ΑΠΟΨΕΙΣ

Ιός και Πολιτική: Μια Περίπλοκη Σχέση

Το 2020 υπήρξε το έτος της πανδημίας και το 2021 θα αποτελεί το έτος της πολιτικής διαχείρισης των συνεπειών της. Σε αντίθεση με παλαιότερες κρίσεις όμως, δεν είναι ξεκάθαρο ακόμα πώς τα ζητήματα που η πανδημία δημιούργησε ανταποκρίνονται στα συνηθισμένα σημεία της πολιτικής γεωγραφίας. Την περίοδο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» η ιδεολογική διαμάχη αφορούσε την έκταση των νέων μέτρων ασφάλειας και παρακολούθησης, τις σχέσεις με το Ισλάμ και τις πολιτικές της κυβέρνησης Μπους. Την περίοδο της οικονομικής κρίσης είχαμε τους οπαδούς της λιτότητας να αντιπαρατίθενται σε αυτούς που πρότειναν μια πιο επεκτατική πολιτική. Και στις δυο περιπτώσεις, οι ιδεολογικές παραδόσεις της αριστεράς και της δεξιάς προσέφεραν μια πυξίδα και σημείο αναφοράς για την αντιπαράθεση διαφορετικών προτάσεων.

Στην περίπτωση της πανδημίας όμως ο πολιτικός διάλογος εμφανίζει μια πολύ πιο περίπλοκη εικόνα. Την άνοιξη και το καλοκαίρι ήταν σύνηθες να ακούμε ότι «λαϊκιστικές» κυβερνήσεις αγνοούσαν τον κίνδυνο του ιού. Αν αυτό φαινόταν να ισχύει στις περιπτώσεις των προέδρων Τραμπ στις ΗΠΑ και Μπολσονάρο στην Βραζιλία, δεν περιέγραφε επαρκώς περιπτώσεις όπως αυτή της Πολωνίας, της οποίας η εθνικιστική κυβέρνηση διαχειρίστηκε ικανοποιητικά το πρώτο κύμα, ή της Σουηδίας, της οποίας η κεντροαριστερή κυβέρνηση έχει πρωταγωνιστήσει σε ένα μοναδικό παγκοσμίως πείραμα με πολύ λίγα μέτρα. Σήμερα αντίθετα, όπου το σύνολο της Ευρώπης βρίσκεται στο μέσο μιας τραγικής αναζωπύρωσης, η ιδεολογική ταυτότητα των κυβερνήσεων φαίνεται πια να μην παίζει και τόσο ρόλο στην αντιμετώπιση του ιού που, δυστυχώς, φαίνεται ότι «κάνει τον κύκλο του» ανεμπόδιστος από μέτρα και περιορισμούς.

Ένας άλλος παράγοντας που επιτείνει την πολιτική σύγχυση είναι το ερώτημα του τι ακριβώς συνιστά «επιτυχία» στην αντιμετώπιση του ιού. Καθώς τα συνεχή λοκντάουν επιφέρουν όλο και μεγαλύτερη οικονομική ζημιά, το αρχικό μέτρο επιτυχίας – ο περιορισμός των θανάτων – φαίνεται να υποχωρεί υπό το βάρος της συνειδητοποίησης του οικονομικού κόστους. Από ένα σημείο και μετά το αντικείμενο της πολιτικής συζήτησης φάνηκε να έγινε «υγεία εναντίον οικονομίας», ένα χάσμα το οποίο αντανακλά ταξικές αλλά και ηλικιακές διαφορές. Το κόστος των μέτρων έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο ότι πέφτει στους ώμους των λιγότερο πλούσιων και ιδιαίτερα των νεώτερων, αυτών που δεν μπορούν να δουλεύουν από το σπίτι ή εργάζονται σε τομείς (π.χ. εστίαση) που αναγκάζονται να αναστείλουν την λειτουργία τους. 

