ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο πόλεμος, νέα πρόκληση για τον χρηματοπιστωτικό τομέα

Ο πόλεμος, νέα πρόκληση για τον χρηματοπιστωτικό τομέα

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι προ πάντων μια τεράστια τραγωδία με ήδη μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές, η οποία παράλληλα οδηγεί σε μακροπρόθεσμες γεωπολιτικές αναδιαμορφώσεις. Η επίπτωση στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι ένας παράγοντας που σίγουρα πρέπει να υπολογιστεί. Μέχρι στιγμής οι αναλυτές έχουν εστιάσει κυρίως στις επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων, καθώς και στην αρχική αστάθεια των αγορών.

Οσον αφορά τις κυρώσεις, το τραπεζικό σύστημα της Ρωσίας έχει υποβληθεί σε μια σειρά περιορισμών, εμποδίζοντας τη ρωσική κεντρική τράπεζα να έχει πρόσβαση στα συναλλαγματικά της αποθέματα (562 δισ. ευρώ) και επηρεάζοντας βαθύτατα τη ρωσική οικονομία.

Οι χρηματοοικονομικές συνθήκες στην Ευρώπη επιδεινώνονται αλλά συμβαδίζουν με τα ιστορικά προηγούμενα και οι ενδείξεις των αγορών για τον πιστωτικό κίνδυνο και τον κίνδυνο ρευστότητας φαίνονται σχετικά σταθερές. Η επίπτωση όμως στα ευρωπαϊκά και εν γένει δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορεί να γίνει κατανοητή διαχωρίζοντας τους κινδύνους σε άμεσους και έμμεσους. Οι άμεσοι κίνδυνοι αφορούν κυρίως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με πελάτες (καταθέτες ή πιστούχους) ή επενδύσεις/θυγατρικές στη Ρωσία. Τα περισσότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν σχετικά περιορισμένη έκθεση στην κρίση, καθώς τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία αποτελούν περιορισμένο ποσοστό του παγκόσμιου τραπεζικού κεφαλαίου. Ενας πολύ μικρός αριθμός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Δύσης θα επηρεαστεί άμεσα, ενώ οι αγορές μετά τις πρώτες ημέρες της εισβολής δείχνουν ανθεκτικές, με περιορισμένα σημάδια αναταραχής ως άμεσο αποτέλεσμα του πολέμου.

Οι έμμεσοι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι σημαντικότεροι και θέλουμε να εστιάσουμε σε δύο: στον κίνδυνο κυβερνοεπίθεσης και στον κίνδυνο αγοράς. Πρώτον, ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι ένα εξαιρετικά αλληλένδετο οικοσύστημα, το οποίο μπορεί να κρύψει ευάλωτα σημεία. Ενας μεγάλος κίνδυνος που ξεχωρίζει, είναι μια εκτενής κυβερνοεπίθεση, προκαλώντας σοβαρές προκλήσεις στη σταθερότητα του τραπεζικού τομέα. Βραχυπρόθεσμα, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να αναλάβουν άμεσα υλοποιήσιμες δράσεις, ώστε να θωρακιστούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Η ενίσχυση μιας καλά εκπαιδευμένης Ομάδας Αντιμετώπισης Συμβάντων Ασφαλείας μπορεί να διασφαλίσει τον έγκαιρο εντοπισμό μιας πιθανής επίθεσης. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσουν τον καλύτερο εσωτερικό διαχωρισμό δικτύων, ώστε σε περίπτωση κυβερνοεπίθεσης να μπορούν να διαχωρίσουν γρήγορα το επηρεαζόμενο τμήμα της υποδομής, προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω εξάπλωση της επίθεσης και η επιρροή στα υπόλοιπα συστήματα.

Οι κίνδυνοι αγοράς αποτελούν τον δεύτερο μεγάλο κίνδυνο, καθώς ο πληθωρισμός, η αύξηση των επιτοκίων και η επιβράδυνση της ανάπτυξης (και όχι απαραίτητα όμως ύφεσης) που θα προκαλέσουν, είναι σημείο εστίασης όλων των αναλυτών. Σε αντίθεση με την παγκόσμια κρίση του 2008 που προκλήθηκε από τις τράπεζες, η παρούσα κατάσταση αντικατοπτρίζει την οικονομική συγκυρία των διαδοχικών πετρελαϊκών κρίσεων της δεκαετίας του 1970. Το σοκ στην τιμή του πετρελαίου, μαζί με τις αυξήσεις άλλων τιμών βασικών εμπορευμάτων, είναι σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη. Η άμεση αντίδραση εμφανίζεται μέσω της μειωμένης καταναλωτικής δύναμης – καθώς και έμμεσα, με την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να κλονίζεται.

Η έκταση των μακροοικονομικών συνεπειών του πολέμου δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητή. Για την αντιμετώπιση αυτού του εξωγενούς παράγοντα απαιτείται η κινητοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ξεκινώντας από την ανώτατη διοίκηση της κάθε τράπεζας, εμπλέκοντας ομάδες στρατηγικής, διαχείρισης κινδύνων, κανονιστικής συμμόρφωσης, χρηματοδότησης, ανθρώπινου δυναμικού και επικοινωνίας. Αμεση προτεραιότητα είναι η ανάλυση του δανειακού χαρτοφυλακίου, των πελατών, των δεδομένων κινδύνων και κυρώσεων. Θα χρειαστεί η αναθεώρηση των εσωτερικών stress tests με καινούργια σενάρια επιβράδυνσης της ανάπτυξης που μπορεί με τη σειρά της να οδηγήσει σε επιδείνωση των επισφαλειών (ιδιαίτερα επώδυνο για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες μόλις παίρνουν μια ανάσα έπειτα από μία δύσκολη δεκαετία). Η στρατηγική του κάθε ιδρύματος προς τις αναπτυσσόμενες αγορές θα απαιτήσει πιο εκτενή ανάλυση, τόσο στους μεσοπρόθεσμους όσο και στους πιο μακροπρόθεσμους κινδύνους.

* Ο κ. Βασίλης Αντωνιάδης είναι Senior Partner της BCG και επικεφαλής του Χρηματοπιστωτικού Κλάδου για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

** Ο κ. Χρυσός Καβουνίδης είναι Partner της BCG και επικεφαλής της BCG Ελλάδας και Κύπρου.

*** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής. 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News