ΑΠΟΨΕΙΣ

Οι ενεργειακές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία

Οι ενεργειακές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία

Η δεύτερη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 σηματοδότησε το τέλος της μεταψυχροπολεμικής περιόδου, από την άποψη ότι εισαγάγει το διεθνές σύστημα –τελεσίδικα πλέον– σε μια φάση πολυπολικής κατανομής ισχύος. Εάν υπήρξε ποτέ μια μονοπολική κατανομή ισχύος στο παγκόσμιο πολιτικοοικονομικό σύστημα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991, η στιγμή αυτή έχει πλέον παρέλθει. Οι πρόσφατες δημοσιεύσεις των Financial Times για τις αλλαγές στο τακτικό πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας, ο αυξανόμενος λαϊκιστικός απομονωτισμός της αμερικανικής Δεξιάς υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και οι δηλώσεις του προέδρου Μακρόν ότι δεν πρέπει να αποκλείεται η αποστολή δυτικών στρατευμάτων στα μέτωπα της Ουκρανίας (κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει πυρηνικό πόλεμο μεταξύ Ρωσίας – ΝΑΤΟ) υποδεικνύουν ότι πλέον αμφισβητούνται ανοικτά δομικά διδάγματα, ακόμη και του ψυχροπολεμικού συστήματος ασφαλείας, όπως η αποφυγή άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής ΝΑΤΟ – Ρωσίας ή η δέσμευση μέρος έστω των ΗΠΑ στην άμυνα της Ευρώπης.

Σε οικονομικό επίπεδο η δυναμική της παγκοσμιοποίησης έχει πολυπολικοποιήσει το οικονομικό σύστημα ήδη από τη δεκαετία του 1970. Αυτό που ωστόσο είναι διαφορετικό σήμερα είναι ότι οι πρωταθλητές ή έστω οι μεγαλύτεροι ωφελούμενοι αυτής της παγκοσμιοποίησης είναι κυρίως ασιατικές χώρες, όπως η Κίνα, η Ινδία και οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του Κόλπου, που είτε βρίσκονται εκτός του αμερικανικού συστήματος συμμαχιών είτε αυτονομούνται από αυτό με διαφορετικές ταχύτητες. Η Ρωσία αποτέλεσε μετά τη χρεοκοπία του 1998 μέρος των πρωταθλητών αυτής της ασιατικής παγκοσμιοποίησης, μετατρεπόμενη στην 11η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, χάρη στην επανεθνικοποίηση της πετρελαϊκής της βιομηχανίας, που της επέτρεψε να διαπραγματευθεί επί σχεδόν ίσοις όροις με τη Σαουδική Αραβία στο πλαίσιο ενός άτυπου μεν, αλλά ουσιαστικού διευρυμένου ΟΠΕΚ δε, ήδη από το 2016, όταν έγινε δεκτή στο πετρελαϊκό καρτέλ ως παρατηρητής.

Αν και κανείς, σίγουρα όχι ο ίδιος ο Πούτιν, δεν περίμενε την ταχύτητα και την ευρύτητα της ευρωπαϊκής ενεργειακής απεξάρτησης από τις ρωσικές εξαγωγές υδρογονανθράκων που έλαβε χώρα την τελευταία διετία, η ρωσική μετατόπιση προς την Ασία είχε ουσιαστικά αρχίσει πριν από τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας και επιταχύνθηκε μετά από αυτήν, βασιζόμενη ακριβώς στις ευκαιρίες που η παγκοσμιοποιημένη οικονομία προσέφερε στα μέλη της συμμαχίας των BRICS. Οι δεκατρείς γύροι ευρωπαϊκών οικονομικών κυρώσεων και οι μονομερείς κυρώσεις πολλών κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, σε συνδυασμό με το σχέδιο του G7 περί επιβολής πλαφόν στις τιμές εξαγωγής ρωσικού πετρελαίου ακόμη και εκτός Ε.Ε., επιχειρούν να αποκαθηλώσουν τη Ρωσία από τη θέση της ενεργειακής υπερδύναμης. Παράλληλα επιχειρούν να δημιουργήσουν το πρώτο στην Ιστορία οιωνοί καρτέλ αγοραστών πετρελαίου που επιχειρεί να ελέγξει τις τιμές –και κατά συνέπεια τα έσοδα– του μεγαλύτερου εξαγωγού πετρελαίου παγκοσμίως.

