ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ «MR»

Αλεξάνδρα Σδούκου: Εως το τέλος του 2023 θα ξέρουμε εάν η Ελλάδα διαθέτει φυσικό αέριο

H γενική γραμματέας Ενέργειας μιλά στο moneyreview.gr

Αλεξάνδρα Σδούκου: Εως το τέλος του 2023 θα ξέρουμε εάν η Ελλάδα διαθέτει φυσικό αέριο

Μία ημέρα μετά τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για την έναρξη των ερευνών σε Ιόνιο και Κρήτη, η γενική γραμματέας Ενέργειας κ. Αλεξάνδρα Σδούκου μιλά στο «MR», σημειώνοντας πως βασική προτεραιότητα για την Ελλάδα μέσα από αυτό το ζοφερό σκηνικό της κρίσης είναι «να αναδειχτούμε σε μια περιφερειακή δύναμη και σε κέντρο συνεργασιών με τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, των Δυτικών Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου», γεφυρώνοντας «τα καλώς εννοούμενα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα της περιοχής με εκείνα της Δυτικής Ευρώπης».

Παράλληλα, όσον αφορά τις έρευνες που ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός πως ξεκινάνε η κ. Σδούκου τονίζει πως «θα πρέπει να περιμένουμε έως το τέλος του 2023 για να μάθουμε εάν διαθέτουμε τελικά, εκμεταλλεύσιμες ποσότητες φυσικού αερίου».

Αλεξάνδρα Σδούκου: Εως το τέλος του 2023 θα ξέρουμε εάν η Ελλάδα διαθέτει φυσικό αέριο-1Για την στενή σχέση Ελλάδας – Αιγύπτου τονίζει πως οι δύο χώρες «έχουν να παίξουν σημαντικό ρόλο σε αυτό το νέο περιβάλλον, χάρη στις δυνατότητές τους και στη στρατηγική τους θέση, αφού οι δύο χώρες είμαστε οι φυσικές γέφυρες ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική», ενώ τέλος απαντά και στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης πως η κυβέρνηση βιάστηκε να προχωρήσει σε απολιγνιτοποίηση.

-Κυρία Σδούκου, μετά την εισβολή στην Ουκρανία τα θέματα της ενέργειας έχουν έρθει εμφατικά στην επικαιρότητα. Τι αλλάζει στον παγκόσμιο χάρτη και ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος  της Ελλάδας σε αυτή τη νέα πραγματικότητα;  

Πράγματι έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα θέματα της ενέργειας  το τελευταίο διάστημα, λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ενέργεια ήταν ανέκαθεν ο τροφοδότης της παγκόσμιας ανάπτυξης. Το ουκρανικό αφενός ανέδειξε περαιτέρω της διαστάσεις και τη σημασία του τομέα,  αφετέρου επιτάχυνε τις αποφάσεις σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο που αφορούν στη χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας,  συνδυάζοντάς τες με βραχυπρόθεσμη χρήση των υφιστάμενων ορυκτών πηγών καυσίμων, όπως το φυσικό αέριο και ο  λιγνίτης. Οι κυματισμοί από τη μεγάλη γεωπολιτική τρικυμία στην Ουκρανία επιδρούν ήδη στον ανασχεδιασμό των πολιτικών και στην αναδιάταξη των στρατηγικών συμμαχιών. Η Ευρώπη ξύπνησε από το λήθαργο των περασμένων δεκαετιών και αντιλήφθηκε, κάτω από το βάρος των γεγονότων, πως η πολιτική και οικονομική χειραφέτησή της θα προκύψει από την απεξάρτησή της από την ρωσική ενέργεια. Όλες οι αποφάσεις και οι πρόσφατες συμφωνίες με το μεγάλο στρατηγικό εταίρο, τις ΗΠΑ, αυτή ακριβώς τη στόχευση υπηρετούν. Ως χώρα έχουμε να επιδείξουμε υψηλή ωριμότητα σε επίπεδο κυβερνητικών αποφάσεων, δράσεων και πρωτοβουλιών που συντείνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ελλάδα είναι πέραν πάσης αμφιβολίας το ιδανικό τοπόσημο για την ανάπτυξη των εναλλακτικών μορφών ενέργειας, αφού είναι προικισμένη από τη φύση με υψηλά επίπεδα ηλιοφάνειας και αιολικού δυναμικού. Επομένως, προσδοκούμε βάσιμα ότι μέσα από αυτό το ζοφερό σκηνικό της κρίσης μπορούμε να αναδειχτούμε σε μια περιφερειακή δύναμη και σε κέντρο συνεργασιών με τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, των Δυτικών Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Να γίνουμε εμείς που θα γεφυρώσουμε τα καλώς εννοούμενα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα της περιοχής με εκείνα της Δυτικής Ευρώπης. Εμείς που θα αμβλύνουμε τις εντάσεις για την ενέργεια, προς όφελος των λαών, των οικονομιών και της ενεργειακής αυτάρκειας της περιοχής. Αυτή την δυναμική δύναμη μας την αναγνωρίζουν ήδη οι σημαντικοί θεσμικοί και πολιτικοί stake holders και εταίροι εντός και εκτός χώρας.

