Business & Finance Κυριακή 7/05/2023, 16:12
BUSINESS & FINANCE

Το στοίχημα της πραγματικής σύγκλισης με την Ευρώπη

Το στοίχημα της πραγματικής σύγκλισης με την Ευρώπη

Σε 7ετή ορίζοντα, έως το 2030, παραπέμπουν οι οικονομολόγοι για την επίτευξη του στόχου για προσέγγιση του 85% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, όπου βρισκόταν στην αρχή της κρίσης, το 2010, από 68% που βρίσκεται σήμερα, στη χειρότερη θέση μετά τη Βουλγαρία και τη Σλοβακία, στην Ε.Ε. Την ίδια προοπτική βάζουν και για την κάλυψη του μεγάλου επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε στα μνημονιακά χρόνια και υπολογίζεται στα 100 δισ. ευρώ.

Υπάρχουν, όμως, προϋποθέσεις, όπως  σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε η κυβέρνηση την περασμένη εβδομάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προδιαγράφει έναν ενάρετο ορίζοντα έως το 2026, στη διάρκεια του οποίου η χώρα θα σημειώνει αρκετά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με οδηγό τις επενδύσεις και ταυτόχρονα θα πειθαρχεί δημοσιονομικά σε πρωτογενή πλεονάσματα, με αποτέλεσμα να μειώσει δραστικά το δημόσιο χρέος της.

Τα προγράμματα δεν υλοποιούνται πάντα κατά γράμμα, πόσο μάλλον όταν κινούνται σε αρκετά αισιόδοξη κατεύθυνση, όπως το ελληνικό, του οποίου οι προβλέψεις είναι καλύτερες από των περισσότερων άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η Ελλάδα, όμως, είναι «υποχρεωμένη», όχι μόνο να πετύχει, αλλά και να υπερβεί τους στόχους του, προκειμένου να καλύψει το χαμένο έδαφος της πιστωτικής της κρίσης.

Αμοιβές και επενδύσεις, υποστηρίζουν οι αναλυτές, συνδέονται. Μπορεί να μην αποτελεί καυτό θέμα συζήτησης της προεκλογικής περιόδου, αλλά για να επιτευχθεί η αύξηση των μισθών για την οποία μιλάει ο πρωθυπουργός, καθώς και οι αντίστοιχοι στόχοι της αντιπολίτευσης, προϋπόθεση είναι να αυξηθεί η παραγωγική δυνατότητα της χώρας. Οπως ανέφερε σε πρόσφατη ανάλυσή της στο εβδομαδιαίο δελτίο της η Alpha Bank, δεδομένου ότι το παραγωγικό κενό έχει πλέον σχεδόν εξαλειφθεί, για να συγκλίνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας με εκείνο της Ε.Ε. απαιτείται να διευρυνθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης του εργατικού δυναμικού και του φυσικού κεφαλαίου της χώρας, καθώς και της παραγωγικότητας των δύο αυτών συντελεστών.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, Παναγιώτης Καπόπουλος εκτιμά ότι «μπορούμε να πλησιάσουμε σε επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης κοντά στο 85%-90%, δηλαδή στα επίπεδα της περιόδου προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων, έως τα τέλη της τρέχουσας δεκαετίας». Προϋπόθεση, όμως, είναι όχι μόνο η αύξηση αλλά και η βελτίωση της ποιότητας των επενδύσεων, ώστε να είναι παραγωγικές, καθώς και του ανθρώπινου δυναμικού, μέσω της εκπαίδευσης και του brain gain. Δεν είναι όλες οι επενδύσεις παραγωγικές, σχολιάζει, επισημαίνοντας το μεγάλο ποσοστό των ακινήτων στις άμεσες ξένες επενδύσεις.

Το ευτύχημα είναι ότι το Ταμείο Ανάκαμψης υποχρεώνει τη χώρα να διοχετεύσει τον κύριο όγκο των επενδύσεών της σε παραγωγικούς τομείς, την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. «Το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτεί επενδύσεις που πραγματικά χρειάζεται η χώρα», σχολιάζει «Αυτές οι επενδύσεις ανεβάζουν την παραγωγικότητα και βελτιώνουν το φυσικό κεφάλαιό της».

Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας, το ελληνικό ΑΕΠ την προσεχή τετραετία θα αυξάνεται ταχύτερα από πολλών άλλων χωρών, κάτι που οδηγεί σε σύγκλιση, έστω και με αργούς ρυθμούς. Προβλέπεται ρυθμός 2,3% φέτος, 3% το 2024, 3% το 2025 και 2,1% το 2026, ενώ ο αντίστοιχος ρυθμός π.χ. της Γερμανίας προβλέπεται στο 0,2%, 1,8%, 09% και 0,9% και της Πορτογαλίας 1,8%, 2%, 2% και 1,9%.

Καθοριστικός παράγων, σύμφωνα με την ανάλυση του υπουργείου Οικονομικών, για την επίτευξη των ρυθμών αυτών είναι οι επενδύσεις. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας «βλέπει» αύξηση επενδύσεων 13,2% φέτος και στη συνέχεια 9,7% το 2024, 10,7% το 2025 και 7,2% το 2026. Οι ρυθμοί αυτοί είναι συμβατοί με τον υπολογισμό της Eurobank σε πρόσφατη μελέτη της, σύμφωνα με τον οποίο απαιτείται μια πραγματική μέση ετήσια αύξηση των επενδύσεων 8% έως το 2031 για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό της κρίσης. Ωστόσο, όπως τόνισε πρόσφατα στο Φόρουμ των Δελφών ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, Τάσος Αναστασάτος, δεν αρκεί να αυξάνονται οι επενδύσεις. «Η αποεπένδυση των ετών 2009-2022», είπε, «έχει μειώσει το κεφαλαιουχικό απόθεμα της χώρας κατά 101,4 δισ. ευρώ. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις αυξήθηκαν σημαντικά και έφτασαν το 2022 τα 7,2 δισ., ωστόσο σε σημαντικό ποσοστό αφορούν εξαγορές υφιστάμενων επιχειρηματικών μονάδων και επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Οι επενδύσεις οι οποίες περισσότερο αυξάνουν τις παραγωγικές και εξαγωγικές δυνατότητες της οικονομίας στο μακροχρόνιο διάστημα είναι οι επενδύσεις για τη δημιουργία νέας παραγωγικής υποδομής (greenfield investment), είτε εγχώριες είτε ξένες. Η προσέλκυση περισσοτέρων τέτοιων επενδύσεων προϋποθέτει φιλόδοξη και συστηματική εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον».

To δημογραφικό

Μακροπρόθεσμα υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα, το δημογραφικό και η γήρανση του πληθυσμού. Σύμφωνα με την πρόσφατη σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων, άνω των 65 ετών, από τους εργαζομένους, θα αυξηθεί από το 39,2% το 2021 στο 46,1% το 2030 και θα φτάσει το 65,2% το 2070. Είναι κι αυτός ένας βασικός παράγοντας που οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης, το δυνητικό ΑΕΠ, υποχωρεί, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας στο 0,7% το 2030 και στη συνέχεια αυξάνεται στην περιοχή του 1,5%-1,7% έως το 2060.

Διαβάστε επίσης: 

Alpha Bank: Πώς προχωράει η οικονομική σύγκλιση με την Ευρώπη

Χαμηλότερο από το ιταλικό το ελληνικό χρέος το 2026

Πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% ΑΕΠ – Πώς θα κυμανθούν χρέος και ανεργία στο 2023 – 2026

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News