Ο τρόπος με τον οποίο η Ρωσία θα επιλέξει να αντιδράσει σ’ αυτή την απειλή ζωτικής οικονομικής ασφάλειας θα μεταβάλει και τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ασία, ενισχύοντας τη στρατηγική εταιρική σχέση της Ρωσίας με την Κίνα αλλά και την Ινδία. Οι ενεργειακές εταιρείες αυτών των δύο χωρών σταδιακά θα αντικαταστήσουν αλλά με πιο επώδυνους για τη Ρωσία όρους τις δυτικές εταιρείες και σε ό,τι αφορά την αξία των εμπορικών εξαγωγών της Ρωσίας και σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των ασιατικών εταιρειών στην κατασκευή και χρηματοδότηση νέων υποδομών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), κάτι που έγινε ήδη μέσω της συμμετοχής κινεζικών εταιρειών στο Artic LNG 2, τη μεγαλύτερη εξαγωγική μονάδα LNG της Ρωσίας. Το κρίσιμο ζητούμενο, ωστόσο, είναι ότι χάρη στη δυναμική της παγκοσμιοποίησης, αυτή η αντικατάσταση είναι πλέον οικονομικά εφικτή, αλλά και πολιτικά επιθυμητή για το γεωοικονομικό τρίγωνο Ρωσίας – Ινδίας – Κίνας.

Ο τρόπος με τον οποίον θα αντιδράσει ο ΟΠΕΚ σ’ αυτή τη δυτική πρόκληση, ο οποίος ήδη εξάγει εδώ και δεκαετίες το 80% του συνόλου των εξαγωγών του εκτός Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής, θα ενισχύσει περαιτέρω τη στρατηγική συνεννόηση Ρωσίας – Σαουδικής Αραβίας. Αυτή η συνεννόηση θα αυξήσει έτι περαιτέρω την πιθανότητα πλήρους ένταξης της Ρωσίας αλλά και του Καζακστάν στον μηχανισμό του ΟΠΕΚ, καθώς η Ρωσία έχει πλέον αποκλειστεί στο διηνεκές και σχεδόν ολοκληρωτικά από τις ευρωπαϊκές αγορές πετρελαίου. Η επιτυχής αντικατάσταση των ευρωπαϊκών εταιρειών με ασιατικές αποτέλεσε μια ζωτικής σημασίας οικονομική μάχη, που η Ρωσία κέρδισε τον πρώτο χρόνο του πολέμου. Οσο το ρωσικό πετρέλαιο θα ρέει προς ανατολάς στις τρέχουσες τιμές, η Μόσχα θα μπορεί να συντηρεί και –με τη βοήθεια παράκαμψης των κυρώσεων μέσω ασιατικών κρατών– να δυναμώνει την εσωτερική βιομηχανική αμυντική της βάση. Στην περίπτωση του φυσικού αερίου η Ρωσία παραμένει μέρος του ευρωπαϊκού μείγματος εισαγωγών, αλλά μόνο ως σκιά της προηγούμενης ηγετικής της θέσης. Μέσα σε αυτή τη δεκαετία, ωστόσο, εάν η Κίνα δεχθεί να χρηματοδοτήσει την κατασκευή του Power of Siberia 2, η Ρωσία θα έχει επιτύχει να αντικαταστήσει το σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών αγορών φυσικού αερίου που ήλεγχε επί 40 έτη μέσω του (μετα)σοβιετικού δικτύου αγωγών. Παράλληλα, αν και έχει χάσει την κούρσα των κορυφαίων θέσεων ως προς τις εξαγωγές LNG από τις ΗΠΑ, το Κατάρ και την Αυστραλία, η Ρωσία θα παραμείνει μέσα στις 5 κορυφαίες εξαγωγικές δυνάμεις LNG, ενισχύοντας με μικρότερους ρυθμούς τη θέση της στην ταχέως παγκοσμιοποιούμενη αγορά LNG.

* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής. 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News