ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα εθνικά νομίσματα γίνονται ψηφιακά

Οι κεντρικές τράπεζες εκτυπώνουν κάθε τόσο τα χρήματα που εκδίδουν για να συμπεριλαμβάνουν νέα χαρακτηριστικά ασφαλείας. Η επόμενη ενημέρωση που θα γίνει θα είναι η εισαγωγή ψηφιακών νομισμάτων.

Τα ψηφιακά νομίσματα Kεντρικών Τραπεζών (Central Bank Digital Currencies, CBDCs), θα είναι ότι πιο παρόμοιο υπάρχει με “μετρητά στο πορτοφόλι”, εκτός του ότι θα φυλάσσονται σε ηλεκτρονικό πορτοφόλι που θα είναι “αποθηκευμένο” στην Κεντρική Τράπεζα κάθε χώρας.

Τα CDBCs έχουν ως στόχο να  μιμηθούν δύο κρίσιμες ιδιότητες των μετρητών. Πρώτον,  ότι ο κάτοχος διατηρεί την ανωνυμία του, έτσι ώστε όταν πληρώνει με αυτά δεν χρειάζεται να αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Και δεύτερον ότι ο εκδότης του νομίσματος εξακολουθεί να είναι η Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή το κράτος, κι όχι μια ιδιωτική οντότητα.

Η χρήση μετρητών εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει περίπου το ένα πέμπτο  όλων των πληρωμών που γίνονται παγκοσμίως. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες είναι δε ακόμη πιο δημοφιλής. Το  32%  των καταναλωτών στη ευρωζώνη δηλώνουν ότι προτιμούν να χρησιμοποιούν μετρητά για πληρωμές. Αλλά οι διαφορές μεταξύ χωρών είναι φορές πολύ μεγάλες. Σύμφωνα με τη Statista, η χρήση μετρητών το 2019 ήταν παρά πολύ υψηλή σε μερικές χώρες όπως η Ελλάδα που αντιπροσωπεύει 75% όλων των πληρωμών και η Γερμανία με ποσοστό 63%. Σε άλλες πάλι χώρες αυτό το ποσοστό είναι χαμηλό, όπως η Σουηδία, 13%,  το Ηνωμένο Βασίλειο, 15%, η Γαλλία 24% και η Ολλανδία 26%. Στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης φαίνεται να υπάρχει λίγο πολύ παρόμοια προτίμηση μεταξύ ψηφιακών πληρωμών ή με μετρητά: Ιταλία (57%), Πολωνία (49%), και Ισπανία (53%).

Η Σουηδία, μία από τις χώρες με την χαμηλότερη χρήση μετρητών στον κόσμο, ανακάλυψε ότι τα μετρητά είναι  απίθανο  να εξαφανιστούν τελείως. Αλλά γεγονός είναι ότι η χρήση τους όλο και θα μειώνεται καθώς προχωρεί η ψηφιοποίηση. Μάλιστα κατά την διάρκεια της πανδημίας αυτή η φθίνουσα τάση έχει επιταχυνθεί για λόγους υγιεινής.

Επίσης, η εμφάνιση των κρυπτονομισμάτων, δηλαδή ιδιωτικών ψηφιακών νομισμάτων, επέτρεψε την ανάπτυξη της σχετικής ψηφιακής τεχνολογίας. Τεχνολογίας που μπορεί να εγγυηθεί την ανωνυμία, την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια, χαρακτηριστικά που είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξή τους, και την οποία μπορούν τα CBDCs να υιοθετήσουν.

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε έτσι, ότι στο βαθμό που θα υπάρξει ανάγκη για μετρητά, δηλαδή για ανώνυμες πληρωμές, στην ψηφιακή εποχή, υπάρχει παράλληλα ένα κενό που θα μπορούσε να καλυφθεί από τα CDBCs. Και πράγματι,  ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός κεντρικών  τραπεζών σε όλο τον κόσμο  βρίσκονται σε κάποιο στάδιο ανάπτυξης τέτοιων νομισμάτων, με  έως και 7 χώρες να βρίσκονται σε προηγμένη φάση.

Η Κίνα ήδη πιλοτάρει ένα ψηφιακό γουάν, με τη φιλοδοξία να λειτουργήσει αυτό κατά τη διάρκεια των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2022,  και να χρησιμοποιηθεί από τους ξένους αθλητές. Η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα (ψηφιακό δολάριο),  η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΕΚΤ (e-euro) και η Τράπεζα της Αγγλίας (Britcoin), εξετάζουν όλες ένα ψηφιακό ισοδύναμο του δικού τους νομίσματος.

