Business & Finance Παρασκευή 14/10/2022, 16:01
BUSINESS & FINANCE

Πόσα θα χάσουν οι ελληνικές τράπεζες από τις αποφάσεις της ΕΚΤ για την ρευστότητα

Πόσα θα χάσουν οι ελληνικές τράπεζες από τις αποφάσεις της ΕΚΤ για την ρευστότητα

Σε χαμηλά επίπεδα υπολογίζεται η επίπτωση που θα έχει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ο χειρισμός του θέματος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε ό,τι αφορά την κατάθεση πίσω στο ευρωσύστημα μέρους της ρευστότητας που έχουν αντλήσει μέσω του Προγράμματος Στοχευμένων Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότητσης, γνωστού ως TLTRO. 

Ο μηχανισμός αυτός επιτρέπει στις ευρωπαϊκές τράπεζες να εγγράψουν κέρδη πολλών δισ. ευρώ κερδίζοντας από την διαφορά μεταξύ των επιτοκίων άντλησης ρευστότητας και επανατοποθέτησης πίσω στην ΕΚΤ της πλεονάζουσας ρευστότητας με την μορφή κατάθεσης, που σήμερα εκτοκίζεται με 0,75% από -0,50% που ήταν το αντίστοιχο πρόγραμμα όταν αυτό είχε καθιερωθεί για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης. 

Για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες τα κέρδη αυτά εκτιμώνται κοντά στα 400 εκατ. ευρώ, αλλά όπως διαβεβαιώνουν δεν τα έχουν υπολογίσει στο σχεδιασμό των business plan που έχουν καταρτίσει, προεξοφλώντας ήδη από την συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου ότι η ΕΚΤ θα αλλάξει τον μηχανισμό και έτσι τα κέρδη αυτά θα εξαϋλωθούν. 

Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν αντλήσει με βάση τα στοιχεία του 6μήνου 50,7 δισ. ευρώ μέσω του TLTRO από το ευρωσύστημα, από τα οποία τα 14,5 δισ. ευρώ είναι η χρηματοδότηση που έχει λάβει η τράπεζα Πειραιώς, 13 δισ. ευρώ είναι η χρηματοδότηση που έχει λάβει η Alpha Bank και από 11,6 δισ. ευρώ η Εθνική τράπεζα και η Eurobank. Αντίστοιχα τα διαθέσιμα στην Κεντρική Τράπεζα και για τέσσερις συστημικές τράπεζες ανήλθαν με βάση τα ίδια στοιχεία στα 59,1 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 17,9 δισ. ευρώ είναι οι καταθέσεις της τράπεζας Πειραιώς, ενώ στα 15,2 δισ. ευρώ ανέρχονται οι καταθέσεις της Εθνικής, στα 14,4 δισ. ευρώ οι καταθέσεις της Eurobank και στα 11,6 δισ. ευρώ οι καταθέσεις στο ευρωσύστημα της Alpha Bank.

Οι ελληνικές τράπεζες όπως και οι ευρωπαϊκές θα πρέπει να σταδιακά να αποπληρώνουν την ρευστότητα που έχουν λάβει από το ευρωσύστημα κατά την διάρκεια της κρίσης, σταδιακά έως και τον Μάρτιο του 2024, ημερομηνία που έχει θέσει η ΕΚΤ για την πλήρη κατάργηση των μέτρων χαλάρωσης των εξασφαλίσεων που είχε λάβει τον Απρίλιο του 2020 προκειμένου να αναχαιτίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας. Ουσιαστικά η ΕΚΤ κατά την διάρκεια της πανδημίας είχε υποκαταστήσει την διατραπεζική αγορά που δεν λειτουργούσε λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας και το μεγαλύτερο μέρος της ρευστότητας που αντλήθηκε μέσω TLTRO θα πρέπει να αποπληρωθεί σταδιακά από τα τέλη του 2022 – με μικρές αποπληρωμές – ενώ το μεγαλύτερο μέρος θα αποπληρωθεί εντός του 2023.

Σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα του Reuters η απόφαση της ΕΚΤ για τον χειρισμό του αρμπιτράζ που δημιουργήθηκε μεταξύ της χρέωσης για τη ρευστότητα την οποία δανείζει στις τράπεζες μέσω TLTRO και του τόκου που θα πληρώνει για τη ρευστότητα που κατατίθεται στο ευρωσύστημα, τοποθετείται στην συνεδρίαση της 27ης Οκτωβρίου. Πρόκειται για μια απόφαση που εκκρεμεί από τον Σεπτέμβριο καθώς ο αντίκτυπος της κίνησης με βάση πηγή που δεν κατονομάστηκε υπολογίζεται σε περίπου 30 έως 40 δισ. ευρώ ετησίως για το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, όφελος που μπορεί μάλιστα να αυξηθεί με την προοπτική της περαιτέρω ανόδου των επιτοκίων. Το πρόβλημα είναι ότι το επιτόκιο καταθέσεων 0,75% της ΕΚΤ θα αυξηθεί περαιτέρω, πιθανώς κοντά στο 2% μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, και πιθανώς υψηλότερα το 2023, αφήνοντας την Κεντρική Τράπεζα με ένα τεράστιο δυνητικό κόστος για πληρωμή τόκων. Το κόστος αυτό εάν ο μηχανισμός μείνει ως έχει θα επιβαρύνει ουσιαστικά τα δημόσια συστήματα των ευρωπαϊκών κρατών, μειώνοντας το μέρισμα που εισπράττουν από τις Κεντρικές Τράπεζες και για αυτό εξετάζονται τρία εναλλακτικά σενάρια. 

Από τις τρεις επιλογές που σύμφωνα με το Reuters προκρίνονται η απλούστερη θα ήταν η μονομερής αλλαγή των όρων των TLTRO, έτσι ώστε τα μετρητά που σταθμεύτηκαν στην ΕΚΤ να μην επιβραβεύονται με το επιτόκιο καταθέσεων. Το όφελος είναι ότι όλες οι τράπεζες επηρεάζονται με τον ίδιο τρόπο και η ΕΚΤ δεν θα εμφανιζόταν να κάνει «διακρίσεις». Αλλά αυτή η επιλογή είναι πιθανό να δημιουργήσει ένα νομικό εμπόδιο, με τις τράπεζες να υποβάλλουν πιθανώς αγωγές.

Μια άλλη επιλογή θα ήταν τα μετρητά από TLTRO να αντιμετωπίζονται με παρόμοιους όρους με τα ελάχιστα αποθεματικά που τηρούν οι εμπορικές τράπεζες στην ΕΚΤ. Για αυτά τα αποθεματικά δίνεται πλέον τόκος 0,5% σε σχέση με το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ.

Μια τρίτη επιλογή θα ήταν να δημιουργηθεί ένα είδος κλίμακας που θα επέτρεπε στις τράπεζες να απολαμβάνουν ευνοϊκότερες αποδόσεις έως ένα ορισμένο όριο, μετά το οποίο θα ισχύει χαμηλότερο επιτόκιο.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι είναι πολιτικά απαράδεκτο οι τράπεζες να εξασφαλίζουν «απροσδόκητα» κέρδη, ενώ η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση. Επιπλέον αυτό το είδος διευκόλυνσης δεν συνάδει πλέον με την σφιχτή νομισματική πολιτική και την άνοδο των επιτοκίων που εφαρμόζει πλέον η ΕΚΤ για την αναχαίτιση του πληθωρισμού.

Διαβάστε επίσης: 

ΕΚΤ: Αλλαγή κανόνων απειλεί τα κέρδη των τραπεζών

DBRS για Ευρωζώνη: Καμπανάκι για απότομη επιβράδυνση και νέο κύμα κόκκινων δανείων

Τράπεζες: Απαντούν με αύξηση των σταθερών επιτοκίων και μείωση στα κυμαινόμενα

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News