-Πόσο εξαρτημένη είναι η χώρα από το ρωσικό φυσικό αέριο και ποιες είναι οι άλλες πηγές προμήθειας;  

Για να ορίσουμε το εύρος της πρόκλησης που αντιμετωπίζουμε, ως Ελλάδα αλλά και ως Ε.Ε., πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η Ρωσία είναι ο κορυφαίος προμηθευτής της Ε.Ε. σε φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα. Το 2020, οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου της Ε.Ε. έφθασαν σε 46%.  Η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τη ρωσική ενέργεια είναι ιδιαίτερη υψηλή, όπως και συνολικά της ΝΑ Ευρώπης, αφού εισήγαγε το 38,9% των συνολικών αναγκών της από την Ρωσία, ενώ ο δείκτης ενεργειακής εξάρτησης από την Ρωσία φθάνει συνολικά στο 46,5%. Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά.Πρέπει να βρούμε βραχυπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες λύσεις  που θα μετριάσουν αυτή την εξάρτηση, ιδίως υπό το φως των διεθνών κυρώσεων κατά της Μόσχας. Η Ελλάδα προμηθεύεται σήμερα φυσικό αέριο από την Ρωσία και το Αζερμπαϊτζάν, καθώς και υγροποιημένο αέριο από το Κατάρ, την Αλγερία και τις ΗΠΑ, με το εγχώριο σύστημα να διαθέτει τέσσερα σημεία εισόδου: το Σιδηρόκαστρο που κάλυψε το περασμένο έτος το 45,5 % των εισαγωγών και από το οποίο μπαίνει κατά κύριο λόγο το αέριο της Ρωσίας την Ρεβυθούσα (όπου καταλήγουν τα φορτία LNG) με 31,8 %, τη διασύνδεση με τον αγωγό ΤΑΡ στην Νέα Μεσημβρία, με 17,51% και τον ελληνοτουρκικό αγωγό στους Κήπους Έβρου, με 5,17 %. Τα σχέδιά μας να δημιουργήσουμε νέες υποδομές, όπως πλωτά τερματικά LNG (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη και την Κόρινθο καθώς και η επέκταση της χωρητικότητας της Ρεβυθούσας με μια νέα πλωτή δεξαμενή, αποσκοπούν ακριβώς στο να θωρακίσουμε τη χώρα από τυχόν επικίνδυνη διαταραχή του εφοδιασμού της με αέριο. Παράλληλα επιταχύνουμε και την ολοκλήρωση των διασυνδέσεων αερίου, που θα μετατρέψουν τη χώρα σε σημαντικό κόμβο ενέργειας που θα διασφαλίζει την τροφοδοσία της ευρύτερης περιοχής. 

Σε πόσο χρόνο μπορεί να έρθει αυτή η απεξάρτηση;  

Στις αρχές του περασμένου Μαρτίου, πριν ακόμη ξεκινήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε θέσει χρονικό ορίζοντα για την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, το 2027. Ο πόλεμος επίσπευσε τις εξελίξεις. Όμως για τους επόμενους 12 μήνες, ελάχιστα πράγματα μπορούμε να κάνουμε. Η ανακατεύθυνση των ενεργειακών οδεύσεων δεν είναι κάτι που μπορεί να συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη. Θα προκύψει χάσμα – το παρατηρούμε ήδη αυτό-  μεταξύ προμήθειας και ζήτησης δίχως το ρωσικό αέριο και θα πρέπει να προετοιμαστούμε για το πώς θα το καλύψουμε.  Απαιτείται όμως να επιδείξουμε γρήγορα αντανακλαστικά και να προχωρήσουμε σε αλλαγές κανονισμών και διαδικασιών ώστε να μπορούμε να λάβουμε τις αποφάσεις που χρειάζονται. Εκτός όλων των άλλων όμως, πρέπει οι αναγνώστες σας να έχουν υπόψη, ότι η απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο (πετρέλαιο και άνθρακα) θα αποδειχτεί μια ιδιαίτερα δαπανηρή υπόθεση και θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο να χρηματοδοτήσουμε αυτή τη ριζική αλλαγή και μάλιστα, κατά τρόπο ώστε να μη μετακυλιστεί το κόστος της διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού μας στις πλάτες των καταναλωτών. Πρέπει να προστατεύσουμε εξίσου την κοινωνία και την οικονομία. 