Δεν είναι ξεκάθαρο όμως ακόμα πώς μεταφράζονται ιδεολογικοπολιτικά όλα αυτά. Στην αρχή της κρίσης ήταν σύνηθες να ταυτίζεται η φιλο-οικονομική οπτική με την νεοφιλελεύθερη δεξιά, ιδιαίτερα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία. Η στήριξη στα λοκντάουν αντίθετα εκπορεύτηκε από αυτό που θα αποκαλούσαμε «φιλελεύθερο κέντρο», το οποίο με τον συνήθη ηθικισμό του κατηγόρησε όσους δεν συμμορφώνονταν με τα λοκντάουν για ανευθυνότητα και εγωισμό. Καθώς η πανδημία προχωρά όμως ακόμα και αυτό το ιδεολογικό σύνορο φαίνεται να μην είναι τόσο απόλυτο. Οι κυβερνήσεις που προέτασσαν την «ζωή» και την «υγεία» την άνοιξη – οι περισσότερες μετριοπαθούς κεντροαριστερής ή κεντροδεξιάς απόχρωσης – αναγκάστηκαν να κρατήσουν τις οικονομίες τους ανοικτές το φθινόπωρο για να αντισταθμίσουν τις απώλειες των προηγούμενων μηνών. Το αποτέλεσμα ήταν η φονική επιστροφή της πανδημίας, ακόμα και σε χώρες που είχαν πάρει «καλό βαθμό» στο πρώτο κύμα όπως η Γερμανία και η Ελλάδα. Από την άλλη, οι φωνές ενάντια στα λοκντάουν πληθαίνουν πια και από χώρους άλλους από την νεοφιλελεύθερη δεξιά. Οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι που δυσανασχετούν είναι κατά τεκμήριο πολύ πιο προοδευτικοί από τον μέσο όρο σε άλλα ζητήματα όπως το περιβάλλον και τα ατομικά δικαιώματα. Πολλοί εξ άλλου είναι μέλη εθνικών και φυλετικών μειονοτήτων, άνθρωποι για τους οποίους τα λοκντάουν επιτείνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Λόγω αυτού αναδύονται αργά αλλά σταθερά και επιχειρήματα αριστερής προέλευσης ενάντια στα μέτρα.

Ένα τρίτο ζήτημα είναι πώς διαπλέκεται η πανδημία με την κύρια ιδεολογική διαμάχη της διεθνούς πολιτικής σήμερα, αυτή μεταξύ της παγκοσμιοποίησης και του έθνους-κράτους. Χαρακτηριστική είναι εδώ η αποστροφή στα πρόσφατα απομνημονεύματα του Μπαράκ Ομπάμα ότι «η πανδημία απέδειξε την ανάγκη διεθνούς συνεργασίας». Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα τοποθέτηση αν αναλογιστούμε ότι οι χώρες που έχουν αποφύγει τις χειρότερες υγειονομικές συνέπειες είναι νησιά (Ταϊβάν, Ισλανδία) που κράτησαν τα σύνορά τους κλειστά σε διάφορες φάσεις της κρίσης – ακόμα και η εξαιρετικά δημοφιλής πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Τζασίντα Αρντέρν βάσισε την επιτυχία της σε μια πολιτική ερμητικά κλειστών συνόρων που θα ζήλευε και ο πιο φανατικός ακροδεξιός εχθρός της μετανάστευσης. Αυτές τις ημέρες βλέπουμε πώς, ενόψει των νέων για μια μετάλλαξη του ιού στην Μεγάλη Βρετανία, η πρώτη αντίδραση άλλων χωρών είναι να κλείσουν αεροδρόμια και μεταφορές.

Φυσικά είναι δύσκολο να αρνηθεί κάποιος ότι σε άλλους τομείς η αξία της διεθνούς συνεργασίας έγινε πασιφανής. Η γρήγορη ανακάλυψη εμβολίων οφείλει πολλά στην ανταλλαγή και διάχυση γνώσης, τεχνογνωσίας και ιδεών πέρα και πάνω από σύνορα. Η αποτροπή νέων πανδημιών στο μέλλον είναι επίσης σαφές ότι δεν θα μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με στενή συνεργασία μεταξύ διαφόρων κρατών. Όμως στην περίπτωση του εμβολίου βλέπουμε έναν διεθνή ανταγωνισμό μεταξύ χωρών ή εμπορικών μπλοκ όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση για την πρόσβαση σε εμβόλια, καθώς και την χρήση τους για σκοπούς ιδεολογικής προπαγάνδας, όπως κάνει η Ρωσία. Από πολλές απόψεις η φάση του εμβολίου δεν αποκαθιστά την «κανονικότητα» της παγκοσμιοποίησης μετά από πρόσκαιρους περιορισμούς, αλλά αντίθετα επιτείνει προϋπάρχουσες τάσεις ενίσχυσης των ιδεών της κυριαρχίας, των συνόρων και της γεωπολιτικής.

Καθώς συμπληρώνουμε έναν χρόνο ζωής με την πανδημία, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει τόσο πολύ σε σχέση με τον Απρίλιο, όταν η καταλληλότερη απάντηση στο ερώτημα για το ποιες θα είναι οι πολιτικές επιπτώσεις της κρίσης ήταν: «είναι ακόμα πολύ νωρίς». Ζούμε κοσμογονικές αλλαγές των οποίων το πολιτικό και ιδεολογικό αποτύπωμα θα πάρει χρόνια για να γίνει ξεκάθαρο. Το ότι θα αργήσει φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι και πάρα πολύ μεγάλο.

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News