The New York Times Τρίτη 6/09/2022, 07:08 ALEX VADUKUL
THE NEW YORK TIMES

Πωλείται: Το «πιο σέξι» ξενοδοχείο με ιστορία 50 ετών

Πωλείται: Το «πιο σέξι» ξενοδοχείο με ιστορία 50 ετών

Το Liberty Inn, το τελευταίο ξενοδοχείο που χρεώνει τη διαμονή ανά ώρα στην περιοχή της παλιάς κρεαταγοράς (Meatpacking district) του Μανχάταν, βρίσκεται μόνο του σε ένα μικρό τριγωνικό οικοδομικό τετράγωνο επί του αυτοκινητόδρομου West Side Highway. Στην ιστοσελίδα του διαφημίζει τα δωμάτια ως «τα πιο σέξι» της πόλης, και επί σχεδόν 50 χρόνια αποτελεί καταφύγιο για τα απογευματινά πάθη, τους κρυφούς δεσμούς και τις μεσημεριανές αποδράσεις.

Όταν λοιπόν ανακοινώθηκε ότι πωλείται έναντι 25 εκατ. δολαρίων, αποφάσισα να μπω, ώστε να δω από κοντά τα βιτζιόζικα ίχνη της παλιάς Νέας Υόρκης, προτού χαθούν για πάντοτε.

Το ξενοδοχείο είναι ένα άχρωμο τριώροφο κτίριο από τούβλα με μία μπορντό τέντα. Πολλά χρόνια προτού τα κεντρικά γραφεία της Google στη Νέα Υόρκη εμφανίστηκαν μερικά στενά παρακάτω, το μικρό κτίριο του ξενοδοχείου είχε αντέξει μεγάλες αλλαγές, παραμένοντας ίδιο ενόσω η ιστορία του Μανχάταν πέρασε από αρκετές διαφορετικές φάσεις.

Εκεί όπου άλλοτε βρίσκονταν εργοστάσια κρέατος και αφτεράδικα, τώρα βρίσκει κανείς καταστήματα για brunch που απευθύνονται στους εργαζομένους του τεχνολογικού κλάδου και ξενοδοχεία boutique, συμπεριλαμβανομένου του Standard, το οποίο φιλοξενεί στο ρετιρέ του το κλαμπ Le Bain. Από την άλλη πλευρά του αυτοκινητόδρομου βρίσκεται το τεχνητό νησί Little Island, το οποίο χτίστηκε έναντι περίπου 260 εκατ. δολαρίων και ξεπροβάλλει στη μέση του ποταμού Hudson.

Πωλείται: Το «πιο σέξι» ξενοδοχείο με ιστορία 50 ετών-1

*Jeenah Moon/The New York Times

Στις αρχές του 1900 έφερε την επωνυμία Strand Hotel και ήταν οικοτροφείο για ναύτες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ήταν το Hide-a-Way Motel. Και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, το ξενοδοχείο μοιραζόταν το κτίριο με το Anvil, ένα διάσημο gay κλαμπ.

Όταν πέρασα από εκεί, μία οικογένεια τουριστών αγόραζε παγωτό ακριβώς έξω από την είσοδο. Μέσα στο στενό σαλόνι του ξενοδοχείου, ένας αυτόματος πωλητής έδινε προφυλακτικά, μπισκότα και γλυκά, και η ρεσεψιόν προστατευόταν με αλεξίσφαιρο γυαλί. Σε μία πινακίδα φαίνονταν οι χρεώσεις των δωματίων: 95 δολάρια για διαμονή δύο ωρών, 155 δολάρια για έξι ώρες.

Μπήκα στο Δωμάτιο 204, μία βολική «φωλιά» με κόκκινο φωτισμό. Το προσκεφάλι του κρεβατιού ήταν από ψεύτικο δέρμα ερπετού. Στο ταβάνι βρισκόταν ένας καθρέφτης. Στην πόρτα υπήρχε ένα σημείωμα που έγραφε: «ΠΑΝΤΟΤΕ να κλειδώνετε την πόρτα, ώστε να μην μπαίνει κανείς κατά λάθος».