Η εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης με την Αίγυπτο πόσο θα βοηθήσει στην θωράκιση της χώρας;

Οι σχέσεις μας με την Αίγυπτο -που αναπτύσσονται με πολύ ικανοποιητικό ρυθμό- είναι ενταγμένες  στη στρατηγική δημιουργίας ενός ευρύτερου πλέγματος ενεργειακών συνεργασιών, από τις οποίες προσδοκούμε να κεφαλαιοποιήσουμε τα γεωπολιτικά οφέλη που προέκυψαν από την υπογραφή της μερικής συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ, τον Ιούλιο του 2020. Τούτων λεχθέντων, το σχέδιο για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Αιγύπτου που θα μεταφέρει καθαρή ηλεκτρική ενέργεια από την αραβική χώρα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, ιδίως αν συνδυαστεί με την κατασκευή δικτύων μεταφοράς μειγμάτων φυσικού αερίου και υδρογόνου. Θα πρέπει όμως, τονίζω, οι αγαθές προθέσεις και τα συμφωνητικά συνεργασίας να αποκτήσουν απτές διαστάσεις και να γίνουν πράξη. Το Μνημόνιο Διασύνδεσης Ελληνικών και Αιγυπτιακών Ηλεκτρικών Δικτύων που υπογράψαμε τον περασμένο Οκτώβριο, θα συμβάλει στη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και οδεύσεων της Ευρώπης και θα ενισχύσει την ενεργειακή μας ασφάλεια. Και όπως είπε, νομίζω πολύ εύστοχα, ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, η Ελλάδα και η Αίγυπτος έχουν να παίξουν σημαντικό ρόλο σε αυτό το νέο περιβάλλον, χάρη στις δυνατότητές τους και στη στρατηγική τους θέση, αφού οι δύο χώρες είμαστε οι φυσικές γέφυρες ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική.

Συζητιέται έντονα η επιστροφή του σεναρίου του EastMed. Θα ήταν μία λύση με τα νέα δεδομένα; Υπάρχει αυτή η δυνατότητα;  

Τις τελευταίες μέρες έχουν υπάρξει τοποθετήσεις από τους αρχηγούς των κρατών και τις πολιτικές ηγεσίες των Υπουργείων Ενέργειας των χωρών που εμπλέκονται στο σχέδιο, που απαντούν στις αμερικανικές αιτιάσεις περί ακριβού, μη οικονομικά βιώσιμου έργου και εν κατακλείδι, ενός project που μπορεί να οξύνει τις γεωπολιτικές εντάσεις για τους ενεργειακούς πόρους στην περιοχή. Eίναι εντυπωσιακό πάντως πώς αυτό το έργο συγκεντρώνει θερμούς υποστηρικτές αλλά και αρκετούς επικριτές, με εκατέρωθεν επιχειρήματα. Επομένως, το εάν θα υπάρξει πρόοδος στο θέμα του EastΜed εναπόκειται πρωτίστως στις πολιτικές ηγεσίες των κρίσιμων παικτών, που είναι η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ,  να το κρίνουν, αφού σταθμίσουν  πρώτα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα ενός τόσο μεγαλεπήβολου εγχειρήματος. Από αυτή την πολιτική ή μη στήριξη, θα πάρει το μήνυμα και η αγορά για να απαντήσει στο δεύτερο σκέλος, που είναι η επιχειρηματική βιωσιμότητα. Αλλά ας λύσουμε πρώτα το πρώτο.

