Business & Finance Τρίτη 28/03/2023, 13:19
BUSINESS & FINANCE

Παπακωνσταντίνου (ΤτΕ): Ανάκαμψη υπό προϋποθέσεις το 2024 – Οι κίνδυνοι

Οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας το προσεχές διάστημα υπόκεινται σε αβεβαιότητες και κινδύνους

Παπακωνσταντίνου (ΤτΕ): Ανάκαμψη υπό προϋποθέσεις το 2024 – Οι κίνδυνοι

Η Ελλάδα έχει επανέλθει σε ισχυρή αναπτυξιακή τροχιά και οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας παραμένουν θετικές, υποστηριζόμενες από τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους και τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του δημόσιου χρέους, όπως δήλωσε η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, στο 4ο Διεθνές Συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος με τίτλο: «Η Ελληνική οικονομία: Κοιτάζοντας προς το μέλλον»

Η κ. Παπακωνσταντίνου αναφέρθηκε στις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τις οποίες το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να υποχωρήσει, εξαιτίας της αναμενόμενης επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη και του γεγονότος ότι τόσο η δημοσιονομική πολιτική όσο και η νομισματική πολιτική αναμένεται να επιδράσουν συσταλτικά στην οικονομική δραστηριότητα το 2023. Ωστόσο, με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία για το ΑΕΠ και τους, έως τώρα, διαθέσιμους πρόδρομους δείκτες οικονομικής δραστηριότητας και προσδοκιών, η ελληνική οικονομία (όπως και η οικονομία της ΕΕ) αναπτύσσεται με ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι αναμενόταν το προηγούμενο διάστημα. 

Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να ανακάμψει το 2024 και το 2025, δήλωσε η υποδιοικήτρια της ΤτΕ και πρόσθεσε: «Οι επιδόσεις αυτές μπορούν να επιτευχθούν υπό την προϋπόθεση ότι αφενός η γεωπολιτική κρίση θα έχει αποκλιμακωθεί και θα έχουν μειωθεί οι τιμές της ενέργειας και αφετέρου ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να ενισχύεται σημαντικά από το διεθνή τουρισμό, καθώς και την καλή πορεία υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων με τη αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ 2021-2027 και του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NextGenerationEU. 

Οι κίνδυνοι 

Οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας το προσεχές διάστημα υπόκεινται σε αβεβαιότητες και κινδύνους οι οποίοι συνδέονται κυρίως με εξωγενείς παράγοντες, επισήμανε η κ. Παπακωνσταντίνου. Ειδικότερα, οι κίνδυνοι περαιτέρω επιβράδυνσης του ρυθμού μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας συνδέονται με το ενδεχόμενο δυσμενών εξελίξεων αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τον πληθωρισμό και την πανδημία. Επιπλέον, κινδύνους για την πορεία αύξησης του ΑΕΠ αποτελούν η χαμηλή απορροφητικότητα των κονδυλίων της ΕΕ  και η εμφάνιση μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης μετά τη λήξη των μέτρων κρατικής στήριξης. 

Εντούτοις, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προδιαγράφονται θετικές. Σε αυτό συμβάλλουν τουλάχιστον δύο παράγοντες. 
Πρώτον, τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα λάβει στήριξη ύψους 40 δισεκ. ευρώ περίπου από το μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ 2021-2027 και 30 δισεκ. ευρώ από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έως το 2026. 

Ωστόσο, μακροπρόθεσμα υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς η σταδιακή αναχρηματοδότηση του συσσωρευμένου χρέους προς τον επίσημο τομέα με όρους αγοράς θα αυξήσει την έκθεση του Ελληνικού Δημοσίου στον επιτοκιακό κίνδυνο και τον κίνδυνο αγοράς, γεγονός που εξαλείφει τα περιθώρια χαλάρωσης όσον αφορά το απαιτούμενο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και, κατ’ επέκταση, τη συμβολή του δημοσιονομικού αποτελέσματος στη σταθερή πτωτική πορεία του δημοσίου χρέους. Εξάλλου, δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι το υψηλό δημόσιο χρέος περιορίζει τη δυνατότητα της δημοσιονομικής πολιτικής να υλοποιήσει δημόσιες επενδύσεις και να στηρίξει την οικονομία όποτε αυτό είναι αναγκαίο. 

Περαιτέρω σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία μακροπρόθεσμα περιλαμβάνουν: 

• τη γήρανση του πληθυσμού, που σε συνδυασμό με τη χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας περιορίζει το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης, και 
• την κλιματική αλλαγή, που θα επηρεάσει το παραγωγικό πρότυπο και την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.

Ελληνική οικονομία: Οι τομείς που πρέπει να δοθεί έμφαση

Παράλληλα, η κ. Παπακωνσταντίνου αναφέρθηκε στους τομείς στους οποίους οφείλει να δώσει έμφαση η οικονομική πολιτική στο μέλλον, με στόχο την αντιμετώπιση των μεσομακροπρόθεσμων προκλήσεων για την ελληνική οικονομία, αλλά και των βραχυπρόθεσμων κινδύνων που προέρχονται από το διεθνές οικονομικό περιβάλλον.   Αυτοί συνίστανται:

1. Στην διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας και σταθερότητας. Για το σκοπό αυτό, οι όποιες πρόσθετες παρεμβάσεις άμβλυνσης των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης υιοθετηθούν θα πρέπει να είναι προσωρινές, στοχευμένες και προσαρμοσμένες κατάλληλα, ώστε να μην αποδυναμώνουν τα κίνητρα για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και, παράλληλα, να ενισχύουν δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και πράσινης μετάβασης. Ακόμα, από το 2024 και έπειτα η Ελλάδα θα πρέπει να επιδιώκει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως 2% του ΑΕΠ, προκειμένου να καλύπτονται οι δαπάνες τόκων. Η διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για μια μακρά περίοδο προϋποθέτει σημαντική αναμόρφωση των δαπανών και εσόδων του προϋπολογισμού. Ειδικότερα, απαιτείται αύξηση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών (με αύξηση δαπανών για δημόσιες επενδύσεις, εκπαίδευση, υγεία και κοινωνική προστασία) και βελτίωση της διάρθρωσης του φορολογικού συστήματος και ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης (με καταπολέμηση της φοροδιαφυγής σε φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ). 