Ο Edward Raboy, ο περίπου 70 ετών ιδιοκτήτης, είπε ότι ο πατέρας του διαχειριζόταν την επιχείρηση όταν το ξενοδοχείο αποκαλείτο «Hide-a-Way». Προσέθεσε ότι ανέλαβε τη διαχείριση το 1977, όταν οι εργαζόμενοι με ματωμένες ποδιές της κρεαταγοράς εξακολουθούσαν να δουλεύουν στην γειτονιά, και σύντομα ανέλαβε την επιχείρηση με τη γυναίκα του.

Κατά τη διάρκεια μίας περιήγησης, επισκεφθήκαμε το Δωμάτιο 103, το οποίο είχε ένα τζακούζι και πίνακες που απαθανάτιζαν σε σέξι πόζες τους χαρακτήρες από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων».

«Η ομάδα μας καθαρίζει ενδελεχώς κάθε εκατοστό του κάθε δωματίου», δήλωσε. «Ακόμη και όταν αρχίσαμε να λειτουργούμε, ήμασταν το καθαρότερο ξενοδοχείο σύντομης διαμονής στην πόλη».

Το Δωμάτιο 104 έλαμπε από ένα ηρεμιστικό μπλε φως. Το Δωμάτιο 209 είχε μία χειροποίητη τοιχογραφία στο ταβάνι που παρουσίαζε ένα ζευγάρι σε παιχνιδιάρικη διάθεση. Το κρεβάτι στο Δωμάτιο 210, το οποίο κατά τον κ. Raboy είναι ένα από τα πιο δημοφιλή του ξενοδοχείου, είχε ως προσκεφάλι δύο τεράστια κόκκινα χείλη. «Υπάρχει κάτι χαριτωμένο και διαφορετικό σε κάθε δωμάτιο», δήλωσε.

«Προσπαθούμε να κάνουμε τον κόσμο να περάσει καλά εδώ», προσέθεσε. «Δεν τους ακολουθούμε στα δωμάτιο, αλλά καταλαβαίνουμε τι κάνουν εκεί μέσα».

Αναπολώντας τα χρόνια που πέρασε στη διαχείριση του Liberty, ο κ. Raboy δήλωσε ότι η απόφαση για πώληση του κτιρίου ήταν γλυκόπικρη, ενώ προσέθεσε ότι έβγαζε νόημα. Είπε ότι ήθελε να συνταξιοδοτηθεί και ότι μεταξύ των λόγων παραίτησής του από τον χώρο είναι και η ανάπλαση της περιοχής.

«Έχουν αλλάξει τόσο πολλά από τη δεκαετία του 1970, όταν αποκαλούσα αυτή την περιοχή «Wild (έξαλλη) West Side», δήλωσε. «Τώρα έχει μετατραπεί σε ένα σχεδόν κοιμισμένο μέρος».

Μετά την περιήγηση έκατσα στην απέναντι πλευρά του δρόμου, για να παρατηρήσω τον κόσμο που έμπαινε και έβγαινε από το Liberty. Ένας άνδρας συνόδευε μία γυναίκα με την αυτοπεποίθηση κάποιου που έχει ξαναμπεί. Ένα άλλο ζευγάρι μπήκε κάπως διστακτικά. Όσο παρακολουθούσα τα ζευγάρια να εισέρχονται στην πόλη το απόγευμα, συνειδητοποίησα ότι όλοι κρατιούνταν από το χέρι.

Copyright:
2022 The New York Times

Διαβάστε επίσης:

Πουλήθηκε το πιο εμβληματικό καμπαρέ του Παρισιού

Είναι επίσημο: Το να ξοδεύεις είναι ντεμοντέ

Γκαλερί ή αεροδρόμιο; «Αέρας» Νέας Υόρκης πριν ακόμη φτάσεις στην πόλη

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News