ΑΠΟΨΕΙΣ

Στρατηγική αυτονομία ή στρατηγική συμμαχία;

Την ημέρα της ορκωμοσίας του νέου προέδρου στις ΗΠΑ, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)  δεν έχασαν ευκαιρία να εκφράσουν την ανακούφισή τους για το γεγονός ότι ο “παγκόσμιος ηγέτης” επέστρεφε, έτοιμος να συνεργαστεί και να βοηθήσει στην επίλυση κοινών προβλημάτων.

Αλλά η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος δεν είχε σταματήσει όσο οι ΗΠΑ λείπανε από τα παγκόσμια κοινά. Η ΕΕ είχε κάνει μεγάλα βήματα για την απόκτηση της αυτονομίας της. Σχεδόν εξαναγκασμένη από την προηγούμενη μη συνεργάσιμη αμερικανική κυβέρνηση, η ΕΕ προχώρησε σε διμερείς συζητήσεις με τρίτους εταίρους, με στόχο την προστασία των δικών της συμφερόντων.

Γεγονός όμως είναι ότι η επιδίωξη της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία είναι εκ των πραγμάτων μια προσπάθεια κατά κάποιο τρόπο ‘ανεξαρτησίας’ από τις HΠΑ. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται όμως τώρα που η κυβέρνηση άλλαξε, είναι αν χρειαζόμαστε μια τέτοια επιδίωξη. Αλλά πάλι μήπως είναι η επιδίωξη αυτονομίας μονόδρομος;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα εξαρτηθεί από το πόσο ευθυγραμμισμένες θα είναι οι ΗΠΑ με την ΕΕ στα μεγάλα παγκόσμια θέματα. Αναμφισβήτητα, υπάρχει μεγάλο περιθώριο για τους δύο να ευθυγραμμιστούν στο θέμα της κλιματικής αλλαγής αλλά και για το πώς θα καταπολεμήσουμε την πανδημία. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, θα υπάρξουν και σημαντικές  διαφωνίες.

Η πιο προφανής διαφωνία είναι πώς πρέπει να ρυθμίσουμε τις μεγάλες ψηφιακές εταιρείες που θεωρούνται ότι έχουν αποκτήσει υπερβολική δύναμη εις βάρος του καταναλωτή. Ταυτόχρονα,  και δεδομένης της παγκόσμιας εμβέλειάς τους, δεν είναι σαφές πώς μπορούμε να φορολογήσουμε τις υπηρεσίες που παρέχουν.

Η ΕΕ φαίνεται να είναι πολύ πιο ξεκάθαρη σε αυτό το θέμα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε μια πρόταση πράξης για την Ψηφιακή Αγορά, στην οποία προτείνει να  επιτηρεί τις μεγάλες ψηφιακές εταιρείες, με σκοπό να μπορεί να εμποδίζει τη απόκτηση υπερβολικής δύναμης. Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι η πρόταση αυτή είναι εξωεδαφικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ, ανεξάρτητα από το αν έχουν την έδρα τους στην ΕΕ. Αυτό είναι απαραίτητο γιατί αλλιώς ο νόμος δεν θα μπορεί να καλύπτει τις μεγάλες ψηφιακές επιχειρήσεις που είναι όλες μη Ευρωπαϊκές. Αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί την εντύπωση ότι η ΕΕ επιδιώκει να επιτεθεί σε αμερικανικές επιχειρήσεις, γεγονός που καμία κυβέρνηση, ούτε η τωρινή, θα πάρει ελαφρά.

