Business & Finance Τετάρτη 2/03/2022, 16:13
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΤτΕ: Ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 3% την επόμενη δεκαετία 

ΤτΕ: Ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 3% την επόμενη δεκαετία 

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να καταγράψει ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 3% την επόμενη δεκαετία, ανέφερε σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος διά στόματος της υποδιοικήτριάς της, καθώς οι πόροι που θα έρθουν από το Ταμείο Ανάκαμψης την επόμενη τετραετία προσφέρουν τα εχέγγυα για τις αισιόδοξες αυτές προβλέψεις. 

Μιλώντας από το βήμα του FIN FORUM 2022, η Χριστίνα Παπακωνσταντίνου υπογράμμισε ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης δε θα συμβάλουν μόνο στην αύξηση των επενδύσεων, αλλά θα ενισχύσουν τη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας, καθώς πρόκειται να χρηματοδοτήσουν σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε τομείς που ενισχύουν την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή και υποστηρίζουν την αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου της οικονομίας.

Ερωτηθείσα για το πώς θα διανεμηθούν τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης, ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες της Ε.Ε. που αναμένεται να κάνουν πλήρη χρήση αυτού του χρηματοδοτικού εργαλείου, απορροφώντας το σύνολο των πόρων που δικαιούται.

Οι όροι δανεισμού είναι πολύ ευνοϊκοί για τα κράτη-μέλη. Και επιτρέπουν τη χορήγηση χαμηλότοκων δανείων προς τις επιχειρήσεις για την υλοποίηση των επενδυτικών τους σχεδίων, με ποσοστό χρηματοδότησης από το δημόσιο που μπορεί να φτάνει και το 50%. Βασική προϋπόθεση για συμμετοχή στα προγράμματα του Ταμείου είναι η βιωσιμότητα των επενδυτικών σχεδίων των επιχειρήσεων. 

Εν τέλει, πρόσβαση στα δάνεια του θα έχουν τόσο μεγάλες επιχειρήσεις όσο και μικρομεσαίες. Πράγματι, ορισμένα από τα δάνεια αναμένεται να χρηματοδοτήσουν σημαντικά έργα υποδομής, τα οποία αναπόφευκτα εκτελούνται από μεγάλους ομίλους. Παράλληλα όμως υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως η χρηματοδοτική πλατφόρμα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, στα οποία έχουν πρόσβαση και επιχειρήσεις μικρότερου μεγέθους, που θα αξιοποιήσουν τους ευνοϊκούς όρους επιτοκίου και συγχρηματοδότησης.

Αναφορικά με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, η κ. Παπακωνσταντίνου επισήμανε ότι οι τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στη βελτίωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού κατά τα τελευταία τρία έτη. Αναμένεται ότι, εντός του 2022, ο δείκτης των ανοιγμάτων σε καθυστέρηση θα υποχωρήσει για πρώτη φορά σε μονοψήφιο επίπεδο σε σχέση με άνω του 45% για το σύνολο των τραπεζών το 2016. Δύο από τις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη κατορθώσει μονοψήφιο δείκτη και οι άλλες δύο πιθανά θα το επιτύχουν το α΄ εξάμηνο του 2022. 

Ωστόσο, ο δείκτης ανοιγμάτων σε καθυστέρηση, ο οποίος ήταν 13% στα τέλη του 2021, παραμένει στην Ελλάδα σημαντικά υψηλότερος του μέσου όρου των ευρωπαϊκών τραπεζών, ακόμη και χωρίς τα νέα κόκκινα δάνεια λόγω της πανδημίας.

«Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για πλήρη εξυγίανση του χαρτοφυλακίου δανείων. Επίσης, είναι εξίσου σημαντικό να υπάρξει πρόοδος στην υλοποίηση των ήδη νομοθετημένων θεσμικών αλλαγών στο πλαίσιο της εξυγίανσης του ιδιωτικού χρέους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μεταβίβαση των κόκκινων δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών δεν αρκεί για την επίλυση του προβλήματος και απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για την αναδιάταξη των πόρων προς όφελος παραγωγικών δραστηριοτήτων».

Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί, δεν υπάρχει χώρος για εφησυχασμό καθώς, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να παρουσιάζει τον υψηλότερο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ε.Ε. Οι τράπεζες πρέπει λοιπόν να υλοποιήσουν άμεσα τις στρατηγικές τους για περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων, σε επίπεδα ανάλογα με αυτά των ανταγωνιστριών τους τραπεζών στο εξωτερικό, καθώς και να διασφαλίσουν ότι είναι σε θέση να απορροφήσουν πλήρως το κόστος της υλοποίησης των εν λόγω στρατηγικών.

Ατενίζοντας το μέλλον, οι προκλήσεις με τις οποίες θα έρθουν αντιμέτωπες οι τράπεζες σχετίζονται με τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό. Από την άλλη πλευρά, οι ίδιες αυτές προκλήσεις μπορεί να αποτελέσουν και σημαντικές ευκαιρίες για το τραπεζικό σύστημα.

«Οι πιέσεις από την ψηφιακή μετάβαση είναι αυξημένες. Εκτός από την πλευρά των ανταγωνιστών, οι προτιμήσεις των πελατών τους έχουν και αυτές αλλάξει ενισχύοντας την τάση της ψηφιοποίησης. Όπως ανέφερα, θεωρώ ότι οι τράπεζες θα ακολουθήσουν αυτή την τάση. Δεν παύει ωστόσο να είναι μία πρόκληση, για την αντιμετώπιση της οποίας απαιτείται σωστός σχεδιασμός και στρατηγική. 

Ομοίως, οι τράπεζες θα κληθούν να σχεδιάσουν στρατηγικές που να λαμβάνουν υπόψη τόσο τις ζημίες από φυσικούς κινδύνους που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, όσο και τις επιπτώσεις της μετάβασης σε μία οικονομία με χαμηλότερες εκπομπές ρύπων. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν συγκεντρωμένη δραστηριότητα εντός συνόρων – τόσο μέσω των δανείων και των επενδύσεών τους, όσο και μέσω των εξασφαλίσεων που έχουν για δάνεια που έχουν χορηγήσει. Αυτό τις καθιστά ευάλωτες στους φυσικούς κινδύνους της Ελλάδας, οι οποίοι, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, είναι αρκετά υψηλοί. 

Η Τράπεζα της Ελλάδος επιδιώκει την ενημέρωση των τραπεζών σε θέματα βιωσιμότητας, που θα τις βοηθήσει να προετοιμαστούν εγκαίρως για τις επερχόμενες θεσμικές και εποπτικές απαιτήσεις για τους συναφείς κίνδυνους, αλλά και να διαμορφώσουν κατάλληλη στρατηγική».

Σε ερώτηση για την κρίση στην Ουκρανία, ξεκαθάρισε ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί μία εξέλιξη με, καταρχάς, δραματικές επιπτώσεις στον πληθυσμό της Ουκρανίας.

Όσον αφορά την υπόλοιπη ήπειρο και τις οικονομίες της Ε.Ε., άμεσες, αλλά σχετικά περιορισμένες, επιπτώσεις αναμένεται να προέλθουν μέσω του εμπορίου, των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και των διακυμάνσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ωστόσο, η έκθεση των περισσότερων χωρών της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, στην περιοχή είναι σχετικά χαμηλή. 

Παρολαυτά, το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, και κατά συνέπεια όλες οι χώρες της Ε.Ε., ενδέχεται να επηρεαστούν αρνητικά λόγω αυξημένης αβεβαιότητας, ασθενέστερων επενδύσεων και μειωμένης κατανάλωσης. 

«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία άνευ προηγουμένου κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που, για πρώτη φορά, η Ε.Ε. αντέδρασε με τόση ταχύτητα και ένταση στην λήψη κυρώσεων για τη Ρωσία. Καθώς τα γεγονότα εξακολουθούν να εξελίσσονται, η όποια εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων περιβάλλεται από σημαντική αβεβαιότητα».

moneyreview.gr

Διαβάστε επίσης:

ΚΕΠΕ: Ανάπτυξη 8,6% το 2021 – Στο 5,2% το α΄ εξάμηνο του 2022 

Χρ. Σταϊκούρας: Συνέπειες στην οικονομία από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία

Ταμείο Ανάκαμψης: Πράσινο φως για τα πρώτα 3,6 δισ. ευρώ στην Ελλάδα

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News