Τα κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης και στο Ιόνιο τι μπορούν να δώσουν;  

Είναι σαφές πως η κρίση στην Ουκρανία, έφερε στο φως της επικαιρότητας την ασφάλεια του εφοδιασμού της χώρας μας, αλλά και ευρύτερα της Ε.Ε., με φυσικό αέριο. Σε αυτή την έκτακτη, αρνητική συγκυρία, οφείλουμε να χρησιμοποιήσουμε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία και να βάλουμε όλες τις επιλογές στη φαρέτρα μας. Και αυτό έκανε χθες ο Πρωθυπουργός, ανακοινώνοντας από τα γραφεία της ΕΔΕΥ την επιτάχυνση των ερευνών για την εξόρυξη φυσικού αερίου. Αυτό δεν σημαίνει κατά κανένα τρόπο ότι έχουμε προεξοφλήσει την ύπαρξη αποθεμάτων και πρέπει να γίνει σαφές. Σε αυτή τη φάση μιλάμε για προκαταρκτικές μελέτες στον ηπειρωτικό και στο θαλάσσιο εθνικό χώρο. Φυσικά υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη δυνητικών κοιτασμάτων που μας κάνουν να αισιοδοξούμε, όμως έως ότου έχουμε τις τελικές απαντήσεις, θα πρέπει να συμπεριφέρομαστε με τη μέγιστη δυνατή επιφύλαξη.   Επομένως, μην περιμένετε να σας δώσω ούτε ασφαλή πληροφόρηση, ούτε ασφαλή πρόβλεψη. Συνοψίζοντας, αναφερόμαστε σε έξι περιοχές, στην Περιφέρεια Ηπείρου και σε πέντε θαλάσσια τεμάχια στο Ιόνιο, εκ των οποίων οι δύο στον Κυπαρισσιακό Κόλπο και οι άλλες δύο, δυτικά και νότια της Κρήτης. Ήδη έχουν διενεργηθεί μελέτες αξιολόγησης για τα θαλάσσια τεμάχια νοτίως της Κρήτης από την κοινοπραξία που εξετάζονται από την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ). Όσον αφορά δε στη Δυτική Ελλάδα, τα ΕΛΠΕ έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία τις δισδιάστατες σεισμικές έρευνες στον κόλπο της Κυπαρισσίας και το βόρειο Ιόνιο, και έχουν περάσει στο δεύτερο στάδιο που αφορά στη λήψη τρισδιάστατων σεισμικών δεδομένων από την περιοχή ενδιαφέροντος. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να περιμένουμε έως το τέλος του 2023 για να μάθουμε εάν διαθέτουμε τελικά, εκμεταλλεύσιμες ποσότητες φυσικού αερίου. Εάν όλα πάνε καλά, η χώρα μας θα έχει στη διάθεσή της ένα σημαντικό όπλο που θα μας βοηθήσει να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές φυσικού αερίου από εθνικό πλούτο και να αυξήσουμε το βαθμό προστασίας της χώρας από εξωγενείς κρίσεις όπως η τελευταία στην Ουκρανία. Ο φάκελος των ερευνών, λοιπόν, άνοιξε οριστικά.

Εντός των ημερών κοινοποιείται επισήμως στην Κομισιόν το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας. Τι καινούργιο να περιμένουμε;  

Όπως όλοι γνωρίζουμε, η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο μείγμα μας απαιτεί υψηλή συμμετοχή της αποθήκευσης. Η αποθήκευση ενέργειας θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ αν θέλουμε να αποκτήσουμε αξιόπιστο, σταθερό και «πράσινο» σύστημα παραγωγής ενέργειας. Προς το σκοπό αυτό είναι στραμμένη η θεσμική προσοχή μας, καθώς οι επενδύσεις σε έργα αποθήκευσης ενέργειας που συνδυάζονται με ΑΠΕ, έχουν κομβική σημασία, επειδή μειώνουν τη λεγόμενη στοχαστικότητά τους και τις καθιστούν ικανές να προσφέρουν φορτία βάσης που έχει ανάγκη ένα σταθερό ηλεκτρικό δίκτυο. Θα ήθελα να γνωρίζουν οι αναγνώστες σας ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην ΕΕ που θα έχει εγκεκριμένο σχήμα στήριξης από την ΕΕ για την προώθηση και εγκατάσταση σταθμών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που συμμετέχουν στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι μία πολύ σημαντική επιτυχία γιατί ανοίγει το δρόμο για να υλοποιήσουμε αυτά τα 800-900 MW αποθήκευσης που χρειάζεται σε πρώτη φάση η χώρα μας.  Άμεσα προωθούμε για ψήφιση σχετικό νομοσχέδιο που αφορά μεταξύ άλλων και στην ορθολογική οργάνωση της αδειοδοτικής διαδικασίας για την εγκατάσταση και λειτουργία μεμονωμένων σταθμών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και τον καθορισμό του πλαισίου ενίσχυσης που θα διέπει τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, που συνδυάζονται με εγκαταστάσεις αποθήκευσης.   Τέλος, μειώνουμε σε λιγότερο από δύο χρόνια, από τα 5 που απαιτούνταν πριν,  την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ, τηρώντας την υπόσχεσή μας να απλοποιήσουμε περαιτέρω τις σχετικές διαδικασίες. Στόχος μας είναι να διευκολύνουμε την αδειοδότηση συνολικής ανανεώσιμης ισχύος 12000 MW πράγμα που θα επιτευχθεί μέσω της εισροής επενδύσεων μαμούθ- της τάξης των 10 δισ. ευρώ έως το 2030. 

Εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, μέρος της αντιπολίτευσης κατηγορεί την κυβέρνηση πως βιάστηκε να προχωρήσει σε απολιγνιτοποίηση. Τι απαντάτε;  

Οι κατηγορίες σε βάρος της Κυβέρνησης δεν ευσταθούν και στις κορώνες της αντιπολίτευσης κατά του Πρωθυπουργού και της ηγεσίας του ΥΠΕΝ απαντάμε με επιχειρήματα και στοιχεία. Να θυμίσω απλώς στους αναγνώστες σας, ότι οι μονάδες ΙΙΙ και IV της Πτολεμαΐδας έκλεισαν το 2016, επί ΣΥΡΙΖΑ και οι μονάδες I, II και ΙΙΙ της Καρδιάς έκλεισαν, πάλι επί ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιούνιο του 2019. Επίσης να θυμίσω πως τον Απρίλιο του 2018  ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε νομοσχέδιο για την πώληση μονάδων λιγνίτη σε ιδιώτες. Λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 2018, κηρύχτηκε άγονος ο διαγωνισμός πώλησης των μονάδων της Μεγαλόπολης, επειδή οι υποψήφιοι επενδυτές απέσυραν το ενδιαφέρον τους εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των εργαζομένων σε αυτές. Και ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ και ψαλίδισε, με εθελούσια έξοδο το προσωπικό κατά 400 άτομα με εθελούσια έξοδο – τουτέστιν, αποζημιώσεις, εφάπαξ και συντάξεις για τόσες εκατοντάδες ανθρώπους στην πιο μεστή φάση του εργασιακού βίου τους. Και πάλι όμως, τον Φεβρουάριο του 2019 οι ενδιαφερόμενοι δήλωσαν πως το πρόβλημα παραμένει και ότι η επένδυση δεν είναι συμφέρουσα. Όταν υπάρχουν αυτά τα δεδομένα, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να συγκινηθεί κανείς από τα κροκοδείλια δάκρυα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επίσης, επειδή εδώ φαίνεται ότι ορισμένοι πέφτουν από τα σύννεφα, ο ΣΥΡΙΖΑ αναφερόταν στην απολιγνιτοποίηση ήδη από το αρχικό Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που συντάχθηκε το 2018. Η αλήθεια είναι επομένως, πως το μόνο που έκανε η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν να επιταχύνει το χρονοδιάγραμμα και για λόγους οικονομικούς –για την ευρωστία και βιωσιμότητα της ΔΕΗ- αλλά και για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Πρέπει να γίνει σαφές προς τον ελληνικό λαό, ότι η απολιγνιτοποίηση έχει ξεκινήσει εδώ και μία δεκαετία και πως το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω, ακόμη  και εάν για λόγους συγκυρίας, είναι πιθανό να στραφούμε σε μια πρόσκαιρη αύξηση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής για λόγους επάρκειας του συστήματος και προκειμένου να αντικαταστήσουμε όχι ΑΠΕ, αλλά φυσικό αέριο! Συνοπτικά, το σχέδιο προβλέπει ότι όλες οι υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες θα αποσυρθούν έως το τέλος του 2023. Πιο συγκεκριμένα, οι μονάδες 1, 2, 3 και 4 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου προβλέπεται να αποσυρθούν έως το τέλος αυτού του έτους, ενώ οι Μονάδες “Άγιος Δημήτριος 5”, “Μελίτη ” και “Μεγαλόπολη 4”, έως το τέλος του 2023. Ωστόσο, εάν χρειαστεί να παραμείνουν σε λειτουργία κάποιες από τις πιο σύγχρονες μονάδες της ΔΕΗ, όπως η “Μελίτη” ή ο “Άγιος Δημήτριος 5”, αυτό είναι κάτι το οποίο θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύψουν τότε, αλλά και ανάλογα με τη διαμόρφωση των τιμών και τη διαθεσιμότητα του φυσικού αερίου. Όσον αφορά στη νεόδμητη “Πτολεμαΐδα 5”, μελετούμε τη δυνατότητα να λειτουργήσει με λιγνίτη, έως το αργότερο το τέλος του 2028. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί προς αυτή την κατεύθυνση είναι υπεύθυνες, συνάδουν με το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο πολιτικής και έχουν ληφθεί με γνώμονα το συμφέρον της οικονομίας, της κοινωνίας και του Περιβάλλοντος.