Εάν η ρύθμιση αφορά τον έλεγχο του μεγέθους των μεγάλων επιχειρήσεων, η φορολογία αφορά την ανακατανομή των κερδών τους. Μετά από πολλές προσπάθειες συντονισμού στο επίπεδο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας κι Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο πρόεδρος Trump αποσύρθηκε από τις διεθνείς φορολογικές διαπραγματεύσεις το καλοκαίρι του 2020. Οι Γαλλικές αρχές είχαν επανειλημμένα υποστηρίξει ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία σε διεθνές επίπεδο, θα φορολογούσαν μονομερώς τους μεγάλους τεχνολογικούς ομίλους. Οι ΗΠΑ θεωρούν μια τέτοια πράξη απόλυτα αθέμιτη, αν όχι επιθετική, καθώς επηρεάζει  σε μεγάλο βαθμό, και πάλι,  αμερικανικές εταιρείες, κι έτσι απειλήσαν με αντίποινα. Με την αλλαγή κυβέρνησης,  οι δύο πλευρές έχουν κηρύξει εκεχειρία και συμφώνησαν να συζητήσουν εκ νέου στο πλαίσιο του πολυμερούς φορολογικού πλαισίου του ΟΟΣΑ  στην αρχή αυτού του έτους. Αυτή θα είναι η πρώτη πρόκληση για τη νέα ηγεσία του ΟΟΣΑ.

Φυσικά παραμένει το θέμα της Κίνας. Η αλλαγή διοίκησης στις ΗΠΑ δεν θα αλλάξει τις πολιτικές  της  σε αυτό το θέμα. Αν μη τι άλλο, η κυβέρνηση Biden θα επιδιώξει να σκληρύνει την Αμερικανική στάση συγκαλώντας  μια ‘σύνοδο κορυφής  για τη δημοκρατία’. Επιδιώκει έτσι να δημιουργήσει ένα κοινό μέτωπο από ομοϊδεάτες χώρες ενάντια στην Κίνας. Η ΕΕ, από την άλλη πλευρά, είναι πολύ απρόθυμη και επιμένει ότι δεν θέλει να πάρει θέση, προτιμώντας αντ’ αυτού να διατηρήσει μια πολύ συναλλακτική σχέση με την Κίνα. Η κοινή γνώμη στην ΕΕ γίνεται όμως όλο και πιο δυσμενής, παρόλο που αναγνωρίζει ότι η Κίνα είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Η ΕΕ μπόρεσε να παίξει το παιχνίδι αναμονής όσο η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν περίεργη. Αυτό όμως είναι πολύ πιο δύσκολο με ένα πολύ πιο φιλικό Αμερικανό Πρόεδρο.  

Έτσι, όσον αφορά την ρύθμιση των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, η ΕΕ είναι σαφής ως προς το πώς θέλει να προχωρήσει. Οι ΗΠΑ είναι πολύ πιο διστακτικές. Όσον αφορά την Κίνα όμως, οι ΗΠΑ είναι ξεκάθαρα ανταγωνιστικές, ενώ η ΕΕ προτιμά να κρατά μια θέση περισσότερο ουδέτερη. 

Αλλά ενώ τα οικονομικά συμφέροντα μπορεί να μην είναι πάντα ευθυγραμμισμένα, διακυβεύονται πολλά περισσότερα από την οικονομία.  Μου είναι δύσκολο να φανταστώ πως μπορεί είτε η ΕΕ ή οι ΗΠΑ να εξασφαλίσουν μεγαλύτερα οφέλη λειτουργώντας μόνες του. Μας δίνεται μια μοναδική ευκαιρία να αποκαταστήσουμε όχι μόνο αυτά που η προηγούμενη Αμερικανική κυβέρνηση ρίσκαρε τόσο απρόσεκτα, αλλά και να κάνουμε πρόοδο σε θέματα που θα σταματήσουν μια αυξανόμενα διαιρεμένη υφήλιο.

Στις 20 Ιανουαρίου, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Charles Michel μίλησε για μια “Ευρώπη που παίζει σταθεροποιητικό και εποικοδομητικό ρόλο … σύμφωνα με το πραγματικό μας βάρος στον κόσμο… .” Αλλά “πραγματικό βάρος” έρχεται με την οικοδόμηση στρατηγικών συμμαχιών.

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News