταν στο 3,4%.

Με άλλα λόγια, το spread δανεισμού κατέγραφε 160 μονάδες βάσης, κάτι που δεν δείχνει ιδιαίτερα υψηλό για ένα κράτος που ξεκινάει τα βήματά του με εθνική επανάσταση και, συνεπώς, «μαστίζεται» από απίστευτα υψηλό πολιτικό ρίσκο. Το 1884, επί Χαριλάου Τρικούπη, και 9 έτη πριν από τη χρεοκοπία του 1893, η Ελλάδα δανειζόταν με 5%, για 37,5 έτη. Εκείνη την περίοδο το spread βρισκόταν στις 215 μονάδες βάσης σε σχέση με το μακροχρόνιο επιτόκιο αναφοράς στο Λονδίνο. Το 1927, έτος κατά το οποίο ιδρύθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος, και 5 έτη πριν από τη χρεοκοπία του 1932, η Ελλάδα δανειζόταν για 30 έτη με επιτόκιο 6%, ενώ το spread (κατάφερε και) ελαττώθηκε στις 150 μονάδες βάσης. Σήμερα η Ελλάδα δανείζεται για 30 έτη με επιτόκιο περίπου 3,7%, ενώ το spread, σε σχέση με το μακροχρόνιο κόστος δανεισμού της Γερμανίας, βρίσκεται στις 110 μονάδες βάσης.

Εάν λοιπόν εξαιρέσουμε την περίοδο πριν από τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008-2009, όπου το spread μεταξύ των ελληνικών και των γερμανικών ομολόγων βρισκόταν σε υπερβολικά χαμηλό επίπεδο (κάτι που, βέβαια, αποδείχθηκε και από την ελληνική χρεοκοπία του 2010!), παρατηρούμε ότι το spread, ως μέτρο εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στη χώρα μας, έχει μειωθεί «με ρυθμούς χελώνας» σε διάρκεια 200 ετών! Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι διεθνείς επενδυτές προφανώς προεξοφλούν ότι τόσο το ελληνικό πολιτικό σύστημα όσο και η ελληνική κοινωνία μάλλον δεν επιθυμούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας. Σημειώνω, εδώ, ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ οι εισροές άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό αυξήθηκαν το 2022, σε σχέση με το 2021, κατά 33%. Ομως, τους πρώτους 9 μήνες του 2023 μειώθηκαν κατά 39% σε σχέση με τους πρώτους 9 μήνες του 2022!

Επί του συγκεκριμένου θέματος των μεταρρυθμίσεων, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας πρόσφατα έθεσε το ερώτημα: «Είναι η Ελλάδα μεταρρυθμίσιμη;». Στην απάντησή του πολύ ορθά ανέφερε, ως προτεραιότητα, τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της Παιδείας.

Υπενθυμίζω, εδώ, πως η κυβέρνηση προχώρησε, «μετά βαΐων και κλάδων», στην ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία (υποτίθεται ότι) θα αντιμετώπιζε τα έκτροπα και τις παράνομες καταλήψεις που συχνά – πυκνά λαμβάνουν χώρα στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Τίποτα, λοιπόν, δεν έγινε σε αυτόν τον τομέα. Αναφέρομαι στην πανεπιστημιακή αστυνομία διότι μόλις ψηφίστηκε ο νόμος για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Περιμένουμε να δούμε πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η Ελλάδα σε αυτόν τον τομέα και ειδικά εάν «σοβαρού κύρους» πανεπιστήμια του εξωτερικού αποφασίσουν να αφιχθούν στη χώρα μας. Αυτό θα αποτελέσει ισχυρό «σινιάλο» προκειμένου να ακολουθήσει μεγάλη αποκλιμάκωση στο spread δανεισμού της χώρας μας…

*Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool.

** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής. 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News