Εχετε μιλήσει για προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας για τα νησιά, για επιτάχυνση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, για «πρασίνισμα» της παραγωγής ενέργειας στα νησιά και επέκταση της πρωτοβουλίας “Greco islands”. Θέλετε να μας μιλήσετε τους στόχους γύρω από αυτά τα πρότζεκτ;  

Η ενεργειακή μετάβαση της χώρας συνιστά  μία εξαιρετική ευκαιρία  για τα ελληνικά νησιά. Μέχρι το 2030 η πλειοψηφία των μη διασυνδεδεμένων σήμερα νησιών θα έχει διασυνδεθεί με το δίκτυο της ηπειρωτικής Ελλάδας, γεγονός που θα μειώσει σημαντικά το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και την περιβαλλοντική επιβάρυνση στα νησιά αυτά που σήμερα προκαλείται από τις ρυπογόνες μονάδες πετρελαίου. Επιπλέον στο σύνολο των αυτόνομων νησιωτικών συστημάτων, είτε αυτά διασυνδεθούν με το ηπειρωτικό δίκτυο είτε παραμείνουν αυτόνομα, σχεδιάζουμε την ανάπτυξη υβριδικών συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αποτελούμενων από μονάδες ΑΠΕ και συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, επιτυγχάνοντας την κάλυψη τουλάχιστον του 50% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στα συστήματα αυτά από πράσινη ενέργεια. Τους επόμενους μήνες κάνουμε την αρχή με τον πρώτο διαγωνισμό στο σύστημα της Αστυπάλαιας. Όταν ο Πρωθυπουργός εγκαινίαζε στην Χάλκη τη στρατηγική εθνική πρωτοβουλία GR-eco Islands, τον περασμένο Νοέμβριο, στην πραγματικότητα άνοιγε ένα φιλόδοξο νέο κεφάλαιο για τη μετατροπή των νησιών της Ελλάδας σε παγκόσμια πρότυπα πράσινης οικονομίας, ενεργειακής αυτάρκειας, διαχείρισης απορριμμάτων, ψηφιακών καινοτομιών και βιώσιμης κινητικότητας. Τα Gr-eco islands έχουν δεσμεύσει τα πρώτα 100 εκατ € από πόρους του ΕΣΠΑ και ο στόχος μας είναι να δημοσιευθεί εντός του έτους πρόσκληση, ώστε να ενταχθούν στην πρωτοβουλία αρκετά ακόμα νησιά. Βάζουμε όμως στο παιχνίδι της περιβαλλοντικής συνεισφοράς και τον ιδιωτικό τομέα, για αυτό το λόγο, σκοπεύουμε να δημιουργήσουμε έναν μηχανισμό που θα επιτρέψει την αξιοποίηση του έντονου ενδιαφέροντος που δείχνει ήδη ο ιδιωτικός τομέας για να αναλάβει δράση, με οργανωμένο και διαφανή τρόπο και με σκοπό την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών που θα αναδειχθούν στα νησιά που θα ενταχθούν στην πρωτοβουλία. Τα ελληνικά νησιά, δεν θα φημίζονται μόνο για την ομορφιά τους και τους φιλόξενους ανθρώπους τους, αλλά και για για την αειφορία τους μέσα από τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών τους πόρων.

Διαβάστε επίσης: 

Επιταχύνονται οι έρευνες για φυσικό αέριο: Αισιόδοξες οι πρώτες ενδείξεις

Έρευνες φυσικού αερίου: Οι 6 περιοχές, το χρονοδιάγραμμα και η πρώτη γεώτρηση

Πολιτικές αντιδράσεις στις εξαγγελίες για εξόρυξη υδρογονανθράκων

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News