ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Από τα βάθη της Γης στο εργαστήριο: Πώς ένα διαμάντι μπορεί να είναι «καθαρό»

Από τα βάθη της Γης στο εργαστήριο: Πώς ένα διαμάντι μπορεί να είναι «καθαρό»

Το 2015 διασημότητες, δισεκατομμυριούχοι και επενδυτικά funds χρηματοδότησαν ένα «άγουρο» εκείνη την περίοδο εγχείρημα του Diamond Foundry. Συνολικά 17 μεγάλα ονόματα, όπως ο ηθοποιός Λεονάρντο Ντι Κάπριο, ο συνιδρυτής του Twitter Έβαν Γουίλιαμς και ο ένας εκ των εμπνευστών του Facebook Άντριου ΜακΚόλουμ, στήριξαν με συνολικά 50 εκατ. δολάρια την αμερικανική startup, η οποία υποσχόταν ότι θα αναπτύξει διαμάντια σε εργαστήριο. Κάτι το οποίο πέτυχε.

Έκτοτε, η σχετική βιομηχανία, η οποία δεσμεύεται να «καθαρίσει» έναν βρώμικο κλάδο – με παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άθλιες συνθήκες εργασίας, παιδική εργασία και τεράστιο περιβαλλοντικό αποτύπωμα – έχει προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον από εταιρείες, αλλά και από καταναλωτές. Μεταξύ άλλων, η Pandora χρησιμοποιεί από το 2021 μόνο διαμάντια εργαστηρίου, η Tag Heuer τα χρησιμοποιεί σε ορισμένα από τα ρολόγια της, η Swarovski ξεκίνησε πέρυσι να διανέμει τέτοια κομμάτια στις ΗΠΑ και βέβαια η De Beers, ο παγκόσμιος ηγέτης στη βιομηχανία των διαμαντιών, μέσω του καινούργιου της βραχίονα, της Lightbox, διαθέτει ευρεία συλλογή διαμαντιών εργαστηρίου. Μάλιστα, τα «ηθικά» διαμάντια βρήκαν τον δρόμο τους μέχρι και το κόκκινο χαλί, με πολλές διασημότητες να ενισχύουν το αγοραστικό ενδιαφέρον διεθνώς.

Μία ελληνική πινελιά

Στο μεταξύ, μία ελληνική επιχείρηση, η Griamond, επιχειρεί να βάλει τη δική της πινελιά στον χώρο. Στην ελληνική αγορά, η εταιρεία προσπαθεί να δημιουργήσει μία ενδιάμεση κατηγορία μεταξύ των πολύτιμων λίθων, οι οποίοι για την πλειονότητα των καταναλωτών είναι απλησίαστοι, και των ψεύτικων πετρών όπως το ζιργκόν, οι οποίες είναι πολύ ακριβές σε σχέση με την αρχική τους τιμή (κάθε πετρούλα μπορεί να κοστίζει λιγότερο από πέντε σεντς). Όπως υποστηρίζει μιλώντας στο MR ο ιδρυτής της, Γιώργος Γραμματίδης, η Griamond επιχειρεί να προωθήσει την ιδέα της «προσιτής και ηθικής πολυτέλειας».

Ο κ. Γραμματίδης, αφότου ήρθε σε επαφή με το Diamond Foundry για να λάβει για δύο χρόνια τα δικαιώματα διανομής στην Ελλάδα και χρηματοδοτώντας την Griamond με προσωπικό κεφάλαιο, έθεσε τα πρώτα θεμέλια το 2019. Έχοντας προσπεράσει τα εμπόδια του πρώτου κύματος της πανδημίας, καθώς υποχρεώθηκε να κλείσει το πρώτο κατάστημα της εταιρείας στη Μύκονο, πλέον βλέπει προοπτικές ανάπτυξης. Η Griamond δραστηριοποιείται αφενός στο μονόπετρο και τα μεγάλα κοσμήματα κατά παραγγελία από πελάτες, αφετέρου αναπτύσσει μέσω της ιστοσελίδας της τα κοσμήματα που απευθύνονται σε ευρύ κοινό (mainstream). Αυτή τη στιγμή συνεργάζεται απευθείας με πελάτες ή πουλά σε χονδρική σε διάφορα καταστήματα στην Ελλάδα, ενώ διατηρεί ένα showroom στην Αθήνα. 