2. Στην υλοποίηση δράσεων για την ενίσχυση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης. Στην κατεύθυνση αυτή, είναι αναγκαία η αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, με έμφαση στην αναβάθμιση των υποδομών και στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Παράλληλα, είναι απαραίτητη η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, ιδίως με πρωτοβουλίες που οδηγούν σε βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ποιότητας των θεσμών διακυβέρνησης, όπου εντοπίζονται μεγάλες υστερήσεις από τις βέλτιστες πρακτικές. Αναπόσπαστο μέρος της προσπάθειας αυτής είναι η έγκαιρη και πλήρης υλοποίηση των δράσεων που προβλέπονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η πλήρης αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων, καθώς επίσης και ο καλός συντονισμός και η επιχειρησιακή ετοιμότητα της δημόσιας διοίκησης. 

3. Στην αντιμετώπιση της διπλής κρίσης, ενεργειακής και κλιματικής, η οποία απαιτεί την επιτάχυνση και την προώθηση των επενδύσεων σε πράσινες τεχνολογίες, τη βελτίωση των δικτύων και την επέκταση των υποδομών σε ηλεκτρικές διασυνδέσεις, αλλά και την ανάπτυξη συστημάτων κεντρικής αποθήκευσης ενέργειας. 

4. Στην ενίσχυση του «τριγώνου της γνώσης», δηλαδή της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, με την υιοθέτηση πολιτικών και μεταρρυθμίσεων που ενθαρρύνουν την έρευνα, διευκολύνουν τη διάχυση της τεχνολογίας και ενισχύουν την επιχειρηματικότητα. 

5. Στην  διατήρηση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας και η διασφάλιση ότι θα διατηρηθούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας που επιτεύχθηκαν την τελευταία δεκαετία.

6. Στην αντιμετώπιση των στρεβλώσεων στην αγορά εργασίας, όπως το υψηλό ποσοστό ανεργίας και η αναντιστοιχία μεταξύ ζητούμενων και προσφερόμενων δεξιοτήτων. Αυτό προϋποθέτει αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης και κατάρτισης των εργαζομένων. Παράλληλα, απαιτείται άμεση στήριξη στους ανέργους και σε όσους έχουν οριακή σύνδεση με την αγορά εργασίας, μέσω της εφαρμογής αποτελεσματικών ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης.
Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητη η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ώστε να είναι σε θέση να χρηματοδοτεί απρόσκοπτα τις ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαία η περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας και η ποιοτική και ποσοτική ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών. Ταυτόχρονα πρέπει να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες ώστε οι τράπεζες να ενσωματώσουν τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή, καθώς και να επιτύχουν τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό. Η Τράπεζα της Ελλάδος, μαζί με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, ως αρμόδιες εποπτικές αρχές, αξιολογούν συστηματικά την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα και θα είναι αρωγοί σε κάθε βήμα του, διασφαλίζοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. 
Επιπλέον, είναι ανάγκη να διευρυνθούν οι πηγές μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης των επενδύσεων πέραν των τραπεζικών πιστώσεων και των ευρωπαϊκών πόρων, μέσω των κεφαλαιαγορών και της εναλλακτικής χρηματοδότησης. 
Σημαντικός παράγοντας για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών της οικονομίας είναι και οι ξένες άμεσες επενδύσεις, οι οποίες επίσης προάγουν  στενότερους εμπορικούς δεσμούς με χώρες και επιχειρήσεις με τεχνολογίες αιχμής και διευκολύνουν τη συμμετοχή σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Κάτι τέτοιο θα αυξήσει την εξωστρέφεια και θα βελτιώσει τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των ελληνικών εξαγωγών. Για να προσελκύσει η χώρα άμεσες ξένες επενδύσεις,  θα πρέπει να επιταχυνθούν οι ιδιωτικοποιήσεις και να δοθεί έμφαση στην άρση αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, η ασάφεια και η αστάθεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, το μη προβλέψιμο φορολογικό σύστημα, η ελλιπής προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών. 

Η επενδυτική βαθμίδα

Καταλήγοντας, η κ. Παπακωνσταντίνου επισήμανε ότι «δεδομένου ότι το 2023 είναι χρονιά εκλογών, απαιτείται σύμπλευση και συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων ώστε να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική με την έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και να διασφαλιστεί η επιστροφή σε πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα ώστε να συνεχιστεί η πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους». «Αυτό, αναμφίβολα, θα οδηγήσει στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας όσον αφορά το αξιόχρεο των ελληνικών κρατικών ομολόγων, κάτι που είναι ιδιαίτερα κρίσιμο δεδομένων των αναταράξεων που βιώσαμε πρόσφατα στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα», είπε.

moneyreview.gr

Goldman Sachs: Τι γίνεται με τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών, τα AT1 και το κόστος δανεισμού

Σηκώνουν καταθέσεις για να αποπληρώσουν τα ακριβά πλέον δάνεια

ΤτΕ: Νέα μείωση των καταθέσεων τον Φεβρουάριο

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News