Αλλά γιατί είναι αυτά τα ψηφιακά νομίσματα ενδιαφέροντα για τον καταναλωτή; Στην ζώνη του ευρώ και μόνο, προσφέρονται αρκετές εναλλακτικές λύσεις ψηφιακής πληρωμής. Από  το e-banking, έως τις κάρτες μετρητών, τις εφαρμογές τηλεφώνου και τις πιστωτικές κάρτες, η δυνατότητα ηλεκτρονικής πληρωμής είναι τόσο ευρέως διαθέσιμη όσο και δημοφιλής.

Ωστόσο, αυτές οι λύσεις δεν εγγυούνται την ανωνυμία και δεδομένου ότι είναι ιδιωτικές, ο καταναλωτής χρεώνεται για την χρήση τους. Εδώ είναι όπου η ύπαρξη ηλεκτρονικών μετρητών θα μπορούσε να προσφέρει μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική λύση. Τα CBDCs που παρέχονται από δημόσια αρχή μπορούν ενδεχομένως  να  μειώσουν  το κόστος για τον καταναλωτή. Από την άλλη όμως, αν το κόστος είναι το κίνητρο ανάπτυξής τους, κανείς θα αναρωτιόνταν γιατί υπάρχει ανάγκη για μια δημόσια λύση σε αυτό το πρόβλημα. Γιατί δεν παρέχει εναλλακτικά το κράτος τις συνθήκες για την δημιουργία ανταγωνιστικών ιδιωτικών λύσεων;

Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο, εάν λάβουμε υπόψη ότι τα ηλεκτρονικά μετρητά δεν μπορούν να είναι απεριόριστα. Αντιθέτως, τα χρήματα που φεύγουν από εμπορικούς τραπεζικούς λογαριασμούς και πηγαίνουν στην Κεντρική Τράπεζα για σκοπούς μετρητών, είναι χρήματα που οι τράπεζες δεν μπορούν να “ρίξουν” στην οικονομία. Έτσι περιορίζεται η ικανότητα τους να χρηματοδοτούν την ανάπτυξη. Τέλος, τα ψηφιακά μετρητά, επειδή προστατεύουν την ανωνυμία (τουλάχιστον θεωρητικά) ελκύουν παράνομες συναλλαγές, γι’ αυτό και πρέπει να περιορίζονται.

Ίσως ένα τελευταίο κίνητρο πίσω από το ενδιαφέρον για τα CBDCs μπορεί να προέρχεται από τις ίδιες τις κεντρικές τράπεζες. Ένα ψηφιακό ισοδύναμο του υποκείμενου νομίσματος, μπορεί ενδεχομένως να αυξήσει την ελκυστικότητα του  νομίσματος εκτός των συνόρων του.

Είναι αλήθεια ότι μια ψηφιακή λύση καθιστά το νόμισμα πιο άμεσα διαθέσιμο. Ωστόσο, αυτό μπορεί να βοηθήσει μόνο οριακά. Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ένα νόμισμα χρησιμοποιείται παγκοσμίως έχει να κάνει με την αξία και τη σταθερότητα που αντιπροσωπεύει πρωτίστως. Έτσι, για παράδειγμα, το ψηφιακό γουάν, το οποίο είναι αναβισβήτητα το πιο προηγμένο ψηφιακό νόμισμα, δεν μπορεί να εκτοπίσει το δολάριο από την ηγετική του θέση, όταν το ίδιο το υποκείμενο νόμισμα, το ρενμίνμπι, δεν είναι καν μετατρέψιμο εκτός Κίνας.

Αντίστοιχα, αν η εισαγωγή του ηλεκτρονικού ευρώ εν μέρει υποκινείται από την επιθυμία της ΕΚΤ να αυξήσει την παγκόσμια ελκυστικότητα του ευρώ, η ψηφιακή μετάβαση δεν είναι επαρκής.  Άλλες θεσμικές ιδιότητες του ευρώ χρειάζονται για να μπορέσει ν ’αυξηθεί η παγκόσμια χρήση του.

Ηλεκτρονικά μετρητά στην τσέπη, είναι μεν το μέλλον, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο τι πραγματική καινοτομία προσφέρουν στον τρόπο πληρωμών. Αμφιβάλω δε ότι καλύπτει πλήρως την σιγουριά που αισθάνεται ο κάθε πολίτης όταν έχει χρήματα κάτω από το μαξιλάρι.

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News