Σε σχέση με τα «παραδοσιακά» διαμάντια, τα εργαστηρίου είναι σαφώς οικονομικότερα, με τις τιμές να φτάνουν έως και 30-40% χαμηλότερα, υποστηρίζει ο κ. Γραμματίδης. «Υπάρχουν τεράστιες διαφορές», τονίζει, αναφερόμενος για παράδειγμα στο μονοκάρατο, το οποίο μπορεί να ξεκινά από τα 4.000 ευρώ και ανάλογα με τα χαρακτηριστικά να φτάσει έως και τα 20.000 ευρώ, ενώ στην Griamond μπορεί να πουληθεί έναντι 3.000 ευρώ. 

«Δεν μπορείς να καταλάβεις τη διαφορά»

Η παραγωγή των διαμαντιών της Griamond γίνεται στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα σε μεγάλους θαλάμους, όπου ασκούνται ισχυρές πιέσεις και επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες, αντίστοιχες με αυτές που υπάρχουν στο βάθος της Γης. Ένα πολύ λεπτό κομμάτι «πραγματικού» διαμαντιού τοποθετείται σε μία βάση και πάνω του απελευθερώνεται άνθρακας, δημιουργώντας μία άμορφη πέτρα. Το αποτέλεσμα αυτής της αναπαραγωγής του φυσικού περιβάλλοντος των διαμαντιών (διαρκεί από μερικές εβδομάδες έως ενάμιση μήνα στα πιο σύνθετα κομμάτια) είναι μία πέτρα, η οποία έχει την ίδια μοριακή δομή με τα «αληθινά» διαμάντια. 

«Σαν τα μωρά της εξωσωματικής γονιμοποίησης», αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο έρχονται στη ζωή, αλλά τα διαμάντια είναι ακριβώς τα ίδια μέχρι και στη μοριακή τους δομή, τονίζει ο κ. Γραμματίδης, υποστηρίζοντας πως «δεν μπορείς καν να καταλάβεις τη διαφορά». Στη συνέχεια, μεταφέρονται σε κόφτες, ακολουθεί η συνήθης διαδικασία πιστοποίησης και εισέρχονται στα εργαστήρια στην Ελλάδα, όπου μπαίνουν στα κοσμήματα. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι για να μειωθεί περαιτέρω το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, η διαδικασία πραγματοποιείται με ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ, ενώ οι συσκευασίες είναι από βαμβάκι και χαρτί. Επίσης, η Griamond προσφέρει επιλογή ανακύκλωσης παλαιών κοσμημάτων με πολύτιμα πετράδια.

Προοπτικές

Δεδομένης αφενός της αυξημένης ευαισθητοποίησης του κόσμου για τα περιβαλλοντικά και τα εργασιακά ζητήματα, αφετέρου της ανάγκης για μικρότερες δαπάνες σε προϊόντα πολυτελείας, υπάρχουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης, ιδίως λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι τα διαμάντια εργαστηρίου σε αντίθεση με τα «παραδοσιακά» δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα σπανιότητας και είναι φθηνότερα. Ενδεικτικά, ανάλυση της εταιρείας Research Nester διαβλέπει ανάπτυξη της τάξης του 7,4% στην αγορά από το 2016 έως το 2023 στα 27,6 δισ. δολάρια.

Για την Griamond συγκεκριμένα, ο κ. Γραμματίδης σημειώνει πως έχει φτιάξει οντότητες στο εξωτερικό, ώστε να προχωρήσει στο επόμενο διάστημα στις εξαγωγές, ενώ αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο συζητήσεων για πιθανή συνεργασία με επενδυτή από το Κατάρ. Σε κάθε περίπτωση και ενόψει του επερχόμενου International Jewerly Show, στο οποίο θα συμμετάσχει η εταιρεία, ο κ. Γραμματίδης τονίζει αισιόδοξος: «Τώρα έχουμε το know-how, έχουμε εργαστήρια στην Ελλάδα όπου φτιάχνουμε πολύ ωραία πράγματα, σε πολύ καλά κοστολόγια, οπότε ουσιαστικά είμαστε καλή “νύφη” για κάποιον που θέλει να συνεργαστεί έξω».

Διαβάστε επίσης:

Δώρο ή κλεμμένος θησαυρός; Η μάχη για το μεγαλύτερο διαμάντι του κόσμου

Πιο ακριβά τα πολυτελή ρολόγια – Η Omega στα χνάρια της Rolex

Συλλέγει τσάντες και τις πουλά σε δημοπρασίες: Ποιος είναι ο φυγάς δισεκατομμυριούχος της Ασίας

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News
TAGS