BUSINESS & FINANCE

Τράπεζες: Χρονιά τόκων το 2023 – Ανοίγει ο δρόμος για μερίσματα

Τράπεζες: Χρονιά τόκων το 2023 – Ανοίγει ο δρόμος για μερίσματα

Τραπεζικά στελέχη και αναλυτές αποκαλούν το 2023 χρονιά των τόκων, καθώς θα αποτελέσει, σύμφωνα με τις προβλέψεις, χρονιά επανόδου των τραπεζών σε σταθερή κερδοφορία, ανοίγοντας τον δρόμο για τη διανομή μερίσματος. Οδηγό θα αποτελέσουν τα αυξημένα έσοδα που πυροδοτεί η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ και αρωγός σε αυτή τη δυναμική θα είναι η σημαντική πιστωτική επέκταση που αναμένουν οι τράπεζες για τη νέα χρονιά, κυρίως σε ό,τι αφορά τα δάνεια προς επιχειρήσεις που θα στηριχθούν από τους ευρωπαϊκούς πόρους που θα εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία κυρίως μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ.

Η αβεβαιότητα

Η αισιοδοξία που διατυπώνεται για το τραπεζικό σύστημα εμπεριέχει και αβεβαιότητες, με βασικότερη την απειλή για τη δημιουργία νέας γενιάς κόκκινων δανείων λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των πιέσεων που θα δεχθούν κυρίως τα νοικοκυριά. Σύμφωνα όμως με όλες τις εκτιμήσεις, ο κίνδυνος αυτός θα είναι διαχειρίσιμος και παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες θα υποχρεωθούν σε αυξημένες προβλέψεις για την κάλυψη του αυξημένου πιστωτικού κινδύνου, η εξέλιξη αυτή δεν είναι ικανή να αναστρέψει τις θετικές προοπτικές του 2023.

Οι εκτιμήσεις για τη νέα χρονιά συγκλίνουν στα εξής:

1. Σε σημαντική πιστωτική επέκταση της τάξης του 7% με σημαντική άνοδο των εσόδων από τόκους. Ηδη η άνοδος του euribor από το αρνητικό επίπεδο του α΄ εξαμήνου του 2022 στο 2,1% περίπου στα τέλη του χρόνου έχει οδηγήσει σε σημαντική άνοδο των εσόδων από τόκους των ελληνικών τραπεζών κατά 500-700 εκατ. ευρώ. Η περαιτέρω άνοδος έως και το 3% που εκτιμάται ότι θα φτάσει εντός του 2023 θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην κύρια πηγή εσόδων που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα ενισχυθούν συνολικά από 750 έως και 900 εκατ. ευρώ την περίοδο 2022-2023, με το όφελος ωστόσο να επιβραδύνεται την τρέχουσα χρονιά, καθώς σταδιακά ένα μέρος της ανόδου των επιτοκίων θα περάσει στις καταθέσεις.

2. Η πιστωτική επέκταση εκτιμάται ότι θα συντηρήσει και τα έσοδα από προμήθειες, αντισταθμίζοντας τις απώλειες που θα προκαλέσει η πώληση του τομέα διαχείρισης και εκκαθάρισης των συναλλαγών από κάρτες σε τρίτους, κίνηση που ολοκλήρωσαν και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εντός του 2022. Μετά και τις κυβερνητικές παρεμβάσεις στο θέμα, οι ελληνικές τράπεζες που έχουν τα χαμηλότερα έσοδα προμηθειών στην Ε.Ε. ως ποσοστό των συνολικών τους εσόδων, αναμένεται να ακολουθήσουν συγκρατημένη πολιτική σε αυτόν τον τομέα, καθώς όπως εκτιμούν, «το timing για αυξήσεις τόσο στα επιτόκια των δανείων όσο και στις προμήθειες δεν είναι κατάλληλο».

3. Συνέχιση της προσπάθειας συγκράτησης των κόκκινων δανείων με στόχο να σταθεροποιηθούν σε μονοψήφιο ποσοστό. Ηδη με βάση τα στοιχεία 9μήνου ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώνεται στο 8% για την Alpha Bank, στο 6,1% για την Εθνική Τράπεζα, στο 5,6% για τη Eurobank και στο 8,7% για την Τράπεζα Πειραιώς, και ο στόχος είναι η σταθεροποίηση των ποσοστών αυτών με προοπτική περαιτέρω μικρής μείωσης. Η προσπάθεια θα δυσκολέψει λόγω της ανόδου των επιτοκίων που εκτιμάται ότι θα προσθέσει νέα κόκκινα δάνεια, αλλά όπως επιμένουν οι τράπεζες, η άνοδος θα είναι διαχειρίσιμη και δεν θα ακυρώνει τη δουλειά που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια.

4. Θωράκιση της κερδοφορίας και επίτευξη διψήφιου δείκτη απόδοσης κεφαλαίων της τάξης του 10% μέσω της βελτίωσης του λειτουργικού αποτελέσματος, με στόχο την τήρηση των δεσμεύσεων για επιστροφή σε μερισματική πολιτική για πρώτη φορά μετά το 2008. Παρά την αύξηση των λειτουργικών εσόδων, στο μέτωπο του κόστους η περαιτέρω μείωση εκτιμάται ότι δεν είναι απλή υπόθεση σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού.

Σύμφωνα όμως με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, το 2023 θα αποτυπωθούν τα αποτελέσματα της πολιτικής του προσωπικού, χωρίς τα έκτακτα έξοδα από τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου που επιβάρυναν την κερδοφορία των προηγούμενων ετών. Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν άλλωστε τον χαμηλότερο δείκτη εξόδων προς έσοδα, αλλά αυτό βασίζεται σε σημαντικό βαθμό και στα υψηλά χρηματοοικονομικά κέρδη που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια και τα οποία έχουν ήδη αρχίσει να εκλείπουν και θα περιοριστούν σημαντικά το 2023. Η άσκηση για συγκράτηση του κόστους θα συνεχίσει να επιβαρύνεται από τα υψηλά επιτόκια που υποχρεώνονται να πληρώνουν οι τράπεζες για τις ομολογιακές εκδόσεις στο πλαίσιο των δεσμεύσεων για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, γνωστών ως MREL.

Οι προγραμματισμένες εκδόσεις κεφαλαίων στο πλαίσιο των MREL υπολογίζονται στα 2 δισ. ευρώ και το κόστος άντλησης κεφαλαίων, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, θα παραμείνει υψηλά και το 2023, επηρεαζόμενο από την αβεβαιότητα και τη διεύρυνση των spreads των ελληνικών ομολόγων.

Σε κάθε περίπτωση, οι ισολογισμοί μετά τη δραστική μείωση των κόκκινων δανείων είναι στιβαροί και ανοίγουν τον δρόμο για την επίτευξη ικανοποιητικών αποδόσεων και την προσέλκυση μακροπρόθεσμων επενδυτικών κεφαλαίων, μετά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Διαβάστε επίσης: 

ΤτΕ: Στάσιμα τα επιτόκια σε νέα δάνεια και καταθέσεις τον Νοέμβριο

ΤτΕ: Οι προκλήσεις για τις τράπεζες

Αυξημένες κατά 30% οι χορηγήσεις στεγαστικών το 2022

 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News