ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το αδύναμο ευρώ, οι «πληγές» της πανδημίας και ο κρυφός άσσος στο μανίκι της ΕΚΤ

Το αδύναμο ευρώ, οι «πληγές» της πανδημίας και ο κρυφός άσσος στο μανίκι της ΕΚΤ

Το ευρώ «αποχαιρετά» το 2021 σημαντικά αποδυναμωμένο έναντι του δολαρίου. Στις αρχές τoυ έτους, η ισοτιμία του ήταν στο 1,23 έναντι του αμερικανικού νομίσματος και τώρα, λίγες ημέρες πριν από την έλευση της νέας χρονιάς, έχει υποχωρήσει στο 1,13 και με τα προγνωστικά να κάνουν λόγο για ακόμη μεγαλύτερες απώλειες το 2022.

Στη διάρκεια του 2021, το δεύτερο πιο σημαντικό νόμισμα στον κόσμο απώλεσε το 9% της αξίας του έναντι του δολαρίου. Μόνο στη διάρκεια του Νοεμβρίου υπέστη πτώση 3%, υποχωρώντας σε ναδίρ 16 μηνών. 

Ποια όμως είναι τα «βαρίδια» που συμπιέζουν το ευρώ και γιατί δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα φως στο τούνελ; Είναι αρκετοί οι λόγοι που οι επενδυτές στρέφουν την πλάτη τους στο ενιαίο νόμισμα, τόσο οικονομικοί όσο και γεωπολιτικοί. 

Το πολιτικό «θερμόμετρο» έχει ανέβει επικίνδυνα: Οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας σε αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την επαναφορά περιοριστικών μέτρων ανάσχεσης του κορωνοϊού, η ένταση στα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας εξαιτίας των μεταναστευτικών ροών, αλλά και η κλιμάκωση της κρίσης  μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Στο «μέτωπο» της οικονομίας, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ανήλθε στο ιστορικό υψηλό του 4,9% τον Νοέμβριο, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Eurostat, κυρίως εξαιτίας του άλματος των τιμών ενέργειας(+27,4%).

Η τύχη του ενιαίου νομίσματος βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και στην προοπτική υψηλότερων επιτοκίων που φέρνει η άνοδος του πληθωρισμού.

Πληθωρισμός και κεντρικές τράπεζες: Αντίθετοι δρόμοι σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη 

Οι αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών -της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Ευρωζώνη και της Φέντεραλ Ριζέρβ των ΗΠΑ- είναι καθοριστικής σημασίας για την πορεία των νομισμάτων και τη διαμόρφωση της ισοτιμίας του ευρώ με το δολάριο. Τόσο η ΕΚΤ όσο και η FED είχαν ανοίξει τις κάνουλες ρευστότητας στη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, στηρίζοντας τις οικονομίες με μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, κυρίως αγορές κρατικών ομολόγων.

Τώρα όμως, με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να έχει ξεπεράσει το 6%, οι αναλυτές προεξοφλούν ότι οι τίτλοι τέλους στο QE της FED θα πέσουν νωρίτερα από ό,τι στην Ευρωζώνη. ‘Ηδη η FED έχει αρχίσει σταδιακά να κλείνει τις στρόφιγγες, μειώνοντας τις αγορές ομολόγων και με προοπτική ολοκλήρωσης αυτού του κύκλου ποσοτικής χαλάρωσης στο δεύτερο ήμισυ του 2022.

Στον αντίποδα, η ΕΚΤ συζητά την αντικατάσταση του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης(PEPP), ύψους 1,85 τρισ. ευρώ, όταν θα εκπνεύσει, τον Μάρτιο του 2022. 

Σε επίπεδο επιτοκίων,  ο πρόεδρος της FED, Tζερόμ Πάουελ έχει προλειάνει το έδαφος για σειρά επιτοκιακών αυξήσεων από τα μέσα του 2022, ώστε να συγκρατήσει την άνοδο του πληθωρισμού, την ώρα που η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει καταστήσει σαφές ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν αμετάβλητα τουλάχιστον έως το 2023.

Οι αποκλίσεις στη χάραξη νομισματικής πολιτικής μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωζώνης είναι υπέρ του δολαρίου, δημιουργώντας το κατάλληλο έδαφος για περαιτέρω κέρδη έναντι του ενιαίου νομίσματος.

COVID19 και οικονομία

Ένας δεύτερος καθοριστικός παράγοντας για την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου είναι οι επιδόσεις της αμερικανικής οικονομίας και οι ρυθμοί ανάκαμψής της από την πανδημία σε σύγκριση με τις αντίστοιχες επιδόσεις της Ευρωζώνης. Με βάση τις τελευταίες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οικονομία των ΗΠΑ προβλέπεται να αναπτυχθεί φέτος με ρυθμούς 6% έναντι ανάπτυξης 5% στην Ευρωζώνη. Το χάσμα διευρύνεται το 2022, με το ΔΝΤ να βλέπει ανάπτυξη 5,2% για το ΑΕΠ των ΗΠΑ και 4,3% για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης.

Στο «κάδρο» της οικονομίας μπαίνουν και τα περιοριστικά μέτρα που επανέρχονται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες όπως Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Αυστρία και Βέλγιο εξαιτίας της αύξησης των κρουσμάτων κορωνοϊού που καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες. Στις ΗΠΑ, από την άλλη πλευρά, διαφαίνονται μικρές πιθανότητες για επιβολή νέων περιορισμών, παρότι κι εκεί τα κρούσματα αυξάνονται.

Πολιτική σταθερότητα

Η πολιτική σταθερότητα αποτελεί ακόμη έναν παράγοντα υπέρ του δολαρίου. Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα βρίσκεται στην εξουσία για τρία ακόμη χρόνια, ενώ πρόσφατα κατάφερε να περάσει τo μεγαλεπήβολο νομοσχέδιο, ύψους 1,7 τρισ. δολαρίων, για την ανοικοδόμηση της Αμερικής(Build Back Better).

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η εικόνα είναι διαφορετική. Ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης εισέρχονται σε περίοδο πολιτικής αστάθειας. Στη Γερμανία, το τέλος εποχής της Άνγκελα Μέρκελ, έπειτα από 16 χρόνια στην καγκελαρία, σημαίνει ένα νέο κεφάλαιο για την ιστορία της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας. Ο νέος καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, καλείται να στηρίξει μια οικονομία που δοκιμάζεται από την έξαρση της πανδημίας, τον πληθωρισμό σε υψηλά 28 ετών, αλλά και να αντιμετωπίσει αρκετές γεωπολιτικές προκλήσεις.

Στη Γαλλία, γεννάται το ερώτημα εάν ο Εμανουέλ Μακρόν θα επικρατήσει στις εκλογές που θα διεξαχθούν τον Απρίλιο του 2022 έναντι της Μαρίν Λεπέν. Τέλος, τα άλυτα ζητήματα μεταξύ Ε.Ε. και Βρετανίας όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις στην εποχή του Brexit συνεχίζουν να επηρεάζουν τις επιλογές των επενδυτών. 

Σε αυτή την εξίσωση έρχεται να προστεθεί η ένταση στις ρωσο-ουκρανικές σχέσεις και η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους σε επίπεδα-ρεκόρ. Το μπλόκο της Γερμανίας στον αγωγό Nord Stream 2 είχε ως αποτέλεσμα άλμα σχεδόν 10% στις τιμές φυσικού αερίου, αντικατοπτρίζοντας τις ανησυχίες της αγοράς να μείνει η Ευρώπη χωρίς φυσικό αέριο, καθώς η Ρωσία καλύπτει περισσότερο από το 40% των ενεργειακών της αναγκών.

Οι αντιεμβολιαστές

Η επαναφορά των περιοριστικών μέτρων και οι διαδηλώσεις κατά των εμβολίων σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, όπως Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία και Ιταλία φουντώνουν τις ανησυχίες για ανάκαμψη μετ’ εμποδίων της οικονομίας. Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δέχονται πιέσεις να συγκρατήσουν τις δαπάνες και να λάβουν μέτρα μείωσης του χρέους και των ελλειμμάτων που δημιούργησαν τα υποστηρικτικά μέτρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Για τους παραπάνω λόγους, οι αναλυτές προβλέπουν ότι το ευρώ θα παραμείνει αδύναμο έναντι του δολαρίου. Η υποτίμησή του καθιστά πιο ακριβά τα εισαγόμενα προϊόντα, φουντώνοντας ακόμη περισσότερο τον πληθωρισμό.

Αυτό που θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα είναι ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά τον πληθωρισμό. Δεδομένου ότι κύριο μέλημά της είναι η διαφύλαξη της σταθερότητας των τιμών, θα μπορούσε να βάλει τέλος στο «πείραμα» του QE, εγκαινιάζοντας έναν κύκλο αύξησης του κόστους χρήματος. Προς το παρόν, η άσκηση αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις της κ. Λαγκάρντ, αφήνοντας το ευρώ ανοχύρωτο μπροστά στις προκλήσεις.

Διαβάστε επίσης:

Ζει η δραχμή; Τα χαμένα δισεκατομμύρια μιας άλλης εποχής

Επενδυτικοί οίκοι: Τι φέρνει το 2022 για τα χρηματιστήρια

Ποιο κρυπτονόμισμα έδωσε κέρδη 1.300% το